Οι αναλυτές θεωρούν δεδομένο ότι το αγροτικό λόμπι στην Ευρωπαϊκή Ένωση διαθέτει ισχυρή οργάνωση και πολιτικό βάθος — και εκτιμούν πως το κύμα κινητοποιήσεων όχι μόνο δεν θα κοπάσει, αλλά θα ενταθεί.
Σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της ΕΕ, οι αγρότες της βγαίνουν μαζικά στους δρόμους. Στις διαδηλωτές καίνε ελαστικά, ρίχνουν τρακτέρ πάνω σε φράχτες, εκτοξεύουν πέτρες και αυγά προς τις δυνάμεις ασφαλείας. Η απάντηση της αστυνομίας περιλαμβάνει δακρυγόνα και κανόνια νερού. Πίσω από αυτή την έκρηξη οργής συσσωρεύεται ένα μίγμα αιτημάτων: από την «πράσινη» πολιτική των Βρυξελλών και τη διογκωμένη γραφειοκρατία, μέχρι το άνοιγμα της αγοράς σε φθηνές εισαγωγές. Στο επίκεντρο βρίσκεται η συζήτηση για την απλοποίηση των εμπορικών διαδικασιών με χώρες της Λατινικής Αμερικής. Μπορεί η σύγκρουση αυτή να εξελιχθεί σε ευρύτερη οικονομική και πολιτική κρίση για την Ένωση;
Αγροτική ΕΞΕΓΕΡΣΗ και στις Βρυξέλλες!
«Κερδίσαμε τη μάχη, όχι τον πόλεμο»
Η εικόνα των Βρυξελλών στις 18 Δεκεμβρίου έδειξε με σαφήνεια τα ρήγματα στο εσωτερικό της ΕΕ. Αγρότες από και τις 27 χώρες-μέλη περικύκλωσαν την Ευρωπαϊκή Συνοικία, διαμαρτυρόμενοι για τη συμφωνία με τη Mercosur — το νοτιοαμερικανικό εμπορικό μπλοκ που περιλαμβάνει την Αργεντινή, τη Βολιβία, τη Βραζιλία, την Παραγουάη και την Ουρουγουάη.
«Είμαστε εδώ για να πούμε όχι στη Mercosur», δήλωσε Βέλγος αγρότης στους δημοσιογράφους κατά τη διάρκεια του συλλαλητηρίου, κατηγορώντας παράλληλα την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ότι επιχειρεί να επιβάλει τη συμφωνία.
Γιατί πραγματικά ΕΞΕΓΕΙΡΟΝΤΑΙ οι ΑΓΡΟΤΕΣ; Δεν είναι οι επιδοτήσεις ΗΛΙΘΙΕ!
Η ένταση κλιμακώθηκε γρήγορα. Η αστυνομία χρησιμοποίησε δακρυγόνα και υδροφόρες, ενώ οι διαδηλωτές απάντησαν πετώντας πέτρες, πατάτες και αυγά. Ορισμένα τρακτέρ προσπάθησαν να διαλύσουν τα προστατευτικά οδοφράγματα γύρω από τα κτίρια των ευρωπαϊκών θεσμών. Οι συγκρούσεις κράτησαν μέχρι αργά το βράδυ.
Η ΕΕ διαπραγματεύεται με τη Mercosur εδώ και 25 χρόνια. Σήμερα, οι χώρες του μπλοκ επιβάλλουν υψηλούς δασμούς: έως 35% σε αυτοκίνητα και είδη ένδυσης, 14-18% σε ανταλλακτικά και έως 14% στα φαρμακευτικά προϊόντα. Η συμφωνία προβλέπει τη σταδιακή κατάργηση δασμών για περίπου το 90% των εμπορευμάτων που διακινούνται μεταξύ των δύο πλευρών.
Η Γαλλία μπλοκάρει τη συμφωνία ΕΕ-Mercosur καθώς οι αγρότες προετοιμάζονται για κινητοποιήσεις
Για τη βαριά βιομηχανία της ΕΕ, το άνοιγμα αυτό σημαίνει νέες αγορές. Για τους αγρότες, όμως, η εικόνα είναι πολύ πιο σύνθετη. Αφενός, η Ένωση εισάγει περισσότερα αγροτικά προϊόντα από τη Νότια Αμερική απ’ όσα εξάγει. Αφετέρου, οι παραγωγοί της Mercosur λειτουργούν με χαλαρότερα περιβαλλοντικά πρότυπα, δημιουργώντας —όπως υποστηρίζουν οι Ευρωπαίοι αγρότες— άνισους όρους ανταγωνισμού.
Προς το παρόν, οι Βρυξέλλες κάνουν ένα βήμα πίσω. Η υπογραφή της συμφωνίας μετατίθεται για το επόμενο έτος. Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν δήλωσε:
Χρειαζόμαστε μερικές ακόμη εβδομάδες για να επιλύσουμε μια σειρά από ζητήματα με τα κράτη μέλη και έχουμε επικοινωνήσει με τους εταίρους μας της Mercosur και έχουμε συμφωνήσει να αναβάλουμε την υπογραφή για λίγο.
Αυτή η αναβολή βέβαια, δεν κλείνει το ζήτημα, αλλά δίνει χρόνο στους αντιπάλους της συμφωνίας να αυξήσουν την πίεση. Οι αγρότες μπορεί να κατέγραψαν μια τακτική επιτυχία, ωστόσο η σύγκρουση σε στρατηγικό επίπεδο παραμένει ανοιχτή.
Πράσινη πολιτική και αγροτική ασφυξία
Οι κινητοποιήσεις δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Το 2023, οι αγρότες διαμαρτύρονταν για το κόστος καυσίμων και λιπασμάτων, μέρος των οποίων εισαγόταν από τη Ρωσία. Το 2024, στην Πολωνία ξέσπασαν μαζικές διαδηλώσεις ενάντια στην εισαγωγή και διαμετακόμιση ουκρανικών σιτηρών, ζάχαρης και κρέατος.
Επεισόδια στις Βρυξέλλες: «Μάχες» σώμα με σώμα αγροτών και αστυνομικών (βίντεο)
Σύμφωνα με τον επικεφαλής αναλυτή της AMarkets, Ίγκορ Ραστοργκούεφ, οι Ευρωπαίοι αγρότες βρίσκονται παγιδευμένοι ανάμεσα σε αντικρουόμενες απαιτήσεις. Και σημειώνει:
Από τη μία πλευρά, οι Βρυξέλλες αυστηροποιούν τους περιβαλλοντικούς κανονισμούς μέσω της Πράσινης Συμφωνίας, γεγονός που αυξάνει το κόστος παραγωγής. Από την άλλη πλευρά, αναγκάζονται να ανταγωνίζονται τις εισαγωγές από χώρες που δεν έχουν τέτοιους περιορισμούς.
Τα αποτελέσματα είναι ήδη μετρήσιμα. Η Allianz Trade εκτιμά ότι τα εισοδήματα των αγροτών στην ΕΕ μειώθηκαν κατά 12-22% την περίοδο 2022-2023, ενώ από το 2015 οι τιμές λιανικής των τροφίμων έχουν αυξηθεί συνολικά κατά 43%.
Όπως επισημαίνει ο Ραστοργκούεφ, «η γεωργία αντιπροσωπεύει μόνο το 1,3% του ΑΕΠ της ΕΕ, αλλά ευθύνεται για το 10% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, γεγονός που καθιστά τον τομέα στόχο της πολιτικής για το κλίμα». Και προσθέτει:
Προσθέστε σε αυτό τα 28 δισεκατομμύρια ευρώ σε ετήσιες απώλειες από ακραία καιρικά φαινόμενα και η εικόνα ολοκληρώνεται.
Το πρόβλημα είναι βαθύτερο και διαρθρωτικό. Τα αδιέξοδα της ευρωπαϊκής γεωργίας και της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής συσσωρεύονται εδώ και δεκαετίες.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται υπό ταυτόχρονη πίεση από διάφορους παράγοντες: την παγκόσμια στροφή προς τον προστατευτισμό, την δασμολογική πολιτική των ΗΠΑ, τους κινεζικούς περιορισμούς στις εξαγωγές και τον σχηματισμό νέων εμπορικών συνασπισμών, συμπεριλαμβανομένων των BRICS. Οι κυρώσεις έχουν επίσης διαδραματίσει σημαντικό ρόλο — η ευρωπαϊκή βιομηχανία έχει στερηθεί φθηνή ενέργεια και σταθερές αλυσίδες εφοδιασμού.
Τα επιχειρήματα περί ποιότητας και περιβάλλοντος λειτουργούν συχνά ως εργαλείο πολιτικής πίεσης προς τους ψηφοφόρους. Στην πράξη, το κρίσιμο ζήτημα είναι το κόστος. Οι Ευρωπαίοι αγρότες δεν μπορούν να ανταγωνιστούν τις τιμές των προϊόντων της Νότιας Αμερικής, που βασίζονται σε οικονομίες κλίμακας, χαμηλό εργατικό κόστος και φθηνότερη παραγωγή.
Αναζητώντας διέξοδο
Τον Φεβρουάριο του 2025, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε το «Όραμά» της «για το Μέλλον της Γεωργίας και των Τροφίμων», με υποσχέσεις για απλούστευση κανόνων και ψηφιοποίηση. Ο Ραστοργκούεφ, ωστόσο, θεωρεί τα μέτρα ανεπαρκή μπροστά στις βαθιές αντιφάσεις της ευρωπαϊκής πολιτικής.
Κατά την εκτίμησή του, για να διατηρηθεί η ανταγωνιστικότητα, η ΕΕ έχει δύο επιλογές: είτε να χαλαρώσει τις περιβαλλοντικές απαιτήσεις είτε να επιβάλει ισοδύναμα πρότυπα στις εισαγωγές, ζητώντας από τους εταίρους να τηρούν τα ίδια κριτήρια.
Πηγές στον διεθνή τύπο σημειώνουν:
Η Γαλλία και η Ιταλία έχουν ήδη αντιταχθεί στη συμφωνία με τη Mercosur ακριβώς για αυτόν τον λόγο, αλλά η Γερμανία επιμένει στην υπογραφή του εγγράφου για χάρη της αυτοκινητοβιομηχανίας της.
Χωρίς ουσιαστικές παρεμβάσεις, προειδοποιεί, η ευρωπαϊκή γεωργία κινδυνεύει να μετατραπεί σε έναν τομέα “βιτρίνας”. Ήδη αντιμετωπίζει κρίση διαδοχής, καθώς μόλις το 12% των αγροτών είναι κάτω των 40 ετών.
«Εάν οι Βρυξέλλες συνεχίσουν την πολιτική δύο μέτρων και σταθμών, υπερασπιζόμενες τις κλιματικές φιλοδοξίες στο εσωτερικό, αλλά ανοίγοντας την αγορά σε εισαγωγές χωρίς παρόμοιες απαιτήσεις, οι Ευρωπαίοι αγρότες απλώς δεν θα επιβιώσουν από τον ανταγωνισμό», προειδοποιεί. «Αυτό αποτελεί ένδειξη ότι το επιλεγμένο μοντέλο ανάπτυξης δεν λειτουργεί».
Ο αγροτικός τομέας της ΕΕ στηρίζεται ήδη σε μεγάλο βαθμό στις επιδοτήσεις της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής και ότι η βιωσιμότητα του μοντέλου εξαρτάται από διοικητικά εμπόδια και υψηλούς δασμούς.
Αυτή η πολιτική σκοτώνει την τεχνολογία, τις διοικητικές δεξιότητες και το παραγωγικό δυναμικό εδώ και δεκαετίες, ειδικά στις νέες χώρες της ΕΕ. Το σύστημα εξακολουθούσε να λειτουργεί υπό συνθήκες κλειστής αγοράς, αλλά το άνοιγμα των συνόρων σε φθηνές εισαγωγές θα το καταστήσει μη βιώσιμο.
Κατά συνέπεια, οι αγροτικές κινητοποιήσεις δεν θεωρούνται παροδικό φαινόμενο. Το αγροτικό λόμπι στην ΕΕ παραμένει ισχυρό, οργανωμένο και πολιτικά ενεργό. Οι συγκρούσεις, εκτιμάται, ότι θα ενταθούν σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Ε.Ε. και το βλέπουμε και στην Ελλάδα αυτό.
Η συμφωνία με τη Mercosur θα μπορούσε να οδηγήσει σε πιο σοβαρές συνέπειες εντός της ΕΕ. Αυτό το έγγραφο αντιπαραθέτει τα συμφέροντα του βιομηχανικού λόμπι, των αγροτών και μιας αποδυναμωμένης κοινωνικής βάσης. Οι Βρυξέλλες πιθανότατα θα προσπαθήσουν να εξαγοράσουν την κατάσταση με νέα κεφάλαια στήριξης, αλλά τα ανακοινωθέντα ποσά είναι σαφώς ανεπαρκή δεδομένων των μειούμενων τιμών και των συνολικών δημοσιονομικών πιέσεων.





