Σε περίοδο δοκιμασίας έχει εισέλθει ο νεοσχηματισμένος κυβερνητικός συνασπισμός στη Γερμανία, μόλις δύο μήνες μετά τη συγκρότησή του. Αφορμή για την πρώτη σοβαρή κρίση αποτέλεσε η εκλογή νέων μελών στο Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο, διαδικασία που εξελίχθηκε σε μετωπική πολιτική σύγκρουση μεταξύ του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) και της Χριστιανικής Ένωσης (CDU/CSU).
Στο επίκεντρο βρίσκεται η υποψηφιότητα της καθηγήτριας Συνταγματικού Δικαίου Φράουκε Μπρόζιους-Γκέρσντορφ, την οποία πρότεινε το SPD για μία από τις τρεις κενές θέσεις του ανώτατου δικαστηρίου. Παρόλο που η επιλογή είχε εγκριθεί αρχικά και από τον καγκελάριο Φρίντριχ Μερτς, λίγο πριν από την προγραμματισμένη ψηφοφορία, η κοινοβουλευτική ομάδα της Ένωσης ήγειρε αντιρρήσεις. Ο Γενς Σπαν, επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας CDU/CSU, ζήτησε την απόσυρση της υποψηφιότητας, απειλώντας ακόμη και με αποχή.
Το SPD αρνήθηκε να αποσύρει την πρότασή του, με αποτέλεσμα να προκληθεί έντονη ένταση και να διακοπεί η συνεδρίαση της Bundestag. Η ψηφοφορία αναβλήθηκε και ολόκληρη η διαδικασία εκλογής των δικαστών αποσύρθηκε από την ημερήσια διάταξη, την τελευταία πριν από τη θερινή διακοπή της Bundestag.
Η υποψηφιότητα της Μπρόζιους-Γκέρσντορφ προκαλεί αντιδράσεις από συντηρητικούς κύκλους, καθώς χαρακτηρίζεται από πολλούς ως υπέρ το δέον προοδευτική, ιδιαίτερα λόγω των θέσεών της για τα ανθρώπινα δικαιώματα και το δικαίωμα στην άμβλωση. Επιπλέον, την ημέρα της κρίσιμης συνεδρίασης κυκλοφόρησαν καταγγελίες για πιθανή λογοκλοπή στη διδακτορική της διατριβή — ισχυρισμοί που σύμφωνα με το περιοδικό Der Spiegel κρίθηκαν από πολλούς ως προσχηματικοί και με καθαρά πολιτικά κίνητρα.
Ο πρόεδρος της Γερμανίας Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ σχολίασε πως η καθυστέρηση της εκλογής πλήττει όχι μόνο την εικόνα της κυβέρνησης, αλλά και την αξιοπιστία του κοινοβουλίου και του ίδιου του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Προέτρεψε σε άμεση επίλυση της διαμάχης και λήψη απόφασης το συντομότερο δυνατό.
Από την πλευρά του SPD, υπήρξαν σφοδρές κατηγορίες προς το CDU/CSU για υπονόμευση της διαδικασίας και για συνειδητή προσπάθεια αποσταθεροποίησης θεσμών. Αντιδρώντας, στελέχη της Ένωσης επιχείρησαν να υποβαθμίσουν τη σημασία της αναβολής, υποστηρίζοντας πως δεν συνιστά θεσμική κρίση.
Από την πλευρά της AfD, η αρχηγός Αλίς Βάιντελ κατηγόρησε το CDU ότι κεκλεισμένων των θυρών συμφώνησε σε αριστερούς δικαστές και ότι «το σέρνει από τη μύτη ένα υποβαθμισμένο SPD».
Αξιοσημείωτο είναι ότι ο Γενς Σπαν, πρωταγωνιστής της έντασης, δέχεται πλέον έντονη κριτική και από το εσωτερικό του κόμματός του, με ορισμένους να ζητούν την απομάκρυνσή του, ιδίως μετά και τις αποκαλύψεις για πιθανή εμπλοκή του σε αμφιλεγόμενες συμβάσεις προμηθειών κατά την πανδημία.
Αν και δεν φαίνεται πιθανή η αποχώρηση του SPD από την κυβέρνηση, η κρίση αυτή άφησε βαθύ αποτύπωμα στις σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ των εταίρων και ανέδειξε σοβαρές αδυναμίες στον πολιτικό συντονισμό. Η συνέχιση της διακυβέρνησης θα απαιτήσει επανόρθωση των πληγών και μια σαφή στρατηγική αποκατάστασης της συνοχής του συνασπισμού.