Στο Texas Children’s Hospital, το μεγαλύτερο παιδιατρικό νοσοκομείο των ΗΠΑ, λειτουργούσε για χρόνια ένα αμφιλεγόμενο πρόγραμμα φυλομετάβασης ανηλίκων, το οποίο, σύμφωνα με καταγγελίες, κρατούνταν κρυφό από τη διοίκηση. Το πρόγραμμα, που περιλάμβανε χορήγηση ορμονών για παρεμπόδιση της εφηβείας ή και χειρουργικές επεμβάσεις, φέρεται να είχε σοβαρές αρνητικές συνέπειες, τόσο ιατρικές όσο και κοινωνικές, στα παιδιά που υποβλήθηκαν σε αυτές τις διαδικασίες.
Δύο υπάλληλοι του νοσοκομείου, ο παιδίατρος Dr. Eithan Haim και η νοσοκόμα Vanessa Sivadge, αποφάσισαν να σπάσουν τη σιωπή τους, καταγγέλλοντας δημόσια τη διοίκηση για τις πρακτικές αυτές. Οι καταγγελίες τους επικεντρώθηκαν στις βλαπτικές επιπτώσεις των επεμβάσεων σε υγιή παιδιά, εγείροντας σοβαρά ηθικά και ιατρικά ζητήματα. Ως απάντηση, η διοίκηση του νοσοκομείου προχώρησε σε διοικητικά και νομικά μέτρα εναντίον τους, ενώ το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ κίνησε διαδικασίες διώξεων.
Ωστόσο, μετά τις προεδρικές εκλογές του 2024, οι διώξεις ανεστάλησαν. Στις 24 Ιανουαρίου 2025, η Ομοσπονδιακή Εισαγγελέας Jennifer B. Lowery και ο Δικαστής του Νοτίου Τέξας David Hittner αποφάσισαν την παύση των νομικών ενεργειών κατά των καταγγελλόντων. Η υπόθεση πήρε νέα τροπή στις 9 Απριλίου 2025, όταν ο Haim και η Sivadge κλήθηκαν να καταθέσουν ενώπιον της Υποεπιτροπής του Κογκρέσου για το Σύνταγμα και την Περιορισμένη Κυβέρνηση, σε ακρόαση με θέμα την προστασία whistleblowers που υπερασπίζονται τα δικαιώματα των παιδιών.
Η υπόθεση αυτή αποτελεί ακόμη ένα κεφάλαιο στην έντονη αντιπαράθεση γύρω από την «woke» ατζέντα, που διχάζει τις ΗΠΑ και τη Δύση. Το ζήτημα της φυλομετάβασης ανηλίκων εγείρει ερωτήματα που ξεπερνούν τη συζήτηση για τα δικαιώματα και την ισότητα, φτάνοντας σε μια κρίσιμη συζήτηση για τα όρια της ιατρικής ηθικής και της κοινωνικής ευθύνης. Η έκβαση της υπόθεσης παραμένει ανοιχτή, με το κοινό να παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις.