Με μια απόφαση που βαθαίνει την οικονομική αστάθεια και μετατρέπει τον πόλεμο σε μόνιμη ευρωπαϊκή πολιτική, οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης επέλεξαν τον δρόμο του κοινού δανεισμού για τη χρηματοδότηση της Ουκρανίας. Πίσω από τη ρητορική της «στήριξης» και της «αλληλεγγύης» κρύβεται μια σκληρή πραγματικότητα: περισσότερα χρέη, μεγαλύτερη πίεση στις αγορές και μετακύλιση του κόστους στους Ευρωπαίους φορολογούμενους.
Η απόφαση για δάνειο ύψους 90 δισ. ευρώ προς το Κίεβο παγιώνει τον κοινό δανεισμό ως εργαλείο όχι για κοινωνικές ανάγκες ή ανάπτυξη, αλλά για τη διαρκή ανατροφοδότηση μιας πολεμικής σύγκρουσης χωρίς ορατό τέλος. Ταυτόχρονα, η ΕΕ αποφεύγει το νομικά επισφαλές ενδεχόμενο αξιοποίησης των παγωμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων, επιλέγοντας τον πιο «εύκολο» δρόμο: να δανειστεί στο όνομα όλων.
Αγορές σε επιφυλακή – Χρέος χωρίς φρένο
Οι αγορές αντέδρασαν άμεσα. Οι αποδόσεις των μακροπρόθεσμων ομολόγων της ΕΕ κατέγραψαν άνοδο, καθώς οι επενδυτές συνειδητοποιούν ότι η Ένωση μετατρέπεται σταδιακά σε μόνιμο υπερ-εκδότη χρέους. Η αυξημένη προσφορά ευρω-ομολόγων, σε μια περίοδο που τα κράτη-μέλη –με πρώτη τη Γερμανία– αυξάνουν δραστικά τις δαπάνες τους, δημιουργεί ένα εκρηκτικό μείγμα.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μιλά για «ευελιξία εργαλείων» και «συνετή διαχείριση», όμως στην πράξη ανοίγει την πόρτα σε μαζικές εκδόσεις ομολόγων και εντόκων γραμματίων, με μόχλευση μέσω repos. Πρόκειται για μια πολιτική που θυμίζει περισσότερο χρηματοπιστωτικό πείραμα παρά υπεύθυνη διαχείριση, αυξάνοντας τον κίνδυνο μιας μελλοντικής κρίσης χρέους.
Μόνιμος δανειολήπτης η ΕΕ – και μόνιμος πληρωτής ο πολίτης
Η πανδημία χρησιμοποιήθηκε ως άλλοθι για τον πρώτο μεγάλο κοινό δανεισμό. Ο πόλεμος στην Ουκρανία γίνεται τώρα το νέο πρόσχημα. Η ΕΕ έχει ήδη πάνω από 700 δισ. ευρώ κοινό χρέος και, αντί να κλείνει αυτός ο κύκλος, διευρύνεται. Οι αναλυτές μιλούν ανοιχτά για «μονιμοποίηση» του μηχανισμού, κάτι που καθησυχάζει τις αγορές αλλά τρομάζει τις κοινωνίες.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, πιστή στη γραμμή των Βρυξελλών, συναινεί χωρίς ουσιαστική δημόσια συζήτηση, αποδεχόμενη έναν μηχανισμό που επιβαρύνει και την ελληνική οικονομία – μια χώρα που ακόμη παλεύει με τις συνέπειες της δεκαετούς κρίσης. Η συμμετοχή σε κοινά δάνεια και εγγυήσεις μεταφράζεται σε ενδεχόμενες υποχρεώσεις που αργά ή γρήγορα θα φανούν στους προϋπολογισμούς.
Πόλεμος με δανεικά – και τόκους
Το κόστος δεν είναι θεωρητικό. Η ίδια η Κομισιόν παραδέχεται ότι οι τόκοι του νέου δανεισμού θα φτάνουν περίπου τα 3 δισ. ευρώ ετησίως από το 2028, χρήματα που θα αντλούνται από τον κοινοτικό προϋπολογισμό – δηλαδή από τις συνεισφορές των κρατών-μελών. Με απλά λόγια, οι Ευρωπαίοι πολίτες πληρώνουν για να συνεχίζεται ο πόλεμος.
Και όλα αυτά με ένα σενάριο αποπληρωμής που αγγίζει τα όρια της φαντασίας: η Ουκρανία θα αρχίσει να επιστρέφει τα χρήματα μόνο όταν –και αν– λάβει πολεμικές αποζημιώσεις από τη Ρωσία. Μέχρι τότε, το βάρος μένει στην Ευρώπη.
Ζελένσκι και στρατιωτικοποίηση της Ευρώπης
Ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι εμφανίζεται ως ο βασικός ωφελημένος ενός σχήματος που κρατά ζωντανή την πολεμική μηχανή, την ώρα που η ουκρανική οικονομία αιμορραγεί και η κοινωνία εξαντλείται. Η ΕΕ, αντί να πιέσει για διπλωματική λύση, επιλέγει να λειτουργήσει ως χρηματοδότης άμυνας και –έμμεσα– ως εγγυητής της συνέχισης των εχθροπραξιών.
Το αποτέλεσμα είναι μια Ευρώπη που μετατοπίζεται από κοινωνικό και οικονομικό εγχείρημα σε στρατιωτικοποιημένο μπλοκ, με συζητήσεις πλέον ακόμη και για κοινά «αμυντικά ομόλογα». Οι ανάγκες για υγεία, ενέργεια και εισόδημα περνούν σε δεύτερη μοίρα.
Ρωγμές και υποκρισία
Η εξαίρεση χωρών όπως η Ουγγαρία, η Τσεχία και η Σλοβακία δείχνει ότι η περίφημη «ευρωπαϊκή ενότητα» στηρίζεται όλο και περισσότερο σε πιέσεις και συμβιβασμούς, όχι σε πραγματική συναίνεση. Παρά τις διαφωνίες, η γραφειοκρατία των Βρυξελλών προχωρά, αγνοώντας τις κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες.
Ο λογαριασμός έρχεται
Η στρατηγική είναι σαφής: περισσότερα δάνεια, περισσότερα όπλα, περισσότερος πόλεμος. Το ερώτημα δεν είναι αν θα πληρώσουν οι Ευρωπαίοι, αλλά πόσο και για πόσο ακόμη. Σε μια περίοδο υψηλού πληθωρισμού, πιεσμένων προϋπολογισμών και κοινωνικής κόπωσης, η επιλογή της ΕΕ –με τη σιωπηρή συναίνεση κυβερνήσεων όπως της Ελλάδας– μοιάζει λιγότερο με πολιτική ανάγκη και περισσότερο με επικίνδυνη εμμονή.
Η Ευρώπη δανείζεται για να πολεμά, όχι για να ζει καλύτερα. Και αυτός είναι ένας λογαριασμός που αργά ή γρήγορα θα ζητηθεί από τους πολίτες να πληρώσουν.







Αυτό ακριβώς εννοείται ότι ούτε η Ουγγαρία και η Σλοβακία θέλουν να χρηματοδοτήσουν την γείτονα Ουκρανία με τα 210 δις ευρώ των Ρώσων, με αυτά δεν παίζουν αν δεν έχουν χρήματα στην Ευρώπη ας εκδώσουν οι 24 χώρες ευρωομόλογα πολέμου…
…..όλα στάχτη ο Ρώσος