Πρωταγωνίστρια είναι ξανά η χώρα μας στην πολύκροτη υπόθεση έκδοσης Τούρκου πληροφοριοδότη κατά του Τούρκου προέδρου, αναφέρει ο εξόριστος Τούρκος δημοσιογράφος Λεβέντ Κένεζ, ο οποίος τονίζει σε άρθρο του:
«Ο Αλί Γεσιλντάγκ, πρώην πληροφοριοδότης της διαφθοράς πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων στην οποία εμπλέκεται ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και ο στενός κύκλος του, διατρέχει άμεσο κίνδυνο έκδοσης από την Ελλάδα στην Τουρκία.
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ενημέρωσε επίσημα την ελληνική κυβέρνηση στις 17 Ιουλίου 2025 ότι θα επανεξετάσει την υπόθεση Γεσιλντάγκ, εγείροντας σοβαρές ανησυχίες βάσει του Άρθρου 3 (απαγόρευση βασανιστηρίων και απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης), του Άρθρου 5.1 (προστασία από αυθαίρετη κράτηση) και του Άρθρου 6.1 (δικαίωμα σε δίκαιη δίκη) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).
Το δικαστήριο του Στρασβούργου ζήτησε από την ελληνική κυβέρνηση να διευκρινίσει, το εάν ο Γεσιλντάγκ θα αντιμετώπιζε πραγματικό κίνδυνο βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης, παράνομης κράτησης ή άρνησης δίκαιης δίκης σε περίπτωση έκδοσής του στην Τουρκία και εάν οι ελληνικές αρχές ασύλου και οι δικαστικές αρχές είχαν αξιολογήσει σωστά αυτούς τους κινδύνους με βάση όλα τα διαθέσιμα στοιχεία.
Επίσης ζητά να εξεταστεί εάν οι διπλωματικές διαβεβαιώσεις της Τουρκίας ήταν επαρκείς για την προστασία των δικαιωμάτων του βάσει της νομοθεσίας της ΕΕ».
Ο Γεσιλντάγκ δεν είναι ένας συνηθισμένος κατηγορούμενος. Είναι στενά συνδεδεμένος με την οικογένεια Ερντογάν μέσω των αδελφών του, Χασάν και Ζεκί Γεσιλντάγκ, μακροχρόνια έμπιστοι και επιχειρηματικοί συνεργάτες του Τούρκου προέδρου.
Σε μια σειρά βίντεο που δημοσιεύθηκαν στο YouTube τον Μάιο του 2023, ο Γεσιλντάγκ ισχυρίστηκε ότι ο Ερντογάν, σε μια περίπτωση, έλαβε προσωπικά μίζες ύψους 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων σε μια στημένη προσφορά αεροδρομίου το 2007.
Ισχυρίστηκε επίσης ότι ο Ερντογάν είχε συσσωρεύσει μια τεράστια περιουσία, ενδεχομένως εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια, μέσω παρόμοιων σχεδίων κατά τη διάρκεια της εικοσαετούς διακυβέρνησής του.
Αυτές οι αποκαλύψεις, που δημοσιεύθηκαν λίγες εβδομάδες πριν από τις τουρκικές προεδρικές εκλογές του 2023, ώθησαν τον Γεσιλντάγκ, να εγκαταλείψει την Τουρκία, ζητώντας τελικά άσυλο στην Ελλάδα.
Οι αποκαλύψεις του, εάν τεκμηριωθούν, θα μπορούσαν να εμπλέξουν ανώτατους Τούρκους αξιωματούχους και να αναδιαμορφώσουν τις διεθνείς αντιλήψεις για την κυβέρνηση Ερντογάν, σε Ευρώπη και υπόλοιπο κόσμο.
Ο Γεσιλντάγκ καταδικάστηκε αρχικά το 2018 για ληστεία που φέρεται να διαπράχθηκε το 2001. Παρόλο που αφέθηκε ελεύθερος με όρους, οι τουρκικές αρχές ανακάλεσαν την απελευθέρωσή του το 2022, λίγο μετά τη δημοσιοποίηση της πολιτικής του διαφωνίας με το καθεστώς Ερντογάν.
Ένα ένταλμα σύλληψης επανεκδόθηκε τον Ιούλιο του 2022. Ο Αλί Γεσιλντάγκ μοιράστηκε τις αποκαλύψεις του για τον Ερντογάν και την οικογένειά του στο κανάλι YouTube του δημοσιογράφου Τζεβχερί Γκιουβέν.
Μετά τους εκρηκτικούς δημόσιους ισχυρισμούς του, ο Γεσιλντάγκ διέφυγε στην Ελλάδα και συνελήφθη από τις ελληνικές αρχές τον Νοέμβριο του 2023.
Η Τουρκία υπέβαλε επίσημο αίτημα έκδοσης λίγες μέρες αργότερα, συνοδευόμενο από διπλωματικά σημειώματα που δήλωναν ότι ο Γεσιλντάγκ θα τύχαινε ανθρώπινης μεταχείρισης υπό την τουρκική κράτηση.
Παρά τη σοβαρότητα των ισχυρισμών του πληροφοριοδότη και την αυξανόμενη διεθνή ανησυχία, η ελληνική δικαστική εξουσία ενέκρινε την έκδοση.
Η απόφαση οριστικοποιήθηκε στις 6 Μαρτίου 2024 από τον υφυπουργό Δικαιοσύνης της χώρας μας.
Όλες οι νομικές και διοικητικές προσφυγές του Γεσιλντάγκ, τόσο κατά της έκδοσής του όσο και κατά της αίτησης ασύλου, είχαν απορριφθεί μέχρι τον Μάιο του 2025.
Ξένοι επικριτές υποστηρίζουν ότι τέτοιες διαβεβαιώσεις από την Άγκυρα είναι αναξιόπιστες.
«Δεδομένου του καταγεγραμμένου ιστορικού πολιτικών διώξεων, δικαστικής χειραγώγησης και βασανιστηρίων της Τουρκίας, αυτές οι εγγυήσεις είναι ελάχιστες», δήλωσε ένας νομικός εμπειρογνώμονας που γνωρίζει την υπόθεση.
«Οι φόβοι του Γεσιλντάγκ δεν είναι αβάσιμοι».
Τις ημέρες που ακολούθησαν το επίσημο αίτημα έκδοσης της Τουρκίας, το Γραφείο Τρομοκρατίας και Οργανωμένου Εγκλήματος της Κωνσταντινούπολης κάλεσε τόσο τη σύζυγο του Γεσιλντάγκ όσο και έναν στενό συνεργάτη του για ανάκριση.
Ενώ η σύζυγός του αφέθηκε ελεύθερη, ο συνεργάτης κρατήθηκε και αργότερα κατηγορήθηκε για υποβοήθηση εγκληματία και συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση, απλώς και μόνο για φερόμενους συνδέσμους με τις διαδικτυακές δηλώσεις του πληροφοριοδότη.
Οι παρατηρητές θεωρούν αυτές τις ενέργειες ως αντίποινα και ως προειδοποίηση προς όποιον συνδέεται με τον Γεσιλντάγκ ή τις αποκαλύψεις του.
Ο Γεσιλντάγκ παραμένει υπό ελληνική κράτηση, καθώς η νομική του ομάδα αναμένει περαιτέρω εξελίξεις στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Η απόφαση του δικαστηρίου θα έχει σημαντικές επιπτώσεις για τους πληροφοριοδότες σε ολόκληρη την ήπειρο και πέραν αυτής.
Μια προηγούμενη ερευνητική έκθεση του Nordic Monitor έριξε περαιτέρω φως στους ισχυρισμούς του Γεσιλντάγκ, για λεπτομερείς αποκαλύψεις, που περιέγραφαν πώς ο Ερντογάν και οι στενοί συνεργάτες του φέρονται να έχτισαν μια τεράστια περιουσία μέσω παράνομων σχεδίων που εκτείνονται σε διάστημα άνω των δύο δεκαετιών.
Σύμφωνα με την Τούρκο φυλακισμένο στην Ελλάδα, ο Τούρκος επιχειρηματίας Ιμπραχίμ Τσετσέν, ιδιοκτήτης της IC Ictas Holding, έλαβε τα δικαιώματα λειτουργίας του αεροδρομίου της Αττάλειας, αφού ο υφιστάμενος φορέας εκμετάλλευσης, Celebi Holding, αποκλείστηκε άδικα από τη διαδικασία υποβολής προσφορών.
Ισχυρίζεται ότι αυτό κανονίστηκε σκόπιμα από άτομα κοντά στον Πρόεδρο Ερντογάν, ιδίως από τον μακροχρόνιο συνεργάτη του Αλί Αρσλάν, προκειμένου να κατευθύνουν τη σύμβαση προς μια εταιρεία που ευνοείται από τον Ερντογάν.
Ο Γεσιλντάγκ δήλωσε ότι αρχικά είχε προσληφθεί από την Celebi Holding για να χρησιμοποιήσει τις επαφές του με τον Ερντογάν για να επηρεάσει τη διαδικασία υποβολής προσφορών.
Ωστόσο, αργότερα χειραγωγήθηκε ώστε να διαρρεύσει εμπιστευτικές πληροφορίες από τον Τσελεμπί στην ομάδα του Ερντογάν.
Όταν έγινε σαφές ότι ο Ερντογάν σχεδίαζε να παραδώσει τη σύμβαση στην Ictas-Fraport με αντάλλαγμα πληρωμές κάτω από το τραπέζι, τα έγγραφα που ήταν απαραίτητα για τη συμμετοχή του Τσελεμπί φέρονται να «χάθηκαν», αποκλείοντας την εταιρεία από τη διαδικασία υποβολής προσφορών.
Το αποτέλεσμα ήταν μια σημαντική οικονομική ζημία για το τουρκικό κράτος.
Ενώ ο Τσελεμπί ήταν έτοιμος να προσφέρει έως και 5 δισεκατομμύρια δολάρια για τη σύμβαση, η Ictas-Fraport κέρδισε με μια προσφορά μόλις 3,19 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Σύμφωνα με τον Γεσιλντάγκ, ο Ερντογάν τσέπωσε προσωπικά τη διαφορά του 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων.
Ο Γεσιλντάγκ ισχυρίστηκε επίσης ότι ο Ερντογάν διατηρούσε μεγάλα χρηματικά ποσά σε υπόγεια θησαυροφυλάκια σε βίλες που κατέχει στην Κωνσταντινούπολη και ότι η εκτεταμένη οικογένεια του προέδρου επωφελήθηκε από ένα πλέγμα ευνοιοκρατίας, απάτης και εκφοβισμού.
Ισχυρίστηκε ότι είχε άμεση γνώση αρκετών άλλων σκιωδών συμφωνιών που αφορούσαν κορυφαίους κυβερνητικούς αξιωματούχους, εργολάβους και εισαγγελείς που κατέστειλαν τις έρευνες για να προστατεύσουν τους εμπλεκόμενους.
Ο πληροφοριοδότης δήλωσε επίσης ότι αφού άρχισε να μιλάει, όχι μόνο αποκόπηκε από πρώην συμμάχους, αλλά καταβλήθηκαν προσπάθειες για την οριστική κράτηση και τη φίμωσή του.
Υπάρχουν πολλαπλοί ισχυρισμοί σχετικά με το μέγεθος της περιουσίας του Ερντογάν.
Η διεθνής ομάδα χάκερ Anonymous δημοσίευσε ένα tweet στις 29 Δεκεμβρίου 2020, ισχυριζόμενη ότι ο Ερντογάν είχε έως και 350 δισεκατομμύρια δολάρια σε παράνομα κέρδη και χλεύασε τον Τούρκο πρόεδρο ρωτώντας ποιες τράπεζες ήθελε να χρησιμοποιήσει για να τα ξεπλύνει.
Υπενθυμίζουμε ότι οι πολυφημισμένοι μυστικοί λογαριασμοί του Ερντογάν σε ελβετικές τράπεζες είχαν ήδη αναφερθεί από την Πρεσβεία των ΗΠΑ στην Άγκυρα σε τηλεγράφημα προς την Ουάσινγκτον.
Το διπλωματικό τηλεγράφημα διέρρευσε από τα Wikileaks τον Νοέμβριο του 2010.
Ο Ερντογάν έχει στήσει ένα διεφθαρμένο καθεστώς στην Τουρκία μετά το 2001, το οποίο έχει εμπλοκή σε πολλά σκάνδαλα, τα οποία όταν θα αποκαλυφθούν θα δείξουν το μέγεθος της σαπίλας που επικρατεί στην γειτονική χώρα.