Η τελευταία πρόταση του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν για την κατάπαυση πυρός στην Ουκρανία φαίνεται να μην βρίσκει ανταπόκριση στην Ευρώπη, η οποία έχει ήδη εκπονήσει την δική της αντιπρόταση, την οποία παρουσίασε πρόσφατα η Wall Street Journal.
Σύμφωνα με ευρωπαϊκούς αξιωματούχους, η πρόταση Πούτιν, που αφορά την αποδοχή της κατάληψης περιοχών του Ντονέτσκ και Λουγκάνσκ από τη Ρωσία, απορρίπτεται, καθώς οι Ευρωπαίοι ζητούν να τεθούν συγκεκριμένοι όροι πριν τη συμφωνία για την κατάπαυση του πυρός. Στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής αντιπρότασης βρίσκεται η ανάγκη για πλήρη κατάπαυση του πυρός πριν από οποιαδήποτε εδαφική παραχώρηση, ενώ τονίζεται ότι κάθε παραχώρηση εδάφους πρέπει να είναι αμοιβαία.
Οι Ευρωπαίοι επισημαίνουν ότι το μέλλον της Ουκρανίας δεν μπορεί να συζητηθεί χωρίς τη συμμετοχή της ίδιας της Ουκρανίας και εκφράζουν την πρόθεση να συνεχίσουν να παρέχουν υποστήριξη στην Ουκρανία, ανεξαρτήτως του αποτελέσματος των διαπραγματεύσεων. Στην κατεύθυνση αυτή, η Ευρώπη θέτει μια «κόκκινη γραμμή», σύμφωνα με την οποία η Ουκρανία δεν θα δεχτεί οποιεσδήποτε παραχωρήσεις χωρίς εγγυήσεις για την ασφάλειά της, οι οποίες, όπως υποστηρίζουν οι Ευρωπαίοι, θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν και την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ.
Αντίθετα, η πρόταση Πούτιν, σύμφωνα με πληροφορίες, προβλέπει τη διατήρηση του ελέγχου από τη Ρωσία στις περιοχές του Ντονέτσκ, του Λουγκάνσκ και της Κριμαίας, ενώ η Ουκρανία θα πρέπει να αποσύρει τα στρατεύματά της από το Ντονμπάς. Ωστόσο, σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες, ο Ρώσος πρόεδρος φαίνεται να είναι διατεθειμένος να προχωρήσει σε συμφωνία που θα περιλαμβάνει και άλλες περιοχές που κατέχουν οι ρωσικές δυνάμεις, όπως η Χερσώνα και η Ζαπορίζια, για να επιτευχθεί τελικά η κατάπαυση του πυρός.
Η κατάσταση αναμένεται να κλείσει με μια συνάντηση μεταξύ του Πούτιν και του προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, στις 15 Αυγούστου στην Αλάσκα, όπου θα συζητηθεί το τελικό ειρηνευτικό σχέδιο. Στην ατζέντα βρίσκεται και η συμμετοχή του Ουκρανού προέδρου, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, στη διαδικασία των συνομιλιών, καθιστώντας σαφές ότι η χώρα του δεν πρόκειται να δεχτεί λύσεις χωρίς τη συμμετοχή της στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.