Συνθήκες ασφυξίας και έντονου προβληματισμού..
Με γεμάτες βαλίτσες για… νέα μέτρα και πακέτο με φόρους, συντάξεις και χρέος επιστρέφουν στην Αθήνα σήμερα το βράδυ οι Θεσμοί, με στόχο από αύριο να ξεκινήσουν οι επαφές με τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο, για να κλείσει η αξιολόγηση έως και την επόμενη εβδομάδα. Το κλειδί για την πορεία της αξιολόγησης φαίνεται πώς κρατά στην παρούσα φάση το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, καθώς από την στάση που θα κρατήσει θα κριθεί ο τελικός λογαριασμών των νέων μέτρων για την κάλυψη του δημοσιονομικού κενού.
Αυτό που ξεκαθαρίστηκε στο χθεσινό Eurogroup είναι ότι οι δημοσιονομικοί στόχοι παραμένουν ίδιοι, δηλαδή η Ελλάδα πρέπει έως το 2018 να έχει καταφέρει 3,5% πρωτογενές πλεόνασμα. Αυτό που μένει να διαφανεί είναι εάν τελικώς συγκλίνουν οι απόψεις των Ευρωπαίων και του ΔΝΤ για τα νέα μέτρα. Ενώ αρχικά οι εκτιμήσεις για το μέγεθος του δημοσιονομικού κενού ήταν διαφορετικές, σύμφωνα με τελευταίες πληροφορίες φαίνεται πώς το Ταμείο δεν αναμένεται να επιμείνει πλέον στα πιο σκληρά μέτρα και προτίθεται να βάλει νερό στο κρασί του.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση και Αθήνα υποστηρίζουν πως το δημοσιονομικό κενό έως το 2018 είναι 3% του ΑΕΠ, αλλά με μια σειρά από μέτρα που δεν έχουν ακόμη ψηφιστεί ή εφαρμοστεί, υποχωρεί στο περίπου 1%. Από την άλλη πλευρά το ΔΝΤ υπολόγιζε ότι το δημοσιονομικό κενό είναι αρκετά μεγαλύτερο και το υπολογίζει περίπου στο 4% – 5% του ΑΕΠ.
Ωστόσο, πληροφορίες από το οικονομικό επιτελείο κάνουν λόγο για σύγκλιση μεταξύ Ελλάδας και Ευρωπαίων στο δημοσιονομικό πλαίσιο στη βάση του λεγόμενου buoyancy effect, το οποίο μπορεί να αποφέρει περί το 1 δισ. ετησίως. Αυτό μπορεί να είναι και το «κλειδί» για γεφύρωση της διαφοράς με το ΔΝΤ. Συγκεκριμένα, το ΔΝΤ φέρεται να κατεβάζει τον πήχη των απαιτήσεων για το πρωτογενές πλεόνασμα και αντί για 3,5% του ΑΕΠ φέρεται να το συζητά για πρωτογενές πλεόνασμα 2%. Αυτό σημαίνει έως και 2 δισ. ευρώ λιγότερα μέτρα για το 2018 και μετά.
Επομένως, τα μέτρα για την κάλυψη του δημοσιονομικού κενού της τριετίας 2016-2018 δεν θα είναι 7,2-9 δισ. που ζητούσε αρχικά το ΔΝΤ, αλλά θα κυμαίνονται περίπου στα 5-6 δισ. ευρώ.