Η Μίσα και οι λύκοι: Η απάτη πίσω από μία ιστορία για το ολοκαύτωμα στο Netflix

Κοινοποίηση:
misa

Η ιστορία αρχίζει στην Αμερική όπου σήμερα ζει, σε μεγάλη ηλικία, μαζί με τον άντρα της και πολλές γάτες η Μίσα. Όλοι στην γειτονιά γνωρίζουν την ζωή της και είναι ένας από τους λόγους που την συμπονούν και της συμπαραστέκονται, όχι μόνο ψυχολογικά αλλά και οικονομικά. Το ίδιο κάνουν και τα μέλη της Εβραϊκής Συναγωγής της περιοχής που την άκουσαν να μιλά δημόσια για το δράμα  της.

Το 1942, σε ηλικία επτά ετών, βγαίνοντας από το σχολείο της στο Βέλγιο, άγνωστοι την άρπαξαν και την πήγαν σε μία οικογένεια. Μία οικογένεια καθολικών στην οποία, όπως περιγράφει η ίδια, δεν την αγαπά και δεν την θέλει κανείς. Ο αγρότης παππούς της οικογένειας, της αποκαλύπτει ότι οι γονείς της, ως εβραίοι, έχουν απελαθεί στην Γερμανία. Μάλιστα, της δείχνει στον χάρτη που βρίσκεται η Γερμανία σε σχέση με τις Βρυξέλλες.

Έτσι ξεκινά το ταξίδι της Μίσα που περπατώντας για ολόκληρους μήνες, προσπαθεί να βρει τους γονείς της. Σε αυτήν την ατέλειωτη διαδρομή, θα κλέψει φαγητό για να επιβιώσει, θα την κυνηγήσουν και θα φτάσει στο σημείο να σκοτώσει έναν άνδρα που βιάζει μέσα στο δάσος ένα μικρό κορίτσι. Συνοδοιπόροι της σε όλο το ταξίδι είναι μία αγέλη λύκων που την ακολουθεί, την προστατεύει και έχει αναπτύξει μαζί τους μία ιδιαίτερη σχέση. Μέχρι σήμερα, όπως διηγείται, δεν ξέρει ποιο είναι το πραγματικό επώνυμό της και θυμάται μόνο το επίθετο της οικογένειας των De Waele, το σπίτι των οποίων είχε αφήσει πίσω της για να βρει τους γονείς της.

Το βιβλίο

Η ιδιοκτήτρια ενός μικρού εκδοτικού οίκου που ζει κοντά στην περιοχή που μένει σήμερα η Μίσα στην Αμερική, μαθαίνει από τις κοινές φίλες την ιστορία της και σε αυτήν βλέπει μία σανίδα οικονομικής σωτηρίας. Προτείνει στην Μίσα την έκδοσή της σε βιβλίο και καταφέρνει να την πείσει δύο χρόνια μετά την πρώτη πρότασή της. Το βιβλίο τυπώνεται το 1997 υπό τον τίτλο « Η Μίσα και οι λύκοι» , μεταφράζεται και κυκλοφορεί σε πολλές γλώσσες και αρχίζει να γνωρίζει επιτυχία σε τέτοιο βαθμό που η Disney εξέφρασε το ενδιαφέρον της ώστε να γίνει και ταινία. Ενδιαφέρον έδειξε και η εκπομπή της Opra Winfrey που ξεκίνησε γυρίσματα για την προβολή της ιστορίας.

Όλοι όμως αποσύρουν το ενδιαφέρον τους, όταν μαθαίνουν ότι η Μίσα μήνυσε την εκδότρια για οικονομικούς λόγους. Η υπόθεση έφτασε στα δικαστήρια, η Μίσα πήρε όλα τα δικαιώματα και στην εκδότρια επιβλήθηκε ως ποσό αποζημίωσης προς την Μίσα τα 22,5 εκατ. δολάρια. Στο ντοκιμαντέρ του Netflix, η εκδότρια Jane Daniel περιγράφει πώς οι ένορκοι και ολόκληρο το δικαστήριο γοητεύτηκε και παράλληλα συγκινήθηκε από την ιστορία της Μίσα, καταλήγοντας σε μία απόφαση που θα της κατέστρεφε τη ζωή.

Η έρευνα

Αναζητώντας διάφορα έγγραφα, η εκδότρια, διαπιστώνει ότι κάτι δεν πάει καλά με το όνομα της Μίσα αλλά και με τα ονόματα των φυσικών γονέων της. Ανοίγει ένα μπλογκ στο διαδίκτυο, γράφει για τις αμφιβολίες της και τότε δέχεται ένα μήνυμα από μία γενεαλόγο που επίσης βρίσκει κενά στην ιστορία. Οι δύο γυναίκες καταλήγουν στην συνεργασία με μία γενεαλόγο στις Βρυξέλλες που, κατά σύμπτωση, είναι Εβραία και σώθηκε από το ολοκαύτωμα στο Άουσβιτς.

Στο μεταξύ, το βιβλίο γίνεται ανάρπαστο, ειδικά στην Γαλλία όπου μία καθηγήτρια ψυχολογίας καλεί την Μίσα να παραστεί σε εκδηλώσεις, να βγει σε τηλεοπτικές εκπομπές με μεγάλη τηλεθέαση και να μιλήσει σε κόσμο. Η ιστορία «απογειώνεται» όταν τελικά γίνεται ταινία με τίτλο « Παρέα με τους λύκους» και κάνει πρεμιέρα στο Παρίσι.

Η Ερευνήτρια ανακαλύπτει την εκκλησία που βαπτίστηκε η Μίσα και στις καταχωρήσεις βλέπει ότι δεν υπάρχει Μίσα αλλά η Monique De Waele , δηλαδή το επώνυμο της φυσικής οικογένειάς της και όχι της ανάδοχης, όπως εκείνη ισχυριζόταν. Το ίδιο όνομα βρήκε και στο σχολείο της περιοχής. Το νήμα των αποκαλύψεων έπιασε ένας Γάλλος δημοσιογράφος που βρήκε την θεία της Μίσα ή αλλιώς Μονίκ η οποία επιβεβαίωσε ότι το κορίτσι δεν είχε φύγει ποτέ από το σπίτι του. Όμως, η επίσκεψη του δημοσιογράφου στην θεία έφερε στο φως και μία ακόμη αποκάλυψη.

Ο πατέρας της Μονίκ-Μίσα είχε μπει ενεργά στην αντίσταση κατά των Ναζί, με μεγάλη δράση. Όπως σήμερα λένε όσοι τον γνώριζαν, μιλούσε πολύ και έτσι οδηγήθηκε στην σύλληψη του από τους Γερμανούς που έστειλαν τόσο αυτόν όσο και την γυναίκα του στις φυλακές της Κολωνίας. Εκεί, συμφώνησε να καταδώσει 42 συντρόφους του αντιστασιακούς με αντάλλαγμα τη ζωή της γυναίκας του αλλά και να δει για μία τελευταία φορά την κόρη του Μονίκ. Έτσι, οι σύντροφοί του εκτελέστηκαν, ο ίδιος και η γυναίκα του πέθαναν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης και η Μονίκ έμεινε πίσω ως « η κόρη του προδότη».

Μετά τις αποκαλύψεις, η Μίσα-Μονίκ, παραδέχθηκε ότι η ιστορία της είναι ψεύτικη και ζήτησε συγγνώμη. Στο ντοκιμαντέρ του Netflix όμως, φαίνεται να βάζει τα πράγματα στη θέση τους η ιστορικός του ολοκαυτώματος που αποκαλύπτει ότι πριν από την έκδοση του βιβλίου, όταν η εκδότρια της έστειλε την ιστορία, της απάντησε ότι δεν στέκει, λέγοντας χαρακτηριστικά «Εγώ δεν θα την εξέδιδα».

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: