Η Ταϊβάν επενδύει ξανά σε ένα «παλιό τέρας»: Γιατί αποκτά άρματα Abrams που απέτυχαν στην Ουκρανία

Κοινοποίηση:
fbcc2775e81430c8885fc6acdd930fa4_XL

Η παράδοση αμερικανικών αρμάτων μάχης M1A2T Abrams στην Ταϊβάν σηματοδοτεί την έναρξη ενός φιλόδοξου σχεδίου εκσυγχρονισμού των τεθωρακισμένων δυνάμεων του νησιού, σύμφωνα με ανάλυση του αμερικανικού στρατιωτικού περιοδικού Military Watch Magazine.
Το άρθρο, που αναδημοσιεύθηκε από το Pravda.Ru, εξετάζει τις λεπτομέρειες της μεταφοράς, τη χρήση των οχημάτων σε ασκήσεις και τις αμφιλεγόμενες απόψεις για την επιχειρησιακή τους αποτελεσματικότητα.
Ο Στρατός της Δημοκρατίας της Κίνας (RoCA) παρέλαβε τη δεύτερη παρτίδα αρμάτων M1A2T Abrams, η οποία έφτασε στο λιμάνι της Ταϊπέι τη νύχτα της 27ης Ιουλίου και μεταφέρθηκε εκτός λιμανιού λίγο μετά τα μεσάνυχτα της επόμενης ημέρας. Τα άρματα οδηγήθηκαν στο Κέντρο Εκπαίδευσης Τεθωρακισμένων Δυνάμεων στην επαρχία Χσιντσού.
Η νέα παραλαβή υπερδιπλασιάζει τον αριθμό των προηγμένων αρμάτων του στρατού, μετά την πρώτη αποστολή 38 οχημάτων τον Δεκέμβριο του 2024.
Συνολικά, η Ταϊβάν σχεδιάζει να προμηθευτεί 108 άρματα μάχης Abrams. Από αυτά, τα 84 θα ενταχθούν σε τρία τάγματα συνδυασμένων όπλων της 584ης Τεθωρακισμένης Ταξιαρχίας, με 28 άρματα ανά τάγμα (σε δύο λόχους των 14 οχημάτων), ενώ τα υπόλοιπα 20 θα χρησιμοποιηθούν για εκπαιδευτικούς σκοπούς.
Τα Abrams προορίζονται να αντικαταστήσουν τα παλαιωμένα M48 που εξακολουθούν να βρίσκονται σε υπηρεσία, ενώ θα επιχειρούν παράλληλα με τα επίσης παλαιότερα M60.

Αν και ακόμη δεν έχουν ενταχθεί σε επιχειρησιακές μονάδες, δοκιμάστηκαν ήδη σε ασκήσεις με πραγματικά πυρά κατά τη διάρκεια της ετήσιας άσκησης Han Guang, στις αρχές Ιουλίου.
Ο λοχαγός Τσεν Γιού-Τσουν χαρακτήρισε το νέο άρμα ως «σημαντικό άλμα προς τα εμπρός» όσον αφορά την ισχύ πυρός, την ευκινησία και την προστασία. Από την πλευρά του, ο υποστράτηγος Τσόου Κουάνγκ-Γι, διοικητής της 584ης Ταξιαρχίας, υπογράμμισε την υπεροχή του συστήματος «hunter-killer», που επιτρέπει στον πυροβολητή να πλήττει στόχους ενώ ο διοικητής αναζητά τους επόμενους με τη χρήση ανεξάρτητου θερμικού αισθητήρα – βελτιώνοντας σημαντικά την επιχειρησιακή επίγνωση.

Ωστόσο, η χρησιμότητα του Abrams σε σύγχρονες συγκρούσεις υψηλής έντασης έχει τεθεί υπό αμφισβήτηση. Η εμπειρία από την Ουκρανία είναι αποκαλυπτική: έως τις αρχές Ιουνίου 2025, οι ουκρανικές δυνάμεις είχαν χάσει το 87% των Abrams που τους είχαν παραδοθεί από τις ΗΠΑ – 27 από τα 31 άρματα είτε καταστράφηκαν είτε καταλήφθηκαν. Παρά τις υψηλές προσδοκίες της Δύσης, το άρμα δεν κατάφερε να ανατρέψει την εικόνα στο πεδίο της μάχης.
Το Abrams εντάχθηκε στον αμερικανικό στρατό το 1980 και παραμένει το βαρύτερο άρμα μάχης στον κόσμο.
Μαζί με το ρωσικό T-80 είναι τα μοναδικά που χρησιμοποιούν κινητήρα αεριοστροβίλου – επιλογή που προσφέρει ισχυρή ευκινησία, αλλά επιβαρύνει σημαντικά τη συντήρηση και την κατανάλωση καυσίμου.

Η Ταϊβάν, λόγω της διπλωματικής της απομόνωσης, αντιμετωπίζει διαχρονικά εμπόδια στην απόκτηση προηγμένων οπλικών συστημάτων.

Η κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Κίνας δεν αναγνωρίζεται επισήμως από τη διεθνή κοινότητα – συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Εθνών και των ΗΠΑ – οι οποίες αναγνωρίζουν το Πεκίνο ως τη μόνη νόμιμη εκπροσώπηση της Κίνας.
Οι δύο κυβερνήσεις παραμένουν τυπικά σε εμφύλια σύγκρουση, αμφότερες διεκδικώντας την αποκλειστική νομιμοποίηση ως εκφραστές του κινεζικού έθνους.

Σε αυτό το γεωπολιτικό πλαίσιο, οι ΗΠΑ ήταν ο μοναδικός πρόθυμος προμηθευτής κύριων αρμάτων μάχης για την Ταϊβάν, καθιστώντας τα Abrams μονόδρομο για την ενίσχυση των τεθωρακισμένων δυνάμεων του νησιού – ακόμη κι αν τα ερωτήματα για την επιχειρησιακή τους αξία παραμένουν.

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ:

Leave a Response