Σκηνές που μαρτυρούν κοινωνική εγκατάλειψη εκτυλίσσονται διαρκώς στον Βόλο, με πρωταγωνίστρια μια μονογονεϊκή οικογένεια που έχει βρει καταφύγιο -ή μάλλον, προσωρινό «σπίτι»- στις εγκαταστάσεις του Υπεραστικού ΚΤΕΛ στη Μαγνησία και, εναλλακτικά, στο Τουριστικό Κέντρο Πληροφόρησης της πόλης.
Μια 67χρονη μητέρα και ο 45χρονος γιος της ζουν στον δρόμο εδώ και ενάμιση χρόνο, επιλέγοντας μια ζωή ακραίας φτώχειας, απομονωμένοι, αλλά αξιοπρεπείς μέσα στην ανέχεια τους.
Η ζωή στα παγκάκια και τα σκαλοπάτια
Η καθημερινότητα της οικογένειας εκτυλίσσεται ανάμεσα στα παγκάκια του σταθμού και τα σκαλοπάτια του τουριστικού κέντρου. Χειμώνα-καλοκαίρι, το κρύο και ο καύσωνας αντιμετωπίζονται με τα ίδια λιγοστά μέσα: μερικά ρούχα, συχνά εκτός εποχής, μερικές πλαστικές σακούλες, και ένα καροτσάκι από σούπερ μάρκετ που περιέχει όλη τους την περιουσία.
Τις πρόσφατες μέρες του παρατεταμένου καύσωνα, η 67χρονη βρήκε προσωρινό καταφύγιο κάτω από την ομπρέλα του ΚΤΕΛ, ενώ φορούσε ακόμη χειμωνιάτικα και απέφευγε κάθε ανθρώπινη επαφή. Η απάντηση που δίνει σε όποιον τη ρωτήσει για την κατάστασή της είναι πάντα η ίδια: «Έχουμε δουλειές».
Αρνούνται κάθε βοήθεια
Παρότι είναι πρόδηλο πως αντιμετωπίζουν εξαιρετικά σοβαρά προβλήματα επιβίωσης, η οικογένεια αρνείται κάθε μορφή ουσιαστικής βοήθειας. Σύμφωνα με πληροφορίες, από την πρώτη στιγμή που εντοπίστηκε η κατάστασή τους, υπήρξε κινητοποίηση του Δήμου Βόλου, της Δημοτικής Αστυνομίας, της ΕΛ.ΑΣ. και κοινωνικών υπηρεσιών. Όμως, οι παρεμβάσεις δεν απέδωσαν αποτέλεσμα, καθώς η οικογένεια επιμένει να ζει με τους δικούς της όρους, μακριά από συστήματα στήριξης.
Παρά την άρνησή τους να ενταχθούν σε κάποια δομή ή να αποκαλύψουν προσωπικά δεδομένα, υπάλληλοι του ΚΤΕΛ και ευαισθητοποιημένοι πολίτες φροντίζουν καθημερινά για ένα πιάτο φαγητό και ένα μπουκάλι νερό. Είναι άνθρωποι που τους βλέπουν καθημερινά και έχουν αποκτήσει μια «σιωπηλή» σχέση εμπιστοσύνης μαζί τους, χωρίς όμως να παραβιάζουν τα αυστηρά όρια που έχουν θέσει η μητέρα και ο γιος.
Δεν ζητιανεύουν, δεν ενοχλούν, απλώς υπάρχουν
Ήσυχοι, λιγομίλητοι και διακριτικοί, δεν ζητούν χρήματα, ούτε ζητούν βοήθεια, παρά μόνο προσπαθούν να επιβιώσουν στο περιθώριο, δίχως να «ενοχλούν» την υπόλοιπη πόλη. Οι άνθρωποι που εργάζονται στο ΚΤΕΛ τούς έχουν πλέον συνηθίσει – είναι κομμάτι της καθημερινότητας, ένα γνώριμο πρόσωπο της αθέατης φτώχειας που, αν και παρούσα, παραμένει αόρατη.
Ωστόσο, η εικόνα τους παραμένει για όλους μια βίαιη υπενθύμιση ότι το κοινωνικό κράτος δεν φτάνει παντού. Η μοναξιά, η απόσυρση, η σιωπή τους, είναι και σήμα κινδύνου για όσους μπορούν και θέλουν να δουν πίσω από τη βιτρίνα της καθημερινότητας.
Η ΜΟΝΗ ΛΥΣΗ ΕΙΝΑΙ Ο ΘΕΡΜΟΠΥΡΗΝΙΚΟΣ ΟΛΕΘΡΟΣ ΑΜΕΣΩΣ
αυτο συμβαινει σε μια πολη της επαρχιας….
καθημερινα και περισσοτερα παραδειγματα δειτε κτελ στα λιοσια και οσε και αντιστοιχα της θεσσαλονικης αλλα τα βοθροκαναλα δειχνουν τα πραγματικα σκουπιδια που γινονται εμπορευματα με κερδη…….