Το αμερικανικό κράτος παίρνει το 10% της Intel με απόφαση Τραμπ

Κοινοποίηση:
Intel

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε την Παρασκευή ότι η κυβέρνηση θα αποκτήσει μερίδιο 10% στην Intel, στο πλαίσιο μιας συμφωνίας με τον δοκιμαζόμενο κολοσσό των μικροτσίπ, η οποία μετατρέπει τις κρατικές επιχορηγήσεις σε μετοχική συμμετοχή — μια ακόμα ασυνήθιστη παρέμβαση του Λευκού Οίκου στην επιχειρηματικότητα στις ΗΠΑ.

Η συμφωνία βελτιώνει τις σχέσεις του Τραμπ με τον CEO της Intel, Λιπ-Μπου Ταν, αφότου ο πρόεδρος είχε ζητήσει την απομάκρυνσή του λόγω σύγκρουσης συμφερόντων. Η συμφωνία διασφαλίζει πως η Intel θα λάβει περίπου 10 δισεκατομμύρια δολάρια για την κατασκευή ή επέκταση εργοστασίων στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Συγκεκριμένα, η αμερικανική κυβέρνηση θα αποκτήσει το 9,9% της Intel έναντι 8,9 δισεκατομμυρίων δολαρίων, πληρώνοντας 20,47 δολάρια ανά μετοχή — μια τιμή περίπου 4 δολάρια κάτω από την τιμή κλεισίματος της Παρασκευής, που ήταν 24,80 δολάρια. Η αγορά των 433,3 εκατομμυρίων μετοχών θα χρηματοδοτηθεί με 5,7 δισεκατομμύρια από απλήρωτες επιχορηγήσεις του νόμου CHIPS της εποχής Μπάιντεν και 3,2 δισεκατομμύρια από το πρόγραμμα Secure Enclave, που εγκρίθηκε επίσης υπό την κυβέρνηση Μπάιντεν.

Η μετοχή της Intel ενισχύθηκε περίπου 1% στη μετασυνεδρίαση της Παρασκευής, αφού είχε ήδη κλείσει με άνοδο 5,5% κατά τη διάρκεια της ημέρας. Σύμφωνα με αξιωματούχο του Λευκού Οίκου, ο Τραμπ συναντήθηκε με τον Ταν την Παρασκευή, ακολουθώντας μια προηγούμενη συνάντηση στις 11 Αυγούστου, όταν είχε απαιτήσει την παραίτησή του λόγω σχέσεων με κινεζικές εταιρείες.

«Μπήκε μέσα για να κρατήσει τη δουλειά του και τελικά μας έδωσε 10 δισεκατομμύρια για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Άρα πήραμε 10 δισεκατομμύρια», είπε ο Τραμπ την Παρασκευή. Ο Υπουργός Εμπορίου, Χάουαρντ Λάτνικ, έγραψε στην πλατφόρμα X ότι ο Ταν πέτυχε μια συμφωνία «δίκαιη για την Intel και δίκαιη για τον αμερικανικό λαό».

«Ασυνήθιστες συμφωνίες» Τραμπ με εταιρείες
Όπως αναφέρει το Reuters, η επένδυση στην Intel αποτελεί μέρος μιας σειράς ασυνήθιστων συμφωνιών της αμερικανικής κυβέρνησης με εταιρείες, όπως η συμφωνία με την Nvidia, που της επιτρέπει να πουλά τα H20 chips στην Κίνα, με αντάλλαγμα το 15% των πωλήσεων.

Άλλες πρόσφατες παρεμβάσεις περιλαμβάνουν τη συμφωνία του Πενταγώνου να γίνει ο μεγαλύτερος μέτοχος της MP Materials, μικρής εταιρείας εξόρυξης σπάνιων γαιών, και τη λήψη μετοχικού “χρυσού μεριδίου” από την κυβέρνηση στο πλαίσιο της συμφωνίας για την εξαγορά της U.S. Steel από την ιαπωνική Nippon Steel.

Αυτές οι κρατικές παρεμβάσεις έχουν προκαλέσει ανησυχίες για νέες μορφές επιχειρηματικού ρίσκου, σύμφωνα με επικριτές. Λίγες μέρες πριν τη συμφωνία με τις ΗΠΑ, η ιαπωνική SoftBank είχε ανακοινώσει επένδυση 2 δισ. δολαρίων στην Intel.

«Προσωρινή ανάσα» – Πολλά τα προβλήματα για την Intel
Ωστόσο, αρκετοί ειδικοί του κλάδου συνεχίζουν να αμφισβητούν την ικανότητα της Intel να ξεπεράσει τα προβλήματά της. Ο Ντάνιελ Μόργκαν, διαχειριστής χαρτοφυλακίου στη Synovus Trust, δήλωσε ότι τα προβλήματα της Intel υπερβαίνουν τις ενέσεις ρευστότητας από τη SoftBank ή την κυβέρνηση, εστιάζοντας κυρίως στη μονάδα κατασκευής chips για τρίτους — το λεγόμενο foundry business.

«Χωρίς κυβερνητική στήριξη ή έναν οικονομικά ισχυρότερο εταίρο, η Intel δύσκολα θα συγκεντρώσει τα απαιτούμενα κεφάλαια για να συνεχίσει την κατασκευή νέων εργοστασίων με βιώσιμο ρυθμό», είπε. Πρόσθεσε ότι η Intel «πρέπει να καλύψει την τεχνολογική απόσταση από την TSMC για να προσελκύσει πελάτες».

Η μετοχική συμμετοχή του κράτους είναι παθητική και δεν περιλαμβάνει θέση στο Διοικητικό Συμβούλιο, σύμφωνα με την Intel. Η κυβέρνηση υποχρεούται να ψηφίζει μαζί με το Διοικητικό Συμβούλιο σε περιπτώσεις που απαιτείται έγκριση μετόχων, με «περιορισμένες εξαιρέσεις» — χωρίς να διευκρινίζονται ποιες είναι αυτές.

Το πακέτο μετοχών περιλαμβάνει επίσης ένα πενταετές δικαίωμα αγοράς (warrant) για επιπλέον 5% μετοχών της Intel στα 20 δολάρια ανά μετοχή, το οποίο η κυβέρνηση μπορεί να ασκήσει εάν η Intel χάσει τον έλεγχο του foundry business.

Η κρατική στήριξη μπορεί να προσφέρει προσωρινή ανάσα στην Intel ώστε να ανακάμψει την ζημιογόνα μονάδα κατασκευής chips, όμως η εταιρεία έχει ήδη χάσει την αγορά τεχνητής νοημοσύνης από την Nvidia και έχει χάσει μερίδιο αγοράς στους επεξεργαστές από την AMD. Αντιμετωπίζει επίσης δυσκολίες να προσελκύσει πελάτες στα νέα της εργοστάσια.

Ο Ταν, που ανέλαβε CEO τον Μάρτιο, έχει την αποστολή να αναστρέψει την πορεία της αμερικανικής θρυλικής εταιρείας, η οποία κατέγραψε ζημίες 18,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων το 2024 — τις πρώτες ετήσιες ζημίες από το 1986. Η τελευταία χρονιά που εμφάνισε θετικές ταμειακές ροές προ φόρων και τόκων ήταν το 2021.

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ:

Leave a Response