Η Wall Street, κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης της Πέμπτης, κατάφερε να ανακουφιστεί από τις έντονες ανησυχίες που είχαν προκύψει σχετικά με την πορεία των δημοσιονομικών θεμάτων των Ηνωμένων Πολιτειών.
Αυτές οι ανησυχίες εντάθηκαν μετά την έγκριση του νέου φορολογικού νομοσχεδίου, το οποίο είχε προκαλέσει σημαντική αβεβαιότητα στην αγορά. Ωστόσο, η σταθεροποίηση της αγοράς ομολόγων υπήρξε καθοριστικός παράγοντας για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στους επενδυτές.
Συγκεκριμένα, ο δείκτης Dow Jones έκλεισε σχεδόν χωρίς μεταβολές στις 41.859 μονάδες, σημειώνοντας μια ελαφριά πτώση μόλις 1,35 μονάδας. Ο δείκτης S&P 500 παρουσίασε μια μικρή μείωση της τάξης του 0,04%, κλείνοντας στις 5.842 μονάδες. Αντίθετα, ο Nasdaq κατέγραψε μια άνοδο 0,28%, φτάνοντας τις 18.925 μονάδες. Αυτή η διαφοροποίηση μεταξύ των δεικτών υποδεικνύει τις διαφορετικές αντιδράσεις των επενδυτών σε σχέση με τις τρέχουσες οικονομικές συνθήκες και τις πολιτικές εξελίξεις.
Στην αγορά ομολόγων, η συνεδρίαση ξεκίνησε με περαιτέρω άνοδο στις αποδόσεις, με το 30ετές να εκτινάσσεται στο 5,1%, ήτοι στο υψηλότερο επίπεδο από τον Οκτώβριο του 2023. Όμως, σταδιακά οι αποδόσεις όχι μόνο ισορρόπησαν, αλλά «γύρισαν» και πτωτικά με το 30ετές να πέφτει στο 5,05% και το 10ετές να κατεβαίνει στο 4,5%.
«Προς το παρόν, όλα περιστρέφονται γύρω από τα ομόλογα», εξήγησε ο Στιβ Σόσνικ της Interactive Brokers. «Οι επενδυτές ομολόγων αποφάσισαν να “αγοράσουν στην πτώση”, επιτρέποντας στις μετοχές να κινηθούν ανοδικά. Χθες μάθαμε με τον δύσκολο τρόπο ότι η αγορά ομολόγων έχει αρκετή επιρροή, ώστε να ταράξει ακόμη και τους πιο αποφασισμένους επενδυτές μετοχών».
Εξάλλου, μετά το χειρότερο ξεπούλημα μετοχών σε διάστημα ενός μήνα, πολλοί επενδυτές βρήκαν ευκαιρία για τοποθετήσεις σε ελκυστικά επίπεδα τιμών. Ωστόσο, η αγορά παραμένει ευάλωτη, δεδομένου ότι η πηγή της αποσταθεροποίησης, ήτοι τα δημοσιονομικά δεδομένα της χώρας, παραμένει υπαρκτή και αυτό φάνηκε στις συνεχείς εναλλαγές στα πρόσημα.
Για αρκετούς παρατηρητές της αγοράς, το μήνυμα από τον σεισμό στην αγορά ομολόγων είναι σαφές: αν οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν βάλουν σύντομα σε τάξη τα δημοσιονομικά τους, οι αντιλαμβανόμενοι κίνδυνοι για τους δανειστές θα αυξηθούν και το κόστος δανεισμού για τα μακροπρόθεσμα κρατικά ομόλογα θα συνεχίσει να ανεβαίνει. Αυτό θα καταστήσει ακόμα δυσκολότερη τη μείωση του ελλείμματος και θα ανεβάσει το κόστος χρήματος για νοικοκυριά και επιχειρήσεις σε ολόκληρη την οικονομία.
Αυτός, άλλωστε, ήταν και ο βασικός λόγος που προέταξε η Moody’s κατά την πρόσφατη υποβάθμιση της πιστοληπτικής βαθμολογίας των ΗΠΑ. Και προφανώς τα δημοσιονομικά δεδομένα όχι μόνο δεν θα βελτιωθούν, αλλά θα επιδεινωθούν περαιτέρω από το νέο φορολογικό νομοσχέδιο που περιλαμβάνει σημαντικές φοροελαφρύνσεις, που ο Λευκός Οίκος κρίνει ως βασικές για την τόνωση της οικονομικής ανάπτυξης.
Σύμφωνα με διακομματική επιτροπή, το φορονομοσχέδιο θα εκτινάξει το ομοσπονδιακό χρέος κατά πάνω από 3,3 τρισ. δολάρια μέσα στην επόμενη δεκαετία. Όμως, παρά τις ενστάσεις από τα δημοσιονομικά γεράκια, η Βουλή των Αντιπροσώπων ενέκρινε σήμερα οριακά το κείμενο – υπό τις ασφυκτικές πιέσεις του Λευκού Οίκου – με αποτέλεσμα η διαδικασία να οδεύει πλέον στη Γερουσία.
«Ακόμα κι αν η αδυναμία μείωσης του ελλείμματος δεν οδηγήσει σε στάση πληρωμών, ένα μεγάλο έλλειμμα συνεπάγεται μεγαλύτερη προσφορά ομολόγων και ενδεχομένως πληθωρισμό, καθώς το χρέος μονιμοποιείται για να αποφευχθεί η χρεοκοπία», σχολίασε σε σημείωμα του ο Τιερί Ουίζμαν της Macquarie.Δεν είναι τυχαίο ότι παρά τη συγκρατημένη ανάκαμψη της αγοράς, η ατμόσφαιρα παραμένει ασταθής δημιουργώντας ερωτηματικά για την αισιόδοξη αφήγηση που είχαν υιοθετήσει εσχάτως αρκετοί αναλυτές για την πορεία των μετοχών μετά την απομάκρυνση του χειρότερου σεναρίου για τους εμπορικούς πολέμους.
Το τελευταίο, ήτοι η υποχώρηση των φόβων από το εμπορικό πεδίο, αποτυπώθηκε ξεκάθαρα στα βελτιωμένα στοιχεία της επιχειρηματικής δραστηριότητας για τον Μάιο με τον σύνθετο PMI να αυξάνεται στις 52,1 μονάδες από τις 50,6 μονάδες τον Απρίλιο, που ήταν και η χαμηλότερη επίδοση του δείκτη από το 2023. Ωστόσο, η αισιοδοξία από το μέτωπο των δασμών αντισταθμίστηκε σε μεγάλο βαθμό από την απειλή εκτροχιασμού των δημοσιονομικών στοιχείων.
Ο κυβερνήτης της Fed, Κρίστοφερ Γουόλερ, υποστήριξε σε δηλώσεις του ότι το συμβούλιο θα μπορούσε να μειώσει τα επιτόκια στο δεύτερο εξάμηνο του 2025, εάν οι δασμοί της κυβέρνησης Τραμπ προς τους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ σταθεροποιηθούν κοντά στο 10%. Όμως, αυτό επιβεβαίωσε τα προγνωστικά των traders πως η Fed από την πλευρά της δεν σκοπεύει να παρέχει περαιτέρω στήριξη πριν βεβαιωθεί για την τροχιά της εμπορικής πολιτικής και τις συνέπειες της στην πραγματική οικονομία.
Σε επίπεδο μετοχών, οι μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες ανέκαμψαν ελαφρά μετά το τριήμερο καθοδικό σερί, με οδηγό την Alphabet, την Amazon και την Tesla.
Μεταξύ των κερδισμένων της ημέρας ήταν η Advance Auto Parts, η Urban Outfitters, η Snowflake και η Hinge Health με άλμα κοντά στο 19% στο επιτυχημένο ντεμπούτο της στο NYSE.
Θετικά πρόσημα και για τις εταιρείες crypto όπως η Coinbase με φόντο την συνεχιζόμενη άνοδο του Bitcoin που κατέγραψε ένα ακόμη ιστορικό υψηλό πάνω από τα 111.000 δολάρια.
Αντίθετα, υπό πίεση βρέθηκαν οι μετοχές του τομέα της ασφάλισης υγείας, όπως της Humana, της UnitedHealth και της CVS Health λόγω των αλλαγών στο Medicare.
Αναλόγως απώλειες κατέγραψαν οι εταιρείες ηλιακής ενέργειας και πάνελ, όπως η SolarEdge, η Sunrun, η Enphase και η First Solar, καθώς θα επηρεαστούν δυσμενώς από τα νέα δεδομένα του φορολογικού νομοσχεδίου.