Στο τέλος της εβδομάδας, οι αγορές της Wall Street παρουσίασαν σταθεροποιητικές τάσεις, καθώς οι επενδυτές παραμένουν σε επιφυλακή λόγω των εξελίξεων στη Μέση Ανατολή.
Παρά τη δήλωση του Ντόναλντ Τραμπ ότι θα περιμένει δύο εβδομάδες πριν από οποιαδήποτε ενέργεια, οι αβεβαιότητες γύρω από τις επόμενες κινήσεις της Ομοσπονδιακής Τράπεζας (Fed) παραμένουν, με σαφείς διαφωνίες να διαφαίνονται στο εσωτερικό του συμβουλίου.
Ωστόσο, λίγο πριν από την ολοκλήρωση της συνεδρίασης, ο δείκτης S&P 500 κατάφερε να περιορίσει τις αρχικές του απώλειες, εν μέρει χάρη σε δηλώσεις Ευρωπαίων αξιωματούχων που εξέφρασαν αισιοδοξία για την πρόοδο στις διπλωματικές συνομιλίες με το Ιράν, οι οποίες έλαβαν χώρα στη Γενεύη.
Έτσι, λοιπόν, ο Dow Jones έκλεισε με ανεπαίσθητη άνοδο 0,06% στις 42.206 μονάδες, ο S&P 500 υποχώρησε 0,22% στις 5.967 μονάδες και ο Nasdaq κατέγραψε πτώση 0,51% φτάνοντας τις 19.447 μονάδες.
Με τον τρόπο αυτό οι δύο από τους τρεις βασικοί δείκτες αποχαιρέτησαν την εβδομάδα στο κόκκινο, με τον Dow να έχει υποχωρήσει 0,1% στο πενθήμερο και τον S&P 500 να έχει χάσει περίπου 0,2%. Οριακά κερδισμένος κατά 0,1% παρέμεινε ο Nasdaq.
Στην αγορά ομολόγων οι αποδόσεις έχασαν έδαφος με την απόδοση του 10ετούς να πέφτει στο 4,377% και του ευαίσθητου στα μηνύματα της Fed 2ετούς να διολισθαίνει στο 3,91%.
«Οι αβεβαιότητες για τους επενδυτές αυξάνονται, με τη σύγκρουση Ισραήλ–Ιράν να προσθέτει νέο γεωπολιτικό βάρος στις αγορές» εξηγεί ο Τομ Εσέι, του The Sevens Report. Και προσθέτει: «Ήδη υπήρχαν αρκετά άγνωστα (στοιχεία) για τους επενδυτές και τώρα προστέθηκε ακόμη ένα με τη σύγκρουση Ισραήλ–Ιράν. Αυτά τα άγνωστα θα λειτουργήσουν ως εμπόδιο για τις μετοχές βραχυπρόθεσμα και θα καταστήσουν πιο δύσκολες τις ανοδικές αντιδράσεις, όμως από μόνα τους δεν επαρκούν για να προκαλέσουν διόρθωση».
Οι επενδυτές ανακουφίστηκαν μεν από την ανακοίνωση του Ντόναλντ Τραμπ ότι θα καθυστερήσει κατά «δύο εβδομάδες» την απόφασή του σχετικά με ενδεχόμενη στρατιωτική εμπλοκή των ΗΠΑ κατά του Ιράν. Όμως, δεν έχουν περιθώρια εφησυχασμού, καθώς η σύγκρουση Ισραήλ-Ιράν συνεχίζεται.
Βέβαια, οι Ευρωπαίοι από την πλευρά τους βγήκαν αισιόδοξοι από τη συνάντηση που είχαν στη Γενεύη με τον υπουργό Εξωτερικών του Ιράν και υποστήριξαν ότι οι συνομιλίες θα συνεχιστούν. Όμως, δεν ορίστηκε νέο ραντεβού μεταξύ τους, με τον Αμπάς Αραγτσί να ξεκαθαρίζει πως «όσο οι επιθέσεις συνεχίζονται, δεν είμαστε διατεθειμένοι να διαπραγματευτούμε με οποιαδήποτε πλευρά».
Εξάλλου, το Ισραήλ έχει αρνηθεί τις εκκλήσεις που έχει δεχτεί για εκεχειρία.
«Η αγορά παλεύει με πολλαπλές προκλήσεις αυτή τη στιγμή, από γεωπολιτικές εντάσεις και αβεβαιότητα στους δασμούς, έως ερωτήματα για το επόμενο βήμα της Fed», επεσήμανε ο Μπράιαν Μπίτελ, σύμβουλος της UBS Wealth Management.
Το τελευταίο, ήτοι η κατεύθυνση που θα ακολουθήσει η Ομοσπονδιακή Τράπεζα επηρέασε ιδιαίτερα το επενδυτικό κλίμα, μετά την επιφυλακτική στάση που υιοθέτησε ο Τζερόμ Πάουελ, επισημαίνοντας την πιθανή πίεση που θα ασκήσουν οι δασμοί στις τιμές.
Βέβαια, ο Κρίστοφερ Γουόλερ, μέλος του συμβουλίου, επανέλαβε μέσω CNBC την αντίθετη άποψη του, ήτοι πως οι επιπτώσεις των δασμών στον πληθωρισμό θα είναι προσωρινές, προσθέτοντας μάλιστα ότι το συμβούλιο μπορεί να είναι σε θέση να μειώσει τα επιτόκια ήδη από την επικείμενη συνεδρίαση του Ιουλίου. Όμως, η αγορά δεν πείστηκε ότι αυτή είναι η επικρατούσα άποψη στους κόλπους της FOMC, μόνο πως επικρατεί διχογνωμία στους κόλπους της.
Πραγματικά, ο πρόεδρος της Fed του Ρίτσμοντ, Τόμας Μπάρκιν, ανέφερε από την πλευρά του στο Reuters ότι «δεν υπάρχει επείγουσα ανάγκη για μείωση επιτοκίων», καθώς η αγορά εργασίας παραμένει ισχυρή, ενώ οι δασμοί δημιουργούν αβεβαιότητα για τον πληθωρισμό.
Δεν είναι τυχαίο ότι αν και οι αγορές χρήματος εξακολουθούν να ποντάρουν σε δύο μειώσεις των επιτοκίων φέτος, όπως «έδειξε» και το νέο dot plot της Fed, οι πιθανότητες συγκλίνουν προς πρώτη περικοπή για φέτος στη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου ή του Οκτωβρίου.
Παράλληλα, ειδικά ο τεχνολογικός κλάδος κλήθηκε να διαχειριστεί τις πληροφορίες περί πιθανής ανάκλησης των αδειών λειτουργίας εταιρειών με εργοστάσια ημιαγωγών στην Κίνα, τις οποίες αποκάλυψε η Wall Street Journal.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της WSJ, αξιωματούχος του αμερικανικού υπουργείου Εμπορίου ενημέρωσε κορυφαίες εταιρείες ημιαγωγών ότι προτίθεται να ανακαλέσει τις ειδικές άδειες κάποιων εταιρειών που τους επιτρέπουν να χρησιμοποιούν αμερικανική τεχνολογία στις δραστηριότητές τους στην Κίνα.
Έτσι ο τεχνολογικός κλάδος δέχτηκε τις ισχυρότερες πιέσεις με βασικές χαμένες τις μετοχές εταιρειών ημιαγωγών όπως η Nvidia, η Broadcom, η Taiwan Semiconductor Manufacturing, η Lam Research και η KLA Corp.
Παρότι η πτώση θεωρήθηκε από τους αναλυτές σχετικά περιορισμένη και απορροφήθηκε γρήγορα από την αγορά, η εξέλιξη αυτή αποτέλεσε ψυχρολουσία για τον κλάδο που «βλέπει» μπροστά του νέα προβλήματα από την πρόθεση του Λευκού Οίκου να συνεχίσει πιέσει και να κοντράρει την Κίνα στο τεχνολογικό πεδίο.
Στις χαμένες ξεχώρισε επίσης η Alphabet με «βουτιά» άνω του 3%, όπως επίσης η Accenture λόγω της καθυστέρησης σε έργα της και η Smith & Wesson επηρεασμένη από την ασθενή κερδοφορία.
Κοντά στο 43% έχασε η Regencell Bioscience μετά την ενεργοποίηση του split της μετοχής της σε αναλογία 38 προς 1, σε αντίθεση με το θεαματικό ράλι άνω του 280% που είχε κάνει στη συνεδρίαση της Δευτέρας.
Αντιθέτως στις κορυφαίες κερδισμένες ξεχώρισε η Kroger, μετά την αναβάθμιση της πρόβλεψης εσόδων, η CarMax λόγω της δυναμικής στις πωλήσεις μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, αλλά και η GMS Inc. χάρη σε δημοσίευμα που ανέφερε ότι η Home Depot αλλά και η QXO ενδιαφέρονται για εξαγορά της εταιρείας,
Άλμα και για την Circle Internet Group, η οποία επωφελήθηκε από τη θετική στάση της αμερικανικής Γερουσίας απέναντι στα stablecoins.