Λ. Κωνσταντάρας: Αθεράπευτος ζεν πρεμιέ. Λιποτάκτησε κολυμπώντας και έστησε τη νύφη στην εκκλησία για την ΑΕΚ. «Είσαι γεννημένος κερατάς» του είπε η πρωτη του γυναίκα και του πέταξε τα πράγματα στο δρόμο!

Κοινοποίηση:
LABROS3

Ο Κωνσταντάρας γεννήθηκε στην οδό Πλουτάρχου 13 στο Κολωνάκι στις 13 Μαρτίου 1913, σε οικογένεια με καταγωγή από την Κωνσταντινούπολη. Αδερφή του ήταν η ηθοποιός Μίτση Κωνσταντάρα. Το 1930 κατατάχθηκε μετά από επιμονή της οικογένειάς του και χωρίς την δική του θέληση στην Σχολή Υπαξιωματικών Ναυτικού στην Κέρκυρα, από όπου τελικά δραπέτευσε κολυμπώντας. Γλύτωσε το Στρατοδικείο μετά από ενέργειες της οικογένειάς του.

Για τη θεατρική του παρουσία, χαρακτηρίστηκε ως ένας «υπέροχος ηθοποιός ρυθμού (που) είχε σπάνια αίσθηση του θεατρικού χρόνου…. (με) τέλεια κατοχή των εκφραστικών μέσων». Γνωστός στο ευρύ κοινό όμως έγινε μέσα από τους ρόλους του στον κινηματογράφο. Διακρίθηκε στο ρόλο του ώριμου, πλούσιου και γυναικά (Ο άνθρωπος που έσπαγε πλάκα, Η Βίλα των Οργίων, Τι 30, τι 40, τι 50 κλπ.) ή του «πατέρα» αρκετών γνωστών σταρ της εποχής (Η Αλίκη στο Ναυτικό, Χτυποκάρδια στο θρανίο, Υιέ μου, υιέ μου κλπ). Παντρεύτηκε σε πρώτο γάμο την ηθοποιό Γιούλη Γεωργοπούλου το 1945, με την οποία απέκτησε ένα γιό, τον δημοσιογράφο και βουλευτή Δημήτρη Κωνσταντάρα, ο οποίος του χάρισε δυο εγγόνια, την Παυλίνα το 1974 και τον Λάμπρο το 1979 και σε δεύτερο γάμο τη Φιλιώ Κεκάτου το 1971. Τα τελευταία χρόνια τα πέρασε στην Βάρκιζα. Πέθανε στο «Ασκληπιείο» τηςΒούλας στις 28 Ιουνίου 1985. Νωρίτερα (1978 και 1983) είχε υποστεί δύο εγκεφαλικά επεισόδια. Κηδεύτηκε στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών.

Ο πρώτος μεγάλος έρωτας

Τον χειμώνα του 1940-41, ο Λάμπρος γνωρίζει και ερωτεύεται την Γιούλη Γεωργοπούλου, παίζοντας σε μία κωμωδία του Αλέκου Λιδωρίκη με τίτλο «Μία ζωή είναι αυτή». Έως τότε, οι σχέσεις του ήταν εφήμερες. Για αυτή την κοπέλα με τα υπέροχα μάτια διαισθάνεται όμως πως τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η Γιούλη ήταν μία νέα ηθοποιός με καταπράσινα μάτια και υπέροχα ξανθά μαλλιά. Τελειόφοιτη του Βασιλικού Θεάτρου θεωρήθηκε εξαιρετικό ταλέντο και περιζήτητη στους θιάσους εκείνης της εποχής. Ο τρελός έρωτας της όμως για τον Λάμπρο, της περιόρισε τις καλλιτεχνικές της ανησυχίες και λίγα χρόνια αργότερα εγκατέλειψε το θέατρο. Από τη μία η γερμανική κατοχή από την άλλη η φτώχεια έφεραν τους δύο νέους πιο κοντά. Μετά από τις παραστάσεις στο θέατρο «Βρετάνια» στο Σύνταγμα επέστρεφαν με τα ποδιά στου Ζωγράφου. Μέσα στο κρύο και στο φόβο μην τυχόν και τους δει κανένας Γερμανός, καθώς η κυκλοφορία απαγορευόταν εκείνες τις ώρες. Ο Λάμπρος ήθελε να προστατέψει τη Γιούλη από τους φόβους, τους κινδύνους και τις κακουχίες της Κατοχής. Οι δυσκολίες εκείνης της εποχής σφυρηλάτησαν έναν μεγάλο έρωτα και μία δυνατή σχέση, με πολλές όμως εκρήξεις και συγκρούσεις αλλά και βαθιά αγάπη. Οι καυγάδες του ζευγαριού ήταν ιστορικοί.

kalouta-labros1

Ο Λάμπρος ζήλευε πολύ τη Γιούλη.

 

Σαν νέα είχε τις κατακτήσεις της και αυτό τον ενοχλούσε. Ήθελε την κοπέλα του να μην την μοιράζεται με κανέναν, να ανήκει αποκλειστικά σε εκείνον. Την αδυναμία του αυτή την είχαν καταλάβει πολλοί συνάδελφοι του και συχνά τον πείραζαν. Ο Λάμπρος ήταν κατά του γάμου, των παιδιών και της οικογένειας. Η Γιούλη όμως σήμαινε για αυτόν κάτι διαφορετικό. Γι΄ αυτό αποφάσισε στις 9 Δεκεμβρίου του 1945 να την παντρευτεί. Στην εκκλησία όμως, έστησε τη νύφη για μία ώρα γιατί άκουγε τον αγώνα της ΑΕΚ, της οποίας ήταν φανατικός οπαδός. Μάλιστα όταν έφτασε ήταν φανερά εκνευρισμένος γιατί η αγαπημένη του ομάδα είχε χάσει. «Νόμιζα κάποια στιγμή θα βάλεις μυαλό. Εσύ όμως είσαι γεννημένος κερατάς. Τέτοιο γάμο δεν θέλω». Το πρόβλημα για τον Λάμπρο ήταν οι γυναίκες. Δεν μπορούσε να αντισταθεί εύκολα σε μία γυναίκα. Δεν ανεχόταν όμως την καταπίεση. Μετά τον γάμο τους, οι προστριβές κορυφώθηκαν. Η Γιούλη, έχοντας αποκτήσει παιδί μαζί του δεν ανεχόταν τις ερωτικές του περιπέτειες. Όπως είπε στη «Μηχανή του Χρόνου» ο Δημήτρης Κωνσταντάρας, «ερωτεύτηκαν γρήγορα, πολύ σύντομα παντρεύτηκαν, το ίδιο σύντομα αποφάσισαν ότι δεν κάνουν μεταξύ τους και το ίδιο σύντομα χώρισαν». Καλουτά. Η πέτρα του σκανδάλου Αφορμή για τον χωρισμό του ζευγαριού ήταν ο μεγάλος έρωτας του Λάμπρου Κωνσταντάρα για την Άννα Καλουτά. Ένα βράδυ η Γιούλη ήταν έξαλλη και ο Λάμπρος δεν μιλούσε καθόλου. Εξοργισμένη από τη σιωπή του, του είπε να φύγει από το σπίτι. Εκείνος στην προσπάθεια του να την ηρεμήσει της ζήτησε να προσπαθήσουν να μείνουν μαζί και να φτιάξουν τα πράγματα. Εκείνη θύμωσε περισσότερο, άρπαξε μία βαλίτσα, έριξε μέσα πρόχειρα μερικά πράγματα του, άνοιξε την πόρτα, πέταξε έξω την βαλίτσα και του είπε: «Νόμιζα κάποια στιγμή θα βάλεις μυαλό. Εσύ όμως είσαι γεννημένος κερατάς. Τέτοιο γάμο δεν θέλω». Ο Λάμπρος άνοιξε την πόρτα, έφυγε με σκυμμένο κεφάλι. Το ίδιο βράδυ γυρίζοντας βρήκε τα πράγματα στην ίδια θέση και την εξώπορτα κλειδωμένη.

Konstantaras-Kalouta2

Ο φλογερός έρωτας με την Άννα Καλουτά

Με την Άννα Καλουτά γνωρίζονταν από τον πόλεμο του 40’, τότε που εκείνη τον είχε πρωτοσυναντήσει τραυματισμένο σε ένα νοσοκομείο. Από εκεί έγιναν φίλοι, μετά συνεργάτες στο θέατρο και στη συνέχεια αναπτύχθηκε μεταξύ τους ένας φλογερός έρωτας. Για την Άννα, ο Κωνσταντάρας ήταν ένας σωστός άρχοντας, το όνειρο κάθε γυναίκας. Δεν μπορούσε να αντισταθεί στη γοητεία του. Μεταξύ τους αναπτύχθηκε μια πολύ δυνατή σχέση. Όπως εκμυστηρεύτηκε ο Δημήτρης Κωνσταντάρας στη «Μηχανή του Χρόνου»: «Μία μέρα με φώναξε η Καλουτά σπίτι της. Μου είπε λοιπόν πως δεν ήταν αυτή η πέτρα του σκανδάλου για τον χωρισμό του Λάμπρου από τη γυναίκα του.Μου είπε πως με τον πατέρα σου ερωτευτήκαμε παράφορα, δεν μπορούσαμε να ζήσουμε μακριά ο ένας από τον άλλον. Ήταν έναν μεγάλος έρωτας και σε έναν μεγάλο έρωτα οι μικρότεροι έρωτες συνήθως υποχωρούν».

Η σχέση του Λάμπρου Κωνσταντάρα με την Άννα Καλουτά κράτησε από το 1949 μέχρι το 1954. Από τη μία ο δύσκολος χαρακτήρας του, από την άλλη τα συχνά ταξίδια τους σε περιοδείες έφθειραν την σχέση τους με αποτέλεσμα τον χωρισμό τους….

 

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: