Λαγκάρντ: «Κάθε χρήση ρωσικών κεφαλαίων για την Ουκρανία πρέπει να σέβεται το διεθνές δίκαιο»
Με φόντο τις εντεινόμενες συζητήσεις στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αξιοποίηση δεσμευμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων, η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, προειδοποίησε ότι κάθε τέτοια απόφαση οφείλει να είναι απολύτως συμβατή με το διεθνές δίκαιο.
Μιλώντας τη Δευτέρα ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο, η Λαγκάρντ έστειλε ξεκάθαρο μήνυμα: «Αναμένουμε πως οποιοδήποτε σχέδιο εφαρμοστεί θα είναι πλήρως ευθυγραμμισμένο με το πλαίσιο του διεθνούς δικαίου», δήλωσε με έμφαση.
Η παρέμβασή της ήρθε σε μια κρίσιμη χρονική στιγμή, καθώς η ΕΕ προσπαθεί να βρει νομική και πολιτική διέξοδο προκειμένου να χρηματοδοτήσει την άμυνα και την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας, η οποία συνεχίζει να υφίσταται τις συνέπειες της ρωσικής εισβολής.
Στο επίκεντρο των συζητήσεων βρίσκεται το ενδεχόμενο χρήσης των δεσμευμένων ρωσικών κρατικών και ιδιωτικών περιουσιακών στοιχείων, η συνολική αξία των οποίων φτάνει τα 210 δισεκατομμύρια ευρώ, κατατεθειμένα ή «παγωμένα» σε ευρωπαϊκές και άλλες δυτικές χώρες.
Νομικό ναρκοπέδιο με γεωπολιτικό βάρος
Παρότι η πρόθεση ενίσχυσης της Ουκρανίας συγκεντρώνει ευρεία στήριξη εντός της ΕΕ, η νομική βάση για την κατάσχεση και επαναχρησιμοποίηση των ρωσικών κεφαλαίων παραμένει αχαρτογράφητη και πολιτικά ευαίσθητη.
Η Λαγκάρντ, με τη θεσμική βαρύτητα της ΕΚΤ, επανέλαβε ουσιαστικά ότι η βιασύνη χωρίς νομική θωράκιση θα μπορούσε να οδηγήσει σε επικίνδυνα μονοπάτια, με πιθανές επιπτώσεις τόσο για την Ευρωζώνη όσο και για τη διεθνή εμπιστοσύνη στο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Η θέση της ΕΚΤ ερμηνεύεται από παρατηρητές ως σαφής υπενθύμιση των νομικών ορίων μέσα στα οποία πρέπει να κινηθούν οι πολιτικές αποφάσεις, ειδικά όταν εμπλέκονται δεσμευμένα κρατικά περιουσιακά στοιχεία.