Οι Ηνωμένες Πολιτείες ανακοίνωσαν πρόσφατα ότι έχουν χαρακτηρίσει δύο συμμορίες της Αϊτής, τη Viv Ansanm και την Gran Grif, ως «ξένες τρομοκρατικές οργανώσεις». Αυτή η απόφαση έρχεται σε μια κρίσιμη στιγμή, καθώς οι εγκληματικές οργανώσεις στην Αϊτή εντείνουν τις δραστηριότητές τους με στόχο την επέκταση της επιρροής τους στο νησί.
Ο Μάρκο Ρούμπιο, εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ, δήλωσε ότι «η εποχή της ατιμωρησίας για εκείνους που υποστηρίζουν τη βία στην Αϊτή έχει τελειώσει». Αυτή η δήλωση υπογραμμίζει τη σοβαρότητα της κατάστασης στη χώρα, η οποία είναι γνωστή ως η φτωχότερη στην αμερικανική ήπειρο και αντιμετωπίζει χρόνια πολιτική αστάθεια.
Η Αϊτή έχει γίνει θέατρο βίας και εγκληματικών ενεργειών από συμμορίες που κατηγορούνται για σοβαρά εγκλήματα όπως δολοφονίες, βιασμούς, λεηλασίες και απαγωγές. Οι συμμορίες αυτές εκμεταλλεύονται την πολιτική αναταραχή και την κοινωνική ανισότητα που επικρατεί στη χώρα. Η κατάσταση αυτή έχει οδηγήσει σε αυξανόμενη ανησυχία τόσο σε τοπικό όσο και σε διεθνές επίπεδο.
Περισσότεροι από 1.600 άνθρωποι, οι περισσότεροι εκ των οποίων ήταν μέλη συμμοριών, σκοτώθηκαν στην Αϊτή κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.
«Οι αϊτινές συμμορίες, κυρίως ο συνασπισμός των Viv Ansanm και Gran Grif, είναι η κυριότερη πηγή αστάθειας και βίας στην Αϊτή. Συνιστούν άμεση απειλή για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ στην περιοχή μας», πρόσθεσε ο Ρούμπιο, υπογραμμίζοντας ότι «ο τελικός στόχος τους είναι να δημιουργήσουν ένα κράτος ελεγχόμενο από τις συμμορίες, όπου η παράνομη διακίνηση και οι άλλες εγκληματικές δραστηριότητες θα γίνονται ελεύθερα, τρομοκρατώντας τους Αϊτινούς πολίτες».
Οι ΗΠΑ έχουν ήδη χαρακτηρίσει «τρομοκρατικές οργανώσεις» το μεξικανικό καρτέλ Sinaloa, τη βενεζουελάνικη συμμορία Tren de Aragua καθώς και τη σαλβαδοριανή MS-13.
Η Αϊτή, που κυβερνάται από μια μεταβατική κυβέρνηση, βιώνει ένα νέο κύμα βίας από τα μέσα Φεβρουαρίου. Οι συμμορίες, που ελέγχουν σχεδόν το 85% της πρωτεύουσας Πορτ-ο-Πρενς, πολλαπλασίασαν τις επιθέσεις στις ζώνες που δεν έχουν υπό τον έλεγχό τους, σπέρνοντας τον πανικό στους κατοίκους. Στη χώρα έχει αναπτυχθεί μερικώς η πολυεθνική αποστολή ασφαλείας (MMAS), τη διοίκηση της οποίας έχει αναλάβει η Κένυα, για να βοηθήσει την τοπική αστυνομία. Η αποστολή αυτή, που έχει λάβει σχετική εντολή από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, αριθμεί προς το παρόν 1.000 αστυνομικούς από έξι χώρες, αλλά στόχος είναι να αυξηθούν τα μέλη της στα 2.500.