Οι επιστήμονες γνωρίζουν εδώ και χρόνια ότι το στρες μπορεί να επηρεάσει τον πόνο, αλλά νέα διεθνής μελέτη δείχνει ότι ο θυμός και το αίσθημα αδικίας έχουν ακόμη μεγαλύτερη σημασία στη διάρκεια και στην ένταση του χρόνιου πόνου.
Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο The Journal of Pain, περιέλαβε περισσότερους από 700 ασθενείς με χρόνιο πόνο διαφόρων αιτιών. Οι ερευνητές από τα Πανεπιστήμια Stanford, Βοστώνης και Ίνσμπρουκ χρησιμοποίησαν μια προηγμένη μέθοδο ανάλυσης για να εντοπίσουν τέσσερα διαφορετικά προφίλ θυμού, ανάλογα με το πώς οι άνθρωποι βιώνουν, εκφράζουν και διαχειρίζονται το θυμό τους, καθώς και το αίσθημα αδικίας που νιώθουν.
Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά: οι ασθενείς με υψηλά επίπεδα θυμού σε συνδυασμό με έντονο αίσθημα αδικίας παρουσίασαν τη χειρότερη εικόνα πόνου, με μεγαλύτερη ένταση, εκτεταμένες ενοχλήσεις στο σώμα και σοβαρότερη συναισθηματική επιβάρυνση. Αντίθετα, όσοι μπορούσαν να διαχειρίζονται τον θυμό τους είχαν σημαντικά καλύτερη πορεία.
Ο Δρ. Gadi Gilam, επικεφαλής της μελέτης, εξηγεί ότι ο θυμός δεν είναι από μόνος του επιβλαβής. «Όταν ρυθμίζεται σωστά, μπορεί να συμβάλει στη συναισθηματική ισορροπία και στις σχέσεις. Όταν όμως συνδυάζεται με αίσθημα αδικίας, παγιδεύει τον ασθενή σε έναν φαύλο κύκλο ψυχικής και σωματικής οδύνης», σημειώνει.
Παρακολούθηση 242 ασθενών για πέντε μήνες έδειξε ότι τα προφίλ θυμού μπορούν να προβλέψουν την πορεία του πόνου, ανεξάρτητα από άγχος ή κατάθλιψη. Αυτό ανοίγει το δρόμο για πρώιμους δείκτες κινδύνου, ώστε οι γιατροί να εντοπίζουν εγκαίρως ποιοι ασθενείς διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο σοβαρού χρόνιου πόνου.
Η μελέτη υπογραμμίζει τη σημασία θεραπειών που στοχεύουν στη συναισθηματική πλευρά του πόνου, όπως η Θεραπεία Συναισθηματικής Επίγνωσης και οι παρεμβάσεις βασισμένες στη συμπόνια. Όπως σημειώνει ο Δρ. Gilam, η αντιμετώπιση του χρόνιου πόνου αφορά όχι μόνο το σώμα, αλλά και την ψυχή, καθιστώντας την συναισθηματική διαχείριση κρίσιμο μέρος της θεραπείας.






