Οι Ηνωμένες Πολιτείες χαρακτήρισαν το Cartel de los Soles – μια ομάδα που, όπως ισχυρίζονται, ηγείται ο πρόεδρος της Βενεζουέλας, Νικολάς Μαδούρο, και ανώτερα στελέχη της κυβέρνησής του – ως ξένη τρομοκρατική οργάνωση.
Ο χαρακτηρισμός μιας οργάνωσης ως τρομοκρατικής ομάδας παρέχει στις αμερικανικές αρχές επιβολής του νόμου και στις στρατιωτικές υπηρεσίες ευρύτερες εξουσίες για να την στοχεύσουν και να την εξαρθρώσουν, σημειώνει το BBC.
Τους τελευταίους μήνες, οι ΗΠΑ έχουν εντείνει την πίεση στον Μαδούρο, υποστηρίζοντας ότι η κυβέρνησή του είναι παράνομη, μετά τις εκλογές του περασμένου έτους, οι οποίες θεωρήθηκαν ευρέως ως νοθευμένες. Ο χαρακτηρισμός αυτός τους παρέχει ένα επιπλέον μέσο για να αυξήσουν την πίεση.
Ωστόσο, έχουν τεθεί ερωτήματα σχετικά με το αν το Cartel de los Soles υπάρχει πραγματικά και το υπουργείο Εξωτερικών της Βενεζουέλας έχει «κατηγορηματικά, σθεναρά και απολύτως απορρίψει» τον χαρακτηρισμό, τον οποίο περιγράφει ως «νέο και γελοίο ψέμα».
Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι ο υπουργός Εσωτερικών και Δικαιοσύνης της Βενεζουέλας, Diosdado Cabello, το αποκαλεί εδώ και καιρό «επινόηση».
Ο Cabello, ο οποίος φέρεται να είναι ένα από τα υψηλόβαθμα μέλη του καρτέλ, έχει κατηγορήσει αξιωματούχους των ΗΠΑ ότι το χρησιμοποιούν ως δικαιολογία για να στοχοποιήσουν όσους δεν τους αρέσουν.
«Όποτε κάποιος τους ενοχλεί, τον ονομάζουν αρχηγό του Cartel de los Soles», δήλωσε τον Αύγουστο.
Ο Γκουστάβο Πέτρο, ο αριστερός πρόεδρος της γειτονικής Κολομβίας, έχει επίσης αρνηθεί την ύπαρξη του καρτέλ.
«Είναι η φανταστική δικαιολογία της ακροδεξιάς για να ανατρέψει κυβερνήσεις που δεν τους υπακούουν», έγραψε τον Αύγουστο στο X.
Ωστόσο, το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών επιμένει ότι όχι μόνο υπάρχει, αλλά έχει «διαφθείρει τον στρατό, τις μυστικές υπηρεσίες, το νομοθετικό και το δικαστικό σώμα της Βενεζουέλας».
Εμπειρογνώμονες που συμβουλεύτηκε το BBC λένε ότι η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση.
Ο όρος Cartel de los Soles εμφανίστηκε για πρώτη φορά στις αρχές της δεκαετίας του 1990.
Δημιουργήθηκε από τα μέσα ενημέρωσης της Βενεζουέλας μετά από κατηγορίες για διακίνηση ναρκωτικών εναντίον ενός στρατηγού που ήταν υπεύθυνος για τις επιχειρήσεις δίωξης ναρκωτικών στην Εθνική Φρουρά της Βενεζουέλας και αναφερόταν στο έμβλημα σε σχήμα ήλιου που φορούσαν οι στρατηγοί στις επωμίδες τους για να δείξουν τον βαθμό τους.
Ο Mike LaSusa, εμπειρογνώμονας σε θέματα οργανωμένου εγκλήματος στην Αμερική και αναπληρωτής διευθυντής περιεχομένου στο Insight Crime, αναφέρει ότι ο όρος άρχισε σύντομα να χρησιμοποιείται για όλους τους αξιωματούχους της Βενεζουέλας που είχαν υποτιθέμενες συνδέσεις με τη διακίνηση ναρκωτικών, ανεξάρτητα από το αν οι αξιωματούχοι αυτοί ανήκαν στην ίδια οργάνωση.
Ο Raúl Benítez-Manau, εμπειρογνώμονας σε θέματα οργανωμένου εγκλήματος από το πανεπιστήμιο UNAM του Μεξικού, αναφέρει ότι οι δραστηριότητες της ομάδας ξεκίνησαν στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στις αρχές της δεκαετίας του 1990 ως απάντηση στις εξελίξεις στη γειτονική Κολομβία, τον μεγαλύτερο παραγωγό κοκαΐνης στον κόσμο.
Εκείνη την εποχή, το ισχυρό καρτέλ του Μεντεγίν, με έδρα την ομώνυμη πόλη της Κολομβίας, διαλύθηκε και μια μεγάλη επιχείρηση καταπολέμησης των ναρκωτικών στη χώρα απέφερε καρπούς.
Καθώς οι καθιερωμένες διαδρομές λαθρεμπορίου δέχονταν πιέσεις, ο Benítez-Manau υποστηρίζει ότι το Cartel de los Soles άρχισε να παρέχει εναλλακτικούς τρόπους μεταφοράς κοκαΐνης από την Κολομβία. Στη συνέχεια, ενισχύθηκε κατά τα πρώτα χρόνια της προεδρίας του Ούγκο Τσάβες, του αριστερού προέδρου που ηγήθηκε της Βενεζουέλας από το 1999 μέχρι το θάνατό του το 2013, λέει.
«Ο Τσάβες ήθελε να προκαλέσει τις Ηνωμένες Πολιτείες και διέκοψε κάθε στρατιωτική συνεργασία μεταξύ του στρατού της Βενεζουέλας και των ΗΠΑ», εξηγεί.
Χωρίς την εποπτεία της Αμερικανικής Υπηρεσίας Δίωξης Ναρκωτικών (DEA), «ορισμένοι αξιωματικοί του στρατού της Βενεζουέλας αισθάνθηκαν ελεύθεροι να συνεργαστούν με εγκληματίες», τονίζει ο Benítez-Manau.
Η συμπάθεια του Τσάβες προς τους αριστερούς αντάρτες των Farc της Κολομβίας – οι οποίοι χρηματοδοτούνταν σε μεγάλο βαθμό από το λαθρεμπόριο κοκαΐνης – ήταν ένας άλλος παράγοντας που συνέβαλε στην ανακατεύθυνση μέρους του εμπορίου ναρκωτικών μέσω της Βενεζουέλας, λέει.
Αντιμετωπίζοντας στρατιωτική πίεση στην πατρίδα τους, οι αντάρτες μετέφεραν ορισμένες από τις δραστηριότητές τους στη Βενεζουέλα, γνωρίζοντας ότι ο πρόεδρος της Βενεζουέλας «τους θεωρούσε αριστερούς ιδεολογικούς συμμάχους», εξηγεί.
Ο Γουέσλι Τέιμπορ, πρώην πράκτορας της DEA που εργάστηκε στη Βενεζουέλα, λέει ότι οι Farc όχι μόνο βρήκαν «ένα ασφαλές καταφύγιο στη Βενεζουέλα», αλλά και ότι πολλοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι, «από την αστυνομία των δρόμων μέχρι τη στρατιωτική αεροπορία», σύντομα έγιναν συνεργάτες τους στο εμπόριο ναρκωτικών.
Μαζί, «άρχισαν να πλημμυρίζουν τις ΗΠΑ με εκατοντάδες τόνους κοκαΐνης», υποστηρίζει.
Το Cartel de los Soles, λοιπόν, διαφέρει από άλλα δίκτυα διακίνησης ναρκωτικών στο ότι δεν έχει επίσημη δομή, λέει ο LaSusa.
Δεν είναι μια ομάδα καθαυτή, λέει, αλλά μάλλον «ένα σύστημα διαδεδομένης διαφθοράς».
Προσθέτει ότι έχει τροφοδοτηθεί από την οικονομική κρίση που έχει πλήξει τη Βενεζουέλα υπό τον διάδοχο του προέδρου Τσάβεζ, Νικολάς Μαδούρο.
«Το καθεστώς Mαδούρο δεν μπορεί να προσφέρει στις δυνάμεις ασφαλείας αξιοπρεπές μισθό και, για να διατηρήσει την πίστη τους, τους επιτρέπει να δέχονται δωροδοκίες από εμπόρους ναρκωτικών», αναφέρει ο LaSusa.
Οι αξιωματικοί μεσαίου και κατώτερου βαθμού που ελέγχουν τα βασικά σημεία εισόδου και εξόδου της Βενεζουέλας, όπως τα αεροδρόμια, αποτελούν το Cartel de los Soles, λέει ο Benítez-Manau, καθώς βρίσκονται σε προνομιακή θέση για να διευκολύνουν τη ροή των ναρκωτικών.
Ωστόσο, οι αξιωματούχοι των ΗΠΑ είναι κατηγορηματικοί ότι τα πλοκάμια του Cartel de los Soles φτάνουν στα υψηλότερα επίπεδα της κυβέρνησης Mαδούρο, συμπεριλαμβανομένου του ίδιου του προέδρου.
Οι Aμερικανοί εισαγγελείς ισχυρίστηκαν επίσης ότι, τουλάχιστον από το 1999, το Cartel de los Soles ηγούνταν και διοικούνταν από τον Μαδούρο, τον υπουργό Εσωτερικών Ντιόσνταδο Καμπέλο, τον πρώην αρχηγό της στρατιωτικής αντικατασκοπείας Ούγκο Καρβαχάλ και τον πρώην στρατηγό Κλίβερ Αλκάλα.
Υποστηρίζουν ότι οι πληροφορίες που παρέχονται από πρώην υψηλόβαθμους αξιωματούχους του στρατού της Βενεζουέλας – συμπεριλαμβανομένων των Καρβαχάλ και Αλκάλα – επιβεβαιώνουν τα παραπάνω.
Το 2020, το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ κατηγόρησε τον Μαδούρο και 14 άλλους για συνωμοσία με ένοπλες κολομβιανές ομάδες με σκοπό τη μεταφορά κοκαΐνης στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Μεταξύ των υψηλόβαθμων αξιωματούχων που κατονομάστηκαν ήταν ο υπουργός Άμυνας Βλαντιμίρ Παντρίνο και ο πρώην πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Βενεζουέλας, Μαϊκέλ Μορένο.





