Οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στην Ουάσινγκτον και την Τεχεράνη στοχεύουν στην επίλυση μίας διαμάχης δεκαετιών σχετικά με τις πυρηνικές φιλοδοξίες της Τεχεράνης, ενώ και οι δύο πλευρές έχουν υιοθετήσει δημόσια μία σκληρή στάση για το ζήτημα του ιρανικού εμπλουτισμού ουρανίου.
Σε ερώτηση για πιθανό πάγωμα του ιρανικού προγράμματος εμπλουτισμού ουρανίου για τρία χρόνια για να συναφθεί συμφωνία με τις ΗΠΑ, ο εκπρόσωπος του ιρανικού υπουργείου Εξωτερικών, Εσμαήλ Μπαγαΐ, ήταν ξεκάθαρος κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου: «Το Ιράν δεν θα το δεχτεί ποτέ αυτό. Αυτές οι πληροφορίες είναι προϊόν φαντασίας και είναι εντελώς ψευδείς».
Χθες ο Αμερικανός πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ, δήλωσε ότι Αμερικανοί διαπραγματευτές είχαν «πολύ καλές» συνομιλίες με ιρανική αντιπροσωπεία στη διάρκεια του σαββατοκύριακου.
Ωστόσο, όπως μετέδωσαν σήμερα τα ιρανικά κρατικά μέσα ενημέρωσης, ο πρόεδρος του Ιράν, Μασούντ Πεζεσκιάν, δεν άφησε αναπάντητη αυτή τη δήλωση του Τραμπ.
«Δεν πρόκειται να πεθάνουμε από την πείνα αν αρνηθούν να διαπραγματευτούν μαζί μας ή αν επιβάλλουν κυρώσεις. Θα βρούμε τρόπο να επιβιώσουμε», σχολίασε αναφερόμενος στις συνομιλίες για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα.
Το Ιράν αναμένει περισσότερες λεπτομέρειες από τον διαμεσολαβητή, το Ομάν, σχετικά με το πότε θα λάβει χώρα ο επόμενος γύρος συνομιλιών, είπε ο Μπαγαΐ.
«Αν υπάρχει καλή θέληση από την αμερικανική πλευρά, είμαστε κι εμείς αισιόδοξοι, αλλά αν οι συνομιλίες στοχεύουν να περιορίσουν τα δικαιώματα του Ιράν, τότε οι συνομιλίες δεν θα καταλήξουν πουθενά», υπογράμμισε ανακοινώνοντας ότι αξιωματούχος του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας (ΔΟΑΕ) πρόκειται να επισκεφθεί την Τεχεράνη μέσα στις επόμενες ημέρες.
Από τη μία, ο Αμερικανός πρόεδρος θέλει να περιορίσει τη δυνατότητα της Τεχεράνης να κατασκευάσει ένα πυρηνικό όπλο που θα μπορούσε να πυροδοτήσει έναν πυρηνικό πόλεμο και ενδεχομένως να απειλήσει το Ισραήλ. Από την άλλη, το Ιράν υποστηρίζει ότι το πυρηνικό του πρόγραμμα έχει αποκλειστικά πολιτικούς σκοπούς και θέλει να απαλλαγεί από τις σκληρές κυρώσεις, που πλήττουν την οικονομία του.
ΗΠΑ και Ιράν, δύο χώρες που βρίσκονται σε ανοιχτή διαμάχη από την Ισλαμική Επανάσταση του 1979, που ανέτρεψε τη φιλοδυτική μοναρχία στη χώρα, κάθισαν για πρώτη φορά στο ίδιο τραπέζι, μετά το 2018 και την μονομερή απόσυρση των Ηνωμένων Πολιτείων από τη διεθνή συμφωνία για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, που είχε συναφθεί το 2015 στη Βιέννη, στις 12 Απριλίου προκειμένου να συζητήσουν το περίπλοκο ζήτημα του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος.
Ο 47ος πρόεδρος των ΗΠΑ, ο οποίος είχε εισηγηθεί υπέρ της απόσυρσης κατά την διάρκεια της πρώτης του θητείας στον Λευκό Οίκο (2017-2021), επέβαλε εκ νέου βαριές αμερικανικές κυρώσεις στο Ιράν στο πλαίσιο της λεγόμενης πολιτικής του άσκησης «μέγιστης πίεσης» στην Ισλαμική Δημοκρατία. Τώρα, όμως, επιδιώκει να διαπραγματευτεί μια νέα συμφωνία με την Τεχεράνη, η οποία ελπίζει σε άρση των αμερικανικών κυρώσεων.
Η επιστροφή των δύο χωρών στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων γίνεται, καθώς και οι δύο προβάλλουν δημόσια τη διαφωνία τους επί του ευαίσθητου ζητήματος του εμπλουτισμού ουρανίου.
Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ατομικής Ενέργειας (ΔΟΑΕ), το Ιράν εμπλουτίζει σήμερα ουράνιο σε ποσοστό 60%, το οποίο ξεπερνά κατά πολύ το όριο του 3,67% που του επιτρεπόταν από τη συμφωνία του 2015, αλλά κάτω του 90% που είναι απαραίτητο για στρατιωτική χρήση.
Η Τεχεράνη απομακρύνθηκε από τις δεσμεύσεις, που είχε αναλάβει το 2015 βάσει της συμφωνίας της Βιέννης για το πυρηνικό της πρόγραμμα ως αντίποινα για την αποχώρηση των ΗΠΑ από αυτήν.