Η ολοκλήρωση του μεγαλύτερου κυβερνητικού κλεισίματος στην ιστορία των ΗΠΑ, το οποίο ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ παρουσίασε ως προσωπική νίκη, συνοδεύτηκε από μια νέα πολιτική καταιγίδα που έχει αναζωπυρώσει το σκάνδαλο γύρω από τον Τζέφρι Έπσταϊν.
Τις τελευταίες ημέρες, η δημοσιοποίηση μιας σειράς ηλεκτρονικών μηνυμάτων από τη Δημοκρατική Πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων έχει αναδείξει ξανά τις αμφιβολίες για τη σχέση του Τραμπ με τον καταδικασμένο χρηματιστή και τις δραστηριότητές του γύρω από την εκμετάλλευση ανηλίκων.
Παρά τις κατηγορίες για τη συμμετοχή του Έπσταϊν σε δίκτυο σεξουαλικής εκμετάλλευσης, ο Τραμπ συνεχίζει να αρνείται κατηγορηματικά κάθε γνώση των δραστηριοτήτων του. Ωστόσο, η δημοσιοποίηση νέων στοιχείων για τον τρόπο με τον οποίο ο Έπσταϊν φέρεται να υποστήριξε ότι ο Τραμπ γνώριζε για τις καταχρήσεις, έχει αναζωπυρώσει το ενδιαφέρον για την υπόθεση. Οι αποκαλύψεις σχετικά με τη σχέση τους ενδέχεται να βλάψουν πολιτικά τον Τραμπ, ιδιαίτερα εν όψει των ενδιάμεσων εκλογών του 2026.
Ο Τραμπ, παρά την επαναλαμβανόμενη άρνησή του για οποιαδήποτε εμπλοκή με τις πράξεις του Έπσταϊν, αντιμετωπίζει όλο και μεγαλύτερες πιέσεις, καθώς συνεχώς αυξάνονται οι φωνές που ζητούν τη δημοσιοποίηση όλων των σχετικών εγγράφων που αφορούν τη σχέση του Έπσταϊν με την αμερικανική πολιτική και οικονομία. Η Βουλή των Αντιπροσώπων έχει ήδη συγκεντρώσει τις υπογραφές για να προχωρήσει σε νομοθεσία που θα απαιτήσει την πλήρη αποκάλυψη των σχετικών αρχείων.
Αν και οι Ρεπουμπλικανοί παραμένουν γενικά πιστοί στον Τραμπ, ορισμένοι εξέχοντες υποστηρικτές του, όπως οι βουλευτές Λόρεν Μπόεμπερτ και Νάνσι Μέις, έχουν διαφοροποιηθεί από τη γραμμή του Λευκού Οίκου και έχουν υπογράψει την πρόταση για πλήρη διαφάνεια γύρω από την υπόθεση. Η αντίσταση αυτή από μέλη του κόμματος του Τραμπ δημιουργεί ανησυχίες για ενδεχόμενη διάσπαση εντός του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, καθώς οι εσωκομματικές αντιφάσεις γίνονται ολοένα και πιο εμφανείς.
Εν τω μεταξύ, ο Λευκός Οίκος επιμένει στην εκδοχή του ότι το σκάνδαλο Έπσταϊν αποτελεί μια προσπάθεια εκτροπής από τις πολιτικές επιτυχίες του Τραμπ, ενώ ο ίδιος ο πρόεδρος έχει επικρίνει τη συνεχιζόμενη συζήτηση γύρω από τον Έπσταϊν, αποκαλώντας την «έναν άνευ αξίας θόρυβο». Ωστόσο, η επιμονή των δημοσιογράφων και της αντιπολίτευσης δείχνει πως το ζήτημα αυτό παραμένει πολιτικά επίκαιρο και δύσκολο για τον Τραμπ να το χειριστεί αποτελεσματικά.
Οι τελευταίες εξελίξεις δείχνουν ότι η υπόθεση Έπσταϊν θα παραμείνει στη δημόσια ατζέντα και ενδεχομένως να προκαλέσει πολιτική ζημιά στον Τραμπ, ιδιαίτερα αν συνεχιστούν οι αποκαλύψεις και αν οι Δημοκρατικοί καταφέρουν να κεντρίσουν την προσοχή των ψηφοφόρων στις επικείμενες εκλογές του 2026.
Reuters






