Στις αρχές Δεκεμβρίου, το Υπουργείο Δημόσιας Ασφάλειας του Τέξας (DPS) ανέπτυξε αστυνομικές δυνάμεις έξω από τις γυναικείες τουαλέτες στο κτίριο του Πολιτειακού Καπιτωλίου.
Αστυνομικοί της Τροχαίας, οι οποίοι εμφανίζονται σε φωτογραφίες να φέρουν βαρύ οπλισμό και μεγάλο αριθμό πυρομαχικών, φέρονται να ζητούσαν έλεγχο ταυτότητας από όποια άτομα επιθυμούσαν να εισέλθουν στις γυναικείες τουαλέτες, με στόχο τον αποκλεισμό των τρανς γυναικών.
Οι εικόνες των αστυνομικών έξω από τις τουαλέτες τραβήχτηκαν από τον φωτορεπόρτερ Salgu Wissmath για την εφημερίδα Texas Tribune και δημοσιεύτηκαν την ίδια εβδομάδα που τέθηκε σε εφαρμογή η απαγόρευση πρόσβασης τρανς ατόμων στις τουαλέτες στο Τέξας.
Σύμφωνα με αναφορές, κατά τη διάρκεια διαμαρτυριών στο Καπιτώλιο του Τέξας στις 6 Δεκεμβρίου, οι αστυνομικοί απαίτησαν από τους διαδηλωτές να επιδείξουν ταυτότητα προκειμένου να τους επιτραπεί η χρήση της τουαλέτας, διαφορετικά τους την αρνούνταν.
Το νομοσχέδιο προτάθηκε αρχικά το 2015 από νομοθέτες με αντί-τρανς θέσεις, λίγο μετά τη νομιμοποίηση της ισότητας στον γάμο με την απόφαση Obergefell v. Hodges. Για περισσότερα από δέκα χρόνια επιχειρούσαν συστηματικά να το περάσουν.
Τελικά, ο Ρεπουμπλικανός κυβερνήτης Γκρεγκ Άμποτ υπέγραψε τον νόμο τον Σεπτέμβριο, καθιστώντας το Τέξας την 20ή πολιτεία των ΗΠΑ που απαγορεύει στα τρανς άτομα να χρησιμοποιούν δημόσιες τουαλέτες που δεν αντιστοιχούν στο φύλο που τους αποδόθηκε κατά τη γέννηση. Υπολογίζεται ότι τουλάχιστον το ένα τρίτο των τρανς ατόμων στις ΗΠΑ ζει πλέον σε πολιτείες με τέτοιου είδους περιορισμούς.
Οι υποστηρικτές του νόμου υποστηρίζουν —χωρίς τεκμηρίωση— ότι το μέτρο προστατεύει τις γυναίκες και τα κορίτσια και ότι αποτελεί ζήτημα «κοινής λογικής» για τη δημόσια ασφάλεια.
Ωστόσο, δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι τέτοιες απαγορεύσεις αυξάνουν την ασφάλεια των γυναικών. Αντιθέτως, έχουν συχνά χρησιμοποιηθεί ως πρόσχημα για την παρενόχληση και, σε ορισμένες περιπτώσεις, τη βία εις βάρος όλων των γυναικών, είτε είναι cis είτε τρανς.
Μάλιστα, έρευνα του 2024 για την αστυνομική βία κατά των γυναικών κατέδειξε ότι γυναίκες και κορίτσια —ιδίως μη λευκές— διατρέχουν σημαντικά μεγαλύτερο κίνδυνο να δεχθούν επίθεση ή να σκοτωθούν από αστυνομικούς, συμπεριλαμβανομένων και των πολιτειακών δυνάμεων.





