Woodstock Festival: Η πρεμιέρα της ταινίας στην Αθήνα τον Νοέμβριο του 1970

Κοινοποίηση:
σ;σ;

15 Αυγούστου 1969, η πρώτη μέρα του πιο περιβόητου ίσως φεστιβάλ στην νεότερη μουσική ιστορία, του Φεστιβάλ του Woodstock. Ένα φεστιβάλ ροκ μουσικής, που στέφθηκε με μεγάλη επιτυχία και αποτέλεσε σύμβολο της αντικουλτούρας των χίπις, που άνθισε στην Αμερική κατά την δεκαετία του ’60 με αφορμή αρχικά την εναντίωση στον πόλεμο του Βιετνάμ.

Το Φεστιβάλ κινηματογραφήθηκε και κυκλοφόρησε στις κινηματογραφικές αίθουσες το 1970 στο ομότιτλο ντοκιμαντέρ “Woodstock” με σκηνοθέτη τον Michael Wadleigh. Η πολυπόθητη πρεμιέρα του στον κινηματογράφο Παλλάς της Αθήνας τον Νοέμβριο του 1970 συνοδεύτηκε από μικροεπεισόδια, που με το πέρασμα των χρόνων έγιναν ένα αφήγημα πολιτικού περιεχομένου μεταξύ μύθου και αλήθειας.

Πριν όμως δούμε τι ακριβώς συνέβη τελικά στην πρώτη προβολή του ντοκιμαντέρ στην χώρα μας, ας μάθουμε μερικά πράγματα για την ιστορία του περίφημου φεστιβάλ.

____________________________________

Woodstock, 1969
Παρόλο που το Φεστιβάλ του Woodstock συνδέθηκε με μια ιδεολογία ειρηνισμού (πασιφισμού), αντιρατσισμού και απεριόριστης ελευθερίας σε ναρκωτικά και σεξ, η έμπνευση της πραγματοποίησής του δεν είχε κανένα ιδεολογικό υπόβαθρο, αλλά ήταν καθαρά κερδοσκοπική.

Οι τέσσερις συνεργάτες μουσικοί παραγωγοί της εταιρείας Woodstock Ventures, Michael Lang, Artie Kornfeld, Joel Rosenman και John Roberts, είχαν την ιδέα για την διοργάνωση ενός υπαίθριου φεστιβάλ με καλλιτέχνες που συχνάζουν στην περιοχή του Woodstock αποβλέποντας σε ένα event που θα τραβούσε την προσοχή του μουσικού κοινού φέρνοντας παράλληλα ικανοποιητικά οικονομικά κέρδη.

Παρά το όνομα του, το Woodstock Festival δεν πραγματοποιήθηκε τελικά στο Woodstock, αλλά σε μια γαλακτοκομική φάρμα (του εβραϊκής καταγωγής Max Yasgur) στην πόλη Bethel, περίπου 69 χιλιόμετρα μακριά. Ο λόγος ήταν οι έντονες διαμαρτυρίες κάποιων αγροτών, που δυσανασχέτησαν με την παρουσία των “μουσάτων με τα τατουάζ και τα περίεργα ρούχα” και κατέθεσαν αγωγή στους διοργανωτές για “διασάλευση της δημόσιας τάξης”. Έτσι αναγκάστηκαν να αλλάξουν τον χώρο διεξαγωγής τελευταία στιγμή κρατώντας όμως ίδιο το όνομα με το οποίο είχαν διαφημίσει το φεστιβάλ ως τότε.

Το Φεστιβάλ ξεκίνησε στις 15 Αυγούστου του 1969 συγκεντρώνοντας περισσότερα από 400.000 άτομα, ενώ αντί για τρεις ημέρες, όπως είχε κανονιστεί αρχικά, διήρκεσε τέσσερις και τελείωσε στις 18 Αυγούστου. Συνολικά συμμετείχαν 32 καλλιτέχνες και μουσικά συγκροτήματα, μεταξύ των οποίων οι: Santana, Joe Cocker, The Who, Jimi Hendrix, Janis Joplin, Jefferson Airplane, The Band, Joan Baez, John Sebastian, Crosby, Stills, Nash & Young κ.α.

Με δεδομένο τον σημαντικό αριθμό ατόμων το φεστιβάλ κύλησε αρκετά ειρηνικά, χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα. Καταγράφηκαν όμως σε αυτό δύο νεκροί. Ένας από χρήση ινσουλίνης και ένας άλλος που χτυπήθηκε από ένα τρακτέρ την ώρα που κοιμόταν σε έναν χώρο με άχυρα. Σημειώθηκαν επίσης δύο γέννες, μια σε αυτοκίνητο και μια στο νοσοκομείο που διακομίστηκε με ελικόπτερο από τον χώρο, καθώς και τέσσερις αποβολές.

Σε όλη την διάρκεια επίσης του φεστιβάλ καταγράφηκαν 742 περιστατικά υπερβολικής δόσης ναρκωτικών, ευτυχώς χωρίς θύματα. Ανάμεσα στις ανέμελες αναφορές για “ελεύθερο έρωτα” υπήρξαν μέχρι και σεξουαλικές επιθέσεις, που όμως “κουκουλώθηκαν” τότε στα πλαίσια της χίπικης ιδέας.

Η πρεμιέρα της ταινίας Woodstock στην Αθήνα
Τον Μάρτιο του 1970 κυκλοφόρησε στις κινηματογραφικές αίθουσες το τρίωρο ντοκιμαντέρ του φεστιβάλ με τίτλο “Woodstock” σε σκηνοθεσία του 28χρονου τότε Michael Wadleigh. Μερικούς μήνες αργότερα και συγκεκριμένα στις 29 Νοεμβρίου του 1970 η ταινία έκανε την πρεμιέρα της και στην Ελλάδα, στον κινηματογράφο Παλλάς της Αθήνας.

Περίπου 2.000 άτομα κατέκλυσαν την κινηματογραφική αίθουσα και τουλάχιστον άλλα τόσα βρισκόντουσαν απ’ έξω καταλαμβάνοντας όλη την οδό Βουκουρεστίου, από την Πανεπιστημίου μέχρι την Σταδίου. Λόγω της τεράστιας προσέλευσης ανακοινώθηκε εκείνη την ώρα πως θα υπάρξει και δεύτερη προβολή για όλους εκείνους που δεν κατάφεραν να μπουν.

Ο ενθουσιασμός του κοινού να δει το περιβόητο φεστιβάλ ήταν άνευ προηγουμένου και στον χώρο επικρατούσε ένας πραγματικός πανικός. Κάποια στιγμή ασυγκράτητοι νέοι που περίμεναν έξω κατάφεραν να σπάσουν τα ρολά της εισόδου και να μπουν στον κινηματογράφο.

Μέσα στον όλο χαμό και συνωστισμό και με πρόσχημα την παρεμπόδιση της κυκλοφορίας έξω από το Παλλάς, ακυρώθηκε η δεύτερη προβολή της ταινίας. Αναταραχές και διαμαρτυρίες από το πολυπληθές κοινό οδήγησαν σε επεισόδια στον χώρο, που έληξαν με την παρέμβαση της αστυνομίας, ενώ έγιναν και 13 προσαγωγές.

Ο σκηνοθέτης Michael Wadleigh βρισκόταν επίσης στην προβολή. Αγνοώντας την προτροπή των διοργανωτών επέλεξε να μπει από την κεντρική είσοδο μπαίνοντας έτσι μέσα στο εκστασιασμένο πλήθος, που μόλις τον είδε έσπευσε να τον σηκώσει στα χέρια φωνάζοντας το όνομα του φεστιβάλ. Όπως αναφέρθηκε και στις εφημερίδες των ημερών, τόσο εκείνος όσο και ο επιχειρηματίας του σινεμά Β. Μιχαηλίδης “κινδύνευσαν να ποδοπατηθούν” από τους παθιασμένους νέους που είχαν κατακλύσει τον χώρο.

Έτσι, και ενώ ήταν κανονισμένο να μιλήσει κάποια στιγμή για το έργο του στους θεατές, ο σκηνοθέτης σε συνεννόηση με τους διοργανωτές φυγαδεύτηκε από τον κινηματογράφο λίγα λεπτά πριν το τέλος της ταινίας προς αποφυγή νέων επεισοδίων.

“Οι νέοι, με την εμφάνισιν την 10:45 π.μ. του νεαρού χίππι σκηνοθέτου, ήρχισαν να διαμαρτύρονται θορυβωδώς και προς στιγμήν επέτυχον την διασάλευσιν της τάξεως. Εις τας κραυγάς των προσετέθη και μικροπανικός εκ του συνωστισμού και η εικόνα της αναταραχής συνεπληρώθη με την επέμβασιν της αστυνομίας, η οποία κατόρθωσε να επιβάλη τελικώς την τάξιν, αφού συνέλαβε 13 εκ των διαμαρτυρομένων νέων. Οι συλληφθέντες, αφού εκρατήθησαν ολίγας ώρας εις την αστυνομίαν, δι’ εξακρίβωσιν της ταυτότητάς των, αφέθησαν τελικώς ελεύθεροι.” (εφημερίδα Μακεδονία, 1/12/1970).

Δεδομένου ότι εκείνη την εποχή κυβερνούσε η δικτατορία των Συνταγματαρχών και οι πολιτικές αντιπαλότητες δημιουργούσαν από κάθε πλευρά τα δικά τους αφηγήματα, τα γεγονότα της πρώτης προβολής του “Woodstock” στο Παλλάς έμειναν μοιραία στην ιστορία συνδεδεμένα με μια παραφιλολογία πολιτικής φυσικά χροιάς.

Μεταξύ μύθου και αλήθειας

Ο βασικός μύθος γύρω από τα γεγονότα είναι ότι το δικτατορικό καθεστώς “απαγόρευσε την προβολή της ταινίας για να μην παρασυρθούν οι νέοι σε επαναστατικές φαντασιώσεις”. Στην πραγματικότητα όμως η ταινία προβαλλόταν κανονικά επί μήνες στους ελληνικούς κινηματογράφους επιτυγχάνοντας μάλιστα τον αριθμό των 90.353 εισιτηρίων. Η ταινία έπαιξε από την πρεμιέρα της μέχρι τις 6 Δεκεμβρίου και μετά αποσύρθηκε για δέκα ημέρες εξαιτίας όπως φαίνεται αντικρουόμενων απόψεων στο κοινωνικό, αλλά και πολιτικό σκηνικό.

Ο υφυπουργός και πρώτος κυβερνητικός εκπρόσωπος του καθεστώτος Γεώργιος Γεωργαλάς ήταν εκείνος που αντιτάχθηκε στην πλευρά των σκληροπυρηνικών του κόμματος και επέμεινε καταφέρνοντας να επιστρέψει η ταινία στους κινηματογράφους.

Σε συνέντευξή του στο περιοδικό “Επίκαιρα” (τεύχος #127, 8-14 Ιανουαρίου 1971) είχε αναφερθεί σχετικά:

– Την πρώτη μέρα της προβολής σημειώθηκαν μικροεπεισόδια. Αυτό ώθησε ορισμένους αρμοδίους παράγοντες στην σκέψη της απαγορεύσεως. Η σκέψις αυτή, όμως, τελικώς, δεν επεκράτησε.
– Εσείς, πάντως, υποστηρίξατε τη συνέχιση της προβολής;
– Μάλιστα.
– Γιατί;
– Διότι απλούστατα θεωρώ το Γούντστοκ σαν ταινία πολύ αθωότερη από τις περισσότερες ταινίες που παίζονται έξω ή προβάλλονται από την TV. Δεν έχει φόνους, ληστείες, μοιχείες, όπλα, πολιτική, γυμνά.
– Τι έχει;
– Έχει τετρακόσιες χιλιάδες νέους της εποχής μας, που ακούνε μουσική της εποχής μας(…).

– Πού οφείλονταν τα επεισόδια (στην avant-première);
– Ήταν Κυριακή πρωί και η προβολή ήταν δωρεάν. Οι νέοι που προσήλθαν δεν χώρεσαν στην αίθουσα του Παλλάς. Τους είπαν να περιμένουν, γιατί αργότερα θα γίνη και δεύτερη προβολή. Μετά τους είπαν ότι δεν θα γίνη. Τότε αρκετοί θέλησαν να μπουν οπωσδήποτε στην αίθουσα. Νομίζω ότι μ’ αυτές τις συνθήκες κάποια επεισόδια θα εσημειώνοντο σε οποιαδήποτε ταινία.
– Δηλαδή οι νέοι που τα έκαναν δεν ήταν χίππυς;
– Ασφαλώς όχι. Ήσαν απλώς νέοι. Και ο νέος είναι ανυπόμονος, ζωντανός, δυναμικός και φασαριώδης. Άλλωστε είναι και η ψυχολογία του πλήθους. Και παρ’ όλα αυτά τα επεισόδια υπήρξαν ασήμαντα, ανάξια λόγου.

Λανθασμένη είναι άλλωστε και η εντύπωση ότι για κάποιο λόγο η δικτατορία είχε πρόβλημα με την rock μουσική, όπως υπονοήθηκε και στην περίπτωση της πρώτης συναυλίας των Rolling Stones τον Απρίλιο του 1967. Τα αφιερώματα στη rock πάντως έδιναν και έπαιρναν σε περιοδικά και εφημερίδες εκείνα τα χρόνια, το εργοστάσιο της Columbia παρήγαγε συνεχώς δίσκους, ενώ ακόμα και οι “χουντικοί” ραδιοφωνικοί σταθμοί έπαιζαν πολύ συχνά τέτοια μουσική και σχετικές εκπομπές στο πρόγραμμά τους.

Η ταινία “Woodstock” όχι απλά δεν είχε απαγορευτεί για πολιτικούς λόγους, αλλά εξαρχής διαφημίστηκε εκτενώς σε κάθε μέσο ενημέρωσης αποτελώντας το viral γεγονός των ημερών, ενώ με έγκριση του καθεστώτος οι νέοι μπορούσαν να την παρακολουθήσουν δωρεάν και είχε προσκληθεί και ο σκηνοθέτης Wadleigh να παρευρεθεί στην πρεμιέρα.

Η κοσμοσυρροή και τα επεισόδια που προκλήθηκαν στο ενθουσιασμένο κοινό ήταν κάτι που σίγουρα δεν κατάφεραν να προβλέψουν και που σίγουρα ενόχλησε τους πιο συντηρητικούς κύκλους, όμως θα έλεγε κανείς ότι δεν έγινε και κάτι ασυνήθιστο για μια τέτοια πρεμιέρα. Ασυνήθιστο για τότε ναι, για εμάς σήμερα που έχουμε δει αρκετές φορές παρεμφερή γεγονότα, σίγουρα όχι.

Το σίγουρο είναι πως τα επεισόδια που διαδραματίστηκαν στο Παλλάς δεν είχαν να κάνουν με καμία επαναστατική ή αντιχουντική έκφραση ενός κινήματος χίπιδων θεατών (που δεν υπήρχε καν κάτι τέτοιο στην Ελλάδα), όπως προσπάθησαν να ερμηνεύσουν το γεγονός αργότερα τα κομμουνιστικά πολιτικά άκρα συγκρίνοντάς το μέχρι και με τον Νοέμβριο του Πολυτεχνείου.
Ζήτημα αποτέλεσε και η λογοκρισία που έλαβε η ταινία με αναφορές να κάνουν λόγο πως “αφαιρέθηκαν σκηνές πάνω από μιας ώρας, γεγονός που αλλοίωνε εντελώς την ιδέα και το βασικό νόημα του έργου”.

Να σημειώσουμε κάπου εδώ πως το ντοκιμαντέρ ήταν γενικότερα “ριζοσπαστικό” για την εποχή. Μην ξεχνάμε ότι πέρα από την μουσική, ήταν μια ωδή στην αχαλίνωτη ελευθερία, σεξ χωρίς όρια και ναρκωτικά χωρίς μέτρο. Αυτό σαν μήνυμα φυσικά και δέχτηκε κριτική σε πολλές χώρες και λογοκρίθηκε σε διάφορα σημεία για να μπορέσει να προβληθεί “με ασφάλεια” στο ευρύ κοινό. Χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Ιαπωνία, η Βραζιλία είχαν επίσης κόψει επίμαχες σκηνές με γυμνά, ναρκωτικά και βρισιές του ντοκιμαντέρ πριν την προβολή του.

Σε συνέντευξη του ο σκηνοθέτης πριν την ελληνική πρεμιέρα αναφέρθηκε στο παράδειγμα της Νότιας Αφρικής λέγοντας ότι: “Στη Νότια Αφρική κόπηκαν σκηνές μίας ώρας! Δεν έμεινε τίποτα απ’ αυτά που θίγουν το κατεστημένο. Μια σκηνή που ο τραγουδιστής φωνάζει “ελευθερία” κόπηκε, θαρρείς και η λέξη τρομάζει κι αυτή.”

Ανάλογες περικοπές “επικίνδυνου υλικού” ήταν λογικό επόμενο να συμβούν και στην Ελλάδα, που είχε λογοκρισία στις ταινίες έτσι κι αλλιώς και πριν το δικτατορικό καθεστώς και ως τα μέσα του 20ου αιώνα. Όλες οι ταινίες περνούσαν από φιλτράρισμα, ακόμα και οι πιο εμπορικές και “αθώες”, πόσο μάλλον σε μια περίοδο πολιτικού συντηρητισμού. Αφαιρέθηκαν λοιπόν από το ντοκιμαντέρ του Woodstock σκηνές με γυμνά, βωμολοχίες, πλάνα με εμφανή την χρήση ναρκωτικών LSD, μαριχουάνα κτλ.

Είναι όμως πραγματικά αμφίβολο πως αυτές οι κομμένες σκηνές άφησαν ένα υλικό μικρότερο των δύο ωρών (από τις τρεις συνολικά που είχε διάρκεια). Σε δήλωσή του αργότερα στο περιοδικό “Επίκαιρα” ο σκηνοθέτης φαίνεται να λέει πως στην ελληνική πρεμιέρα “από την ταινία του αφαιρέθηκε πάνω από μια ώρα που ήταν και το κυριότερο μέρος της νοηματικά”. Μια αμφίβολη αναφορά, ίδια με αυτό που είχε πει προ πρεμιέρας για την Νότια Αφρική.

Τα στοιχεία φαίνεται πάντως να δείχνουν πως η λογοκριμένη ταινία που προβλήθηκε δεν ήταν λιγότερο από δύο ώρες διάρκειας. Ενδεικτικές είναι οι ώρες προβολής της στους κινηματογράφους, 2:30, 5:20, 8:05 και 10:55 (με μέση συνεπώς διάρκεια 160 λεπτά), καθώς και το γεγονός ότι το Υπουργείο Εμπορίου αποφάσισε την αύξηση των τιμών του εισιτηρίου λόγω της εκτεταμένης διάρκειας σε σχέση με άλλες προβολές.

_________________________________

Το 2004, το περιοδικό Rolling Stone κατέγραψε το Φεστιβάλ του Woodstock ως μια από τις 50 στιγμές που άλλαξαν την ιστορία του Rock and Roll και αυτό είναι και η τελική ουσία γύρω από το περιβόητο φεστιβάλ και την ταινία του με όλα τα υπέρ και τα κατά που το συνθέτουν.

Οι εντάσεις κατά την πρεμιέρα του στους ελληνικούς κινηματογράφους ήταν άλλη μια ένδειξη της μοναδικότητας του για την εποχή και του φρενήρη ενθουσιασμού που είχε προκαλέσει στο μουσικό κοινό. Η σύνδεση των επεισοδίων με μια δήθεν “πολιτικοποιημένη νεολαία χίπιδων” που βρήκε εκείνη την ημέρα ευκαιρία να κοντράρει το χουντικό καθεστώς δεν υπήρχε εξαρχής, παρά μόνο σε ελάχιστους και συγκεκριμένους κύκλους. Μέχρι σήμερα το αφήγημα έχει πάρει μεγαλύτερες διαστάσεις μέσω της αναπαραγωγής, χωρίς όμως τελικά να μπορεί να απομακρυνθεί εντελώς από την λιγότερο σύνθετή του πραγματικότητα.

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: