Η κυβέρνηση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ ζήτησε την παρέμβαση του Ανώτατου Δικαστηρίου, έπειτα από μια δικαστική απόφαση που απαγόρευσε τις μαζικές απολύσεις και την αναδιάρθρωση των ομοσπονδιακών υπηρεσιών.
Αυτή η κίνηση εντάσσεται στο πλαίσιο της προσπάθειας μείωσης του μεγέθους του ομοσπονδιακού κράτους.
Το υπουργείο Δικαιοσύνης προχώρησε σε προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο μετά την απόφαση της δικαστού Σούζαν Ίλστον από το Σαν Φρανσίσκο, η οποία στις 22 Μαΐου μπλόκαρε τις μαζικές απολύσεις. Η απόφαση αυτή δικαίωσε συνδικάτα, μη κυβερνητικές οργανώσεις και τοπικές αρχές που είχαν αμφισβητήσει τις πολιτικές του Λευκού Οίκου.
Η υπόθεση αφορούσε μεταξύ άλλων τα υπουργεία Γεωργίας, Εμπορίου, Υγείας, Εξωτερικών, Οικονομικών και Βετεράνων.
Τον περασμένο Φεβρουάριο ο Τραμπ έδωσε στις ομοσπονδιακές υπηρεσίες οδηγίες να προετοιμαστούν αμέσως για να ξεκινήσουν «μεγάλης κλίμακας περικοπές του δυναμικού τους». Στην απόφασή της, η Ίλστον ανέφερε ότι ο πρόεδρος υπερέβη τις εξουσίες του. «Όπως δείχνει η ιστορία, ο πρόεδρος μπορεί να αναδιαρθρώσεις ομοσπονδιακές υπηρεσίες μόνο με την έγκριση του Κογκρέσου» ανέφερε στο σκεπτικό της.
Στις 30 Μαΐου το 9ο Εφετείο που εδρεύει στο Σαν Φρανσίσκο, με ψήφους 2 έναντι 1, απέρριψε το αίτημα της κυβέρνησης να ανατρέψει την απόφαση της Ίλστον. Το Εφετείο σημείωσε ότι η κυβέρνηση δεν απέδειξε ότι θα ζημιωνόταν ανεπανόρθωτα εάν παραμείνει σε ισχύ η δικαστική απόφαση και, επιπροσθέτως, οι ενάγοντες έχουν περισσότερες πιθανότητες να δικαιωθούν. Συμφώνησε επίσης με την Ίλστον ότι το εκτελεστικό διάταγμα υπερβαίνει τις εξουσίες του Τραμπ, με βάση το Σύνταγμα καθώς συνιστά «μια άνευ προηγούμενου επιχειρούμενη αναδιάρθρωση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και των λειτουργιών της».
Η κυβέρνηση Τραμπ έχει προσφύγει πολλές φορές τους τελευταίους μήνες στο Ανώτατο Δικαστήριο καθώς δικαστές κατώτερων δικαστηρίων μπλοκάρουν την εφαρμογή της πολιτικής της.