Υπάρχει μία διαφορά ανάμεσα στις συμβουλές και τα σχόλια. Το να ζητάς συμβουλές έχει να κάνει με το να αναλύεις τι κάνεις και να αναζητήσεις τρόπους με τους οποίους κάποιος άλλος θα μπορούσε να σου προτείνει βελτιώσεις. Από την άλλη πλευρά, το να ζητάς σχόλια μπορεί να μοιάζει περισσότερο με το να ζητάς από κάποιον να βαθμολογήσει την απόδοσή σου και να σε ενημερώσει εάν έχεις επιτύχει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Και μάντεψε, οι συναισθηματικά ευφυείς άνθρωποι (εκείνοι που έχουν υψηλό EQ), χρησιμοποιούν έναν κανόνα τόσο για να λαμβάνουν όσο και για να δίνουν καλές συμβουλές.
Ας υποθέσουμε ότι ο στόχος σου είναι η συμβουλή και όχι το να σχολιάσεις κάποιον/κάτι. Πώς ξεπερνάς τις εύκολες απαντήσεις, ώστε να αποκομίζεις κάτι ή να προσφέρεις πραγματική πιθανή αξία; Όπως λέει η ψυχολόγος Βερόνικα Τέιτ, χρειάζεται να κάνεις τουλάχιστον 3 ερωτήσεις, όπως κάνουν και οι άνθρωποι με υψηλό EQ:
Πώς μπορώ να σε βοηθήσω τώρα;
Τι άλλο μπορείς να μου πεις για αυτό που αντιμετωπίζεις;
Τι συμβουλή θα έδινες σε κάποιον που βρίσκεται στη δική σου θέση;
Η άποψη της ειδικού φαίνεται να στρέφεται περισσότερο προς τις διαπροσωπικές συμβουλές. Αλλά οι ίδιες αρχές φαίνεται να ισχύουν και για τις επιχειρηματικές συμβουλές — ανεξάρτητα από το αν ζητάς συμβουλές ή αν σου ζητείται η εμπειρία σου.
Γιατί μόνο αυτές οι 3 ερωτήσεις;
Στην «καρδιά» της συναισθηματικής νοημοσύνης είναι το εξής απλό: Αυτός που δίνει συμβουλές είναι αυτός που έχει τις περισσότερες πληροφορίες — και τελικά είναι αυτός που ζητά συμβουλές που είναι υπεύθυνος για τη λήψη της απόφασης. Ακόμα κι αν αυτές οι ερωτήσεις δεν σου ταιριάζουν σε μια συγκεκριμένη περίπτωση, όταν σου ζητηθεί συμβουλή, προσπάθησε να τις κάνεις. Και αν θέλεις να ζητήσεις συμβουλές από κάποιον άλλον, πάντα να ξεκινάς μετρώντας πόσες ερωτήσεις σου έχει κάνει. Από άποψη συναισθηματικής νοημοσύνης, το να κάνεις ερωτήσεις έχει το πρόσθετο πλεονέκτημα ότι καθιστάς σαφές ότι ενδιαφέρεσαι για το τι έχει να πει το άλλο άτομο — όχι απλώς να ακούς τον εαυτό σου να μιλάει.