Οι ιδιοκτήτες ακινήτων που δεν εισέπραξαν μισθώματα εντός του 2025, έχουν τη δυνατότητα να αποφύγουν τη φορολόγηση αν ακολουθήσουν συγκεκριμένη διαδικασία μέχρι την προθεσμία υποβολής της φορολογικής δήλωσης.
Η διαδικασία προβλέπει ότι τα ανείσπρακτα ενοίκια δηλώνονται ως τέτοια, υπό την προϋπόθεση ότι ο εκμισθωτής έχει ήδη κινηθεί νομικά κατά του μισθωτή.
Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να έχει εκδοθεί διαταγή πληρωμής ή διαταγή απόδοσης μισθίου, ή δικαστική απόφαση αποβολής ή επιδίκασης μισθωμάτων.
Εναλλακτικά, μπορεί να έχει ασκηθεί αγωγή αποβολής ή επιδίκασης, αρκεί να υπάρχει αποδεικτικό επίδοσης.
Σε περιπτώσεις όπου η αγωγή αναφέρει ότι διεκδικούνται μισθώματα μέχρι την εκδίκασή της, γίνεται δεκτή ως δικαιολογητικό, με την προϋπόθεση ότι συνοδεύεται από υπεύθυνη δήλωση που ορίζει με ακρίβεια το διάστημα της οφειλής.
Αν ο μισθωτής έχει πτωχεύσει, ο ιδιοκτήτης χρειάζεται να υποβάλει μόνο αντίγραφο του πίνακα αναγγελίας χρεών, όπου εμφανίζεται η σχετική απαίτηση.
Για την αναγνώριση ως ανείσπρακτων των μισθωμάτων που αφορούν το διάστημα από την έκδοση απόφασης αποβολής ή διαταγής απόδοσης μέχρι την εκτέλεσή τους, απαιτείται υπεύθυνη δήλωση του εκμισθωτή και η έκθεση αποβολής και εγκατάστασης του δικαστικού επιμελητή, η οποία βεβαιώνει ότι κανένα ποσό δεν έχει καταβληθεί.
Όλα τα δικαιολογητικά πρέπει να προσκομιστούν στην αρμόδια ΔΟΥ, όπου και ελέγχονται πριν από την υποβολή της φορολογικής δήλωσης.
Τα ανείσπρακτα ενοίκια καταχωρίζονται στους κωδικούς 125-126 του Ε1.
Αντίστοιχα, ποσά που είχαν δηλωθεί ως ανείσπρακτα την προηγούμενη χρονιά και τελικά εισπράχθηκαν το 2024, δηλώνονται στο Ε2 και μεταφέρονται στον αντίστοιχο υποπίνακα ανά κατηγορία ακινήτου.
Η αυστηρή τήρηση της διαδικασίας είναι κρίσιμη, καθώς η μη έγκαιρη νομική ενέργεια συνεπάγεται ότι τα ενοίκια λογίζονται ως εισόδημα και φορολογούνται με συντελεστές που φτάνουν έως και το 45%, ακόμη κι αν δεν έχουν εισπραχθεί.





