Του Leonid Bershidsky
Οι νέες πιέσεις για μια «Ευρώπη πολλών ταχυτήτων» την οποία επιδιώκουν μόνο οι χώρες που επιθυμούν μια στενότερη ένωση, θα τροφοδοτήσει σχεδόν αναπόφευκτα τη δυσαρέσκεια στην Ανατολική Ευρώπη, όπου οι πολιτικοί έχουν ήδη ξεσηκωθεί επειδή αντιμετωπίζονται ως δεύτερης κατηγορίας Ευρωπαίοι.
Η μάχη για την ποιότητα των τροφίμων είναι ενδεικτική της δυσαρέσκειας αυτής. Οι τέσσερις του Βίσεγκραντ -Πολωνία, Τσεχία, Σλοβακία και Ουγγαρία- προσπαθούν τώρα να πείσουν την Ευρωπαϊκή Ένωση να αναγνωρίσει ότι ορισμένα μέλη δεν αντιμετωπίζονται ισάξια με τα υπόλοιπα, όταν πρόκειται για το τι τρώνε.
Τους τελευταίους μήνες, η Σλοβακία και η Ουγγαρία έκαναν ελέγχους σε μια σειρά επώνυμων προϊόντων και διαπίστωσαν ότι σε πολλές περιπτώσεις οι πολυεθνικές εταιρείες που τα παράγουν κάνουν «εκπτώσεις» στα συστατικά που χρησιμοποιούν στα προϊόντα που πωλούνται στην Ανατολική Ευρώπη, αντικαθιστώντας τα ζωικά λίπη με φυτικά, μειώνοντας την περιεκτικότητα σε κρέας και ψάρι, προσθέτοντας γλυκαντικές ουσίες αντί για ζάχαρη, τεχνητές γεύσεις αντί για φρούτα και φοινικέλαιο αντί ηλιελαίου. Οι Sprite που πωλούνται στην Τσεχική Δημοκρατία περιέχουν τεχνητές γλυκαντικές ουσίες, φρουκτόζη και σιρόπι γλυκόζης, ενώ στη Γερμανία περιέχουν μόνο ζάχαρη.
Το θέμα δεν είναι καινούριο -μελέτες εδώ και χρόνια εντοπίζουν διαφορές στη σύνθεση των επώνυμων προϊόντων που πωλούνται σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες. Οι κατασκευαστές απαντούν ότι οι διαφοροποιήσεις αυτές έχουν σχεδιαστεί για να ικανοποιούν τις τοπικές γευστικές συνήθειες (π.χ. η Τσεχική Sprite είναι πανομοιότυπη με το προϊόν που πωλείται στις ΗΠΑ και την Ισπανία, αλλά πράγματι όχι και στη Γερμανία). Δεν υπάρχει κανένας νόμος που να λέει ότι οι εταιρείες τροφίμων πρέπει να πωλούν το ίδιο ακριβώς προϊόν παντού, ακόμη και αν χρησιμοποιούν πανομοιότυπο branding και συσκευασία. Και η ΕΕ έχει δικαίως αρνηθεί να παρέμβει, λέγοντας ότι οι καταναλωτές που ανησυχούν θα πρέπει να διαβάζουν τις ετικέτες που ρυθμίζονται από την ΕΕ που απαριθμούν τα συστατικά και να μην αγοράζουν ένα προϊόν, αν δεν τους αρέσει αυτό που βλέπουν.
Αλλά το θέμα παραμένει ανοιχτό. Στα τέλη του περασμένου έτους, μια tσεχική δημοσκόπηση διαπίστωσε ότι το 88% των καταναλωτών ανησυχούσαν που πίστευαν ότι τους πουλούσαν προϊόντα κατώτερης ποιότητας, ενώ το 77% διαφώνησε με τα επιχειρήματα των κατασκευαστών. Μερικές οικογένειες της Τσεχίας και της Σλοβακίας δείχνουν τη στάση τους πηγαίνοντας για ψώνια κατά μήκος των συνόρων με την Αυστρία – ακόμη και για τα προϊόντα που οι επίσημες δοκιμές δείχνουν να έχουν τα ίδια συστατικά. Για την λαϊκιστική, ευρω-σκεπτικιστή ουγγρική κυβέρνηση, οι διαφορετικές λίστες συστατικών αποτελούν σκάνδαλο.
Τα διπλά πρότυπα τροφίμων ήταν στην ημερήσια διάταξη του Συμβουλίου Γεωργίας και Αλιείας της ΕΕ αυτή την εβδομάδα. H Ευρωπαία Επίτροπος Vera Jourova, που εκπροσωπεί την Τσεχική Δημοκρατία, έγραψε γι ‘αυτό στα αγγλικά και στα τσέχικα. «Παίρνουμε το θέμα πολύ σοβαρά», έγραψε.
Η ΕΕ μπορεί να κάνει λίγα για την ενοποίηση των προϊόντων. Η υπαγόρευση ότι τα προϊόντα κάτω από την ίδια επωνυμία πρέπει να έχουν την ίδια γεύση και να χρησιμοποιούν τα ίδια συστατικά παντού θα ήταν ακριβώς το είδος της υπερβολικής ρύθμισης από πλευράς ΕΕ για την οποία το μπλοκ συχνά κατηγορείται. Δεν θα λάμβανε επίσης υποψη το νόμιμο επιχείρημα ότι οι εθνικές προτιμήσεις διαφέρουν – και, ναι, και η αγοραστική δύναμη. Οι κατασκευαστές δεν ισχυρίζονται ότι ένα εμπορικό σήμα σημαίνει απόλυτη γεωγραφική ομοιογένεια, έτσι δεν είναι καν ένοχοι για ψευδή διαφήμιση.
Μάλλον οι κυβερνήσεις της Ανατολικής Ευρώπης το καταλαβαίνουν αυτό – τουλάχιστον το έχουν ακούσει πολλές φορές στο παρελθόν. Κι όμως επιμένουν, διότι το θέμα των τροφίμων υποκαθιστά άλλα παράπονα. Στο διάστημα των 25 ετών από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, οι οικονομικές διαφορές μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Ευρώπης δεν έχουν εξαλειφθεί, ούτε καν στο βαθμό που σταθεροποιήθηκαν στη Γερμανία μετά την ενοποίηση της. Στα ανατολικά γερμανικά κρατίδια, ο μέσος μισθός αντιστοιχεί περίπου στα 2/3 του μέσου μισθού των δυτικών κρατιδίων. Καμία χώρα της Ανατολικής Ευρώπης, με εξαίρεση τη Σλοβενία, δεν έχει φτάσει στο ήμισυ του μέσου γερμανικού μισθού. Οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης καταλαμβάνουν τις κορυφαίες 7 θέσεις μεταξύ των χωρών της ΕΕ στην ενδοκοινοτική μετανάστευση. Οι νέοι εγκαταλείπουν τη Ρουμανία, την Πολωνία, την Ουγγαρία, τη Σλοβακία και τα κράτη της Βαλτικής σε αναζήτηση καλύτερης εργασίας και πιο χρήσιμων πανεπιστημιακών πτυχίων.
Η Δυτική Ευρώπη προσπαθεί να βελτιώσει τα πράγματα. Τα ανατολικά μέλη της είναι οι «καθαροί» αποδέκτες του μεγαλύτερου μέρους της χρηματοδότησης της ΕΕ. Παρολ’αυτά, υπάρχουν ακόμη μεγάλες διαφορές. Και, σε μικροοικονομικό επίπεδο, ένα μεγάλο μέρος της νέας βιομηχανίας που οικοδομήθηκε από όταν οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης προσχώρησαν στην ΕΕ -όπως τα εργοστάσια αυτοκινήτων της Σλοβακίας, η παραγωγή των οποίων αντιπροσωπεύει το 13% του ΑΕΠ της χώρας και πάνω από το 40% της βιομηχανικής παραγωγής της- εξαρτάται από τους σχετικά χαμηλούς μισθούς των Ανατολικοευρωπαίων και έτσι διαιωνίζει την οικονομική ανισότητα.
Με αντάλλαγμα τα οφέλη της συμμετοχής, οι πολίτες της Ανατολικής Ευρώπης έχουν ανεχθεί εδώ και καιρό μία σχετικά περιφρονητική αντιμετώπιση από τα ιδρυτικά μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τώρα, οι εθνικιστικές κυβερνήσεις της Ουγγαρίας και της Πολωνίας θέτουν ένα διαφορετικό παράδειγμα. Η Ουγγαρία προκλητικά επιχείρησε να ορίσει μια συντηρητική ατζέντα για τη μετανάστευση. Η Πολωνία αγνοεί εκκλήσεις της ΕΕ για μεγαλύτερη ανεξαρτησία του δικαστικού συστήματος και των μέσων ενημέρωσης από την κυβέρνηση.
Οι περισσότερες από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης εξακολουθούν να έχουν τα δικά τους νομίσματα. Μερικές από αυτές, παρά την ένταξη στην ΕΕ, έχουν διατηρήσει το μετα-κομμουνιστικό ολιγαρχικό οικονομικό μοντέλο. Έτσι είναι πολύ πιθανό ότι εάν η Ευρώπη υιοθετήσει επίσημα μία μορφή πολλαπλών ταχυτήτων, θα παραμείνουν στη βαθμίδα χαμηλής ταχύτητας, επιβραδύνοντας το φιλοδυτικό momentum που αναπτύχθηκε τη δεκαετία του 2000. Ίσως αυτό είναι το δίκαιο: τα επίσημα κριτήρια διεύρυνσης της ΕΕ υποτίμησαν την κομμουνιστική κληρονομιά της Ανατολής.
Θα χρειαστεί πρώτα μια ισχυρή ώθηση στην κατεύθυνση της στενότερης ένωσης από τον πυρήνα της ΕΕ, προτού οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης αρχίσουν να ανησυχούν μήπως μείνουν πίσω. Σε αυτό το σημείο, οι Ανατολικοευρωπαίοι κρατούν κακία. Μέσω της γκρίνιας για τα συστατικά των τροφίμων, προσπαθούν να πουν στην υπόλοιπη ΕΕ κάτι πολύ πιο σημαντικό -κάτι που λίγοι άνθρωποι στο Βερολίνο, το Παρίσι, τη Ρώμη, τη Μαδρίτη και τις Βρυξέλλες έχουν όρεξη να ακούσουν.






