Μια επαναστατική τεχνολογία που αναπτύχθηκε από επιστήμονες του ΜΙΤ στοχεύει να μεταμορφώσει τη διαδικασία χορήγησης φαρμάκων σε ασθενείς με χρόνιες παθήσεις, όπως η σχιζοφρένεια.
Αυτή η νέα μέθοδος περιλαμβάνει μια κάψουλα που χορηγείται από το στόμα μία φορά την εβδομάδα, εξασφαλίζοντας σταθερή και παρατεταμένη απελευθέρωση του φαρμάκου μέσω του γαστρεντερικού συστήματος. Πρόσφατα, η καινοτομία αυτή δοκιμάστηκε σε μια μη τυχαιοποιημένη κλινική δοκιμή φάσης ΙΙΙ, με τα αποτελέσματα να δημοσιεύονται στο έγκριτο περιοδικό Lancet Psychiatry.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν την κάψουλα για την παροχή ρισπεριδόνης, ενός φαρμάκου που χρησιμοποιείται στη διαχείριση της σχιζοφρένειας, και διαπίστωσαν ότι η εβδομαδιαία χορήγηση διατηρούσε σταθερά επίπεδα του φαρμάκου στον οργανισμό, ελέγχοντας τα συμπτώματα εξίσου αποτελεσματικά με την παραδοσιακή καθημερινή δοσολογία.
Τεχνολογία εμπνευσμένη από το σχήμα αστεριού
Η κάψουλα, που θυμίζει σε μέγεθος μια κοινή πολυβιταμίνη, σχεδιάστηκε ώστε μόλις καταποθεί να επεκτείνεται σε σχήμα αστεριού. Το σχήμα αυτό της επιτρέπει να παραμένει στο στομάχι για έως και επτά ημέρες, απελευθερώνοντας σταδιακά το φάρμακο. Στο τέλος της εβδομάδας, τα επιμέρους τμήματα της κάψουλας αποκολλώνται και αποβάλλονται φυσιολογικά από τον πεπτικό σωλήνα.
«Μετατρέψαμε ένα καθημερινό φάρμακο σε εβδομαδιαίο, με μια από του στόματος τεχνολογία που μπορεί να προσαρμοστεί σε πολλούς τύπους φαρμάκων», εξηγεί ο Giovanni Traverso, συγγραφέας της μελέτης, αναπληρωτής καθηγητής Μηχανολογίας στο ΜΙΤ και γαστρεντερολόγος στο Brigham and Women’s Hospital. Όπως σημειώνει, «η δυνατότητα παροχής σταθερής δόσης φαρμάκου για μεγάλο χρονικό διάστημα διευκολύνει τη συμμόρφωση των ασθενών». Η ανάπτυξη αυτής της τεχνολογίας ξεκίνησε πριν από περισσότερο από μια δεκαετία στο εργαστήριο του Traverso. Το 2016 παρουσιάστηκε η πρώτη εκδοχή, η οποία στη συνέχεια βελτιώθηκε και εξελίχθηκε για να φτάσει στις πρώτες δοκιμές σε ασθενείς με σχιζοφρένεια.
Ελπιδοφόρα αποτελέσματα για τη θεραπεία της σχιζοφρένειας
Η πρόσφατη δοκιμή φάσης ΙΙΙ περιλάμβανε 83 ασθενείς με σχιζοφρένεια σε 5 διαφορετικές περιοχές των Ηνωμένων Πολιτειών. Από αυτούς, 45 ολοκλήρωσαν τη μελέτη 5 εβδομάδων, λαμβάνοντας μία φορά την εβδομάδα την κάψουλα με ρισπεριδόνη. Οι αναλύσεις έδειξαν ότι τα επίπεδα του φαρμάκου στο αίμα παρέμειναν εντός του θεραπευτικού εύρους με λιγότερες διακυμάνσεις σε σχέση με την καθημερινή λήψη.
Παράλληλα, οι ερευνητές κατέγραψαν τα συμπτώματα των ασθενών, τα οποία παρέμειναν σταθερά καθ’ όλη τη διάρκεια της μελέτης, χρησιμοποιώντας την κλίμακα PANSS (Positive and Negative Syndrome Scale).
Όπως επισημαίνει η καθηγήτρια ψυχιατρικής Leslie Citrome, μία εκ των επικεφαλής της μελέτης, «ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια στη θεραπεία χρόνιων παθήσεων είναι η ασυνέπεια στη λήψη φαρμάκων. Στην περίπτωση της σχιζοφρένειας, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε υποτροπές και νοσηλείες. Η δυνατότητα λήψης φαρμάκου μία φορά την εβδομάδα προσφέρει μια σημαντική εναλλακτική για ασθενείς που προτιμούν τη στοματική χορήγηση έναντι των ενέσιμων σκευασμάτων».
Όσον αφορά τις παρενέργειες της θεραπείας ήταν ήπιες και περιορισμένες, περιλαμβάνοντας περιστασιακή γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση και δυσκοιλιότητα, που υποχώρησαν σύντομα.
Προοπτικές και μελλοντικές εφαρμογές
Τα ενθαρρυντικά αυτά αποτελέσματα ανοίγουν τον δρόμο για τη διενέργεια ευρύτερων δοκιμών φάσης ΙΙΙ, με στόχο την υποβολή αιτήματος έγκρισης προς τον FDA. Παράλληλα, οι ερευνητές ετοιμάζονται να δοκιμάσουν την τεχνολογία σε άλλους θεραπευτικούς τομείς, όπως τα αντισυλληπτικά.
«Η μελέτη επιβεβαιώνει μια ιδέα που είχε διατυπωθεί πριν από δέκα χρόνια, δηλαδή ότι μια μόνο κάψουλα θα μπορούσε να λειτουργεί ως “αποθήκη” φαρμάκου μέσα στο γαστρεντερικό σύστημα. Τώρα βλέπουμε ότι αυτή η προσέγγιση όχι μόνο διατηρεί τα επιθυμητά επίπεδα φαρμάκου στον οργανισμό αλλά και ελέγχει αποτελεσματικά τα συμπτώματα σε ασθενείς με σχιζοφρένεια», αναφέρει ο Δρ.Traverso. Ένας από τους αρχικούς εμπνευστές της τεχνολογίας, ο καθηγητής Robert Langer του MIT υπογραμμίζει ότι «είναι συναρπαστικό που βλέπουμε αυτή την τεχνολογία να φτάνει τόσο κοντά στην ευρεία εφαρμογή για ασθενείς που το έχουν ανάγκη».