Ο τερματικός σταθμός Karimun στην Ινδονησία αναδεικνύεται σε κομβικό σημείο για τη μεταφόρτωση ρωσικού πετρελαίου, σύμφωνα με δημοσίευμα του Reuters που επικαλείται πηγές.
Όπως αναφέρεται, η εγκατάσταση λειτουργεί πλέον ως κόμβος μεταφόρτωσης, όπου τα φορτία αποθηκεύονται και αποκτούν νέα «ταυτότητα» προτού εξαχθούν εκ νέου.
Ο σταθμός, ο οποίος βρίσκεται σε ζώνη ελεύθερου εμπορίου σε νησί περίπου 37 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Σιγκαπούρης, δέχεται μηνιαία αποστολές ρωσικών πετρελαϊκών προϊόντων από τον Οκτώβριο, με προορισμούς τη Μαλαισία, τη Σιγκαπούρη και την Κίνα, σύμφωνα με δεδομένα της Kpler.
Μέχρι πρότινος, οι αποστολές ρωσικών προϊόντων στο Karimun ήταν περιστασιακές.
Ωστόσο, από τις αρχές του έτους, ο σταθμός έχει παραλάβει περισσότερα από 3,2 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου προερχόμενα από τον τερματικό σταθμό Ust-Luga, ποσότητα σχεδόν πέντε φορές μεγαλύτερη από την αντίστοιχη περίοδο του 2024.
Επιπλέον, έχουν φτάσει περίπου 1,6 εκατομμύρια βαρέλια ρωσικού diesel, ενώ πέρυσι δεν είχε καταγραφεί καμία αποστολή.
Οι ινδονησιακές αρχές αποφεύγουν επιδεικτικά να επέμβουν, τονίζοντας ότι η εγκατάσταση βρίσκεται σε ζώνη ελεύθερου εμπορίου.
Από τον Οκτώβριο, το μερίδιο της Ρωσίας στις εισαγωγές πετρελαίου μέσω του Karimun ανήλθε σε πάνω από 60%, αγγίζοντας το 100% τον Απρίλιο, σε σύγκριση με ποσοστά από 0% έως 26% στο πρώτο εξάμηνο του 2024, σύμφωνα πάντα με στοιχεία της Kpler.
Αναλυτές της πετρελαϊκής αγοράς επισημαίνουν ότι εκεί αποβιβάζονται πλέον τα τάνκερ που βρίσκονται υπό κυρώσεις από την ΕΕ και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Το περιεχόμενο ορισμένων από αυτά τα φορτία αναμειγνύεται και διατίθεται στην αγορά μέσω άγνωστων εμπορικών εταιρειών, οι οποίες αλλάζουν συχνά επωνυμία.
Όπως εξηγεί ο ειδικός στο διεθνές εμπορικό δίκαιο και τις κυρώσεις Tan Albayrak, αν το ρωσικό προϊόν τροποποιηθεί ή μετατραπεί σε διαφορετικό είδος, αποκτά νέα χώρα προέλευσης – εν προκειμένω την Ινδονησία – και καθίσταται εκτός πεδίου των δυτικών κυρώσεων.
Έτσι, οι εμπλεκόμενοι σε αυτό το δίκτυο δεν διατρέχουν άμεσο κίνδυνο επιβολής περιοριστικών μέτρων.
Υπενθυμίζεται ότι μετά την έναρξη της «ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης» της Ρωσίας στην Ουκρανία, οι χώρες του G7 επέβαλαν ανώτατο όριο τιμής για το ρωσικό πετρέλαιο στα 60 δολάρια ανά βαρέλι – περιορισμός που, στην πράξη, παραβιάστηκε συστηματικά.
Παράλληλα, η Δύση στοχοποίησε και τα πλοία της αποκαλούμενης «σκιώδους αρμάδας» της Μόσχας.
Ωστόσο, όπως αποκαλύπτει το Reuters, η Ρωσία και άλλοι παίκτες της αγοράς κατορθώνουν να παρακάμπτουν αποτελεσματικά τις κυρώσεις.
Αξίζει να σημειωθεί πως η τιμή του ρωσικού Urals oil έχει πλέον επανέλθει σε επίπεδα κάτω των 50 δολαρίων ανά βαρέλι.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της 6ης Μαΐου, η τιμή στο Primorsk ήταν στα 48,6 δολάρια, ενώ στο Novorossiysk στα 49,55 δολάρια ανά βαρέλι.