Σε ηλικία 87 ετών έφυγε από τη ζωή ο διακεκριμένος Αμερικανός βιολόγος Ντέιβιντ Μπάλτιμορ, σύμφωνα με αμερικανικά μέσα ενημέρωσης. Ο θάνατός του σημειώθηκε το Σάββατο, ενώ η είδηση έγινε γνωστή τη Δευτέρα 8 Σεπτεμβρίου.
Ο Μπάλτιμορ υπήρξε μία από τις σημαντικότερες μορφές στον χώρο της μοριακής βιολογίας. Το 1975, σε ηλικία μόλις 37 ετών, τιμήθηκε με το Νόμπελ Ιατρικής για την πρωτοποριακή του εργασία πάνω στους ρετροϊούς και την ανακάλυψη του ενζύμου «αντίστροφη μεταγραφάση». Η ανακάλυψη αυτή εξήγησε κρίσιμες πτυχές του τρόπου με τον οποίο οι ιοί, όπως ο HIV, ενσωματώνουν το γενετικό τους υλικό στα κύτταρα, ανοίγοντας τον δρόμο για τις γονιδιακές θεραπείες.
Κατά τη διάρκεια της καριέρας του δίδαξε στο περίφημο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης (MIT), ενώ διετέλεσε και πρόεδρος του Πανεπιστημίου Ροκφέλερ. Ωστόσο, η φήμη του δοκιμάστηκε τη δεκαετία του ’80, όταν βρέθηκε στο επίκεντρο μιας υπόθεσης επιστημονικής απάτης. Αν και ο ίδιος δεν κατηγορήθηκε επίσημα, η συνεργάτιδά του, με την οποία είχε συνυπογράψει μελέτη στον τομέα της ανοσολογίας, ελέγχθηκε για παραποίηση πειραματικών δεδομένων.
Ο Μπάλτιμορ υπερασπίστηκε σθεναρά την ακεραιότητα της εργασίας τους και υποχρεώθηκε να δώσει εξηγήσεις ενώπιον επιτροπών, ακόμη και του Κογκρέσου. Το 1991 παραιτήθηκε από την προεδρία του Πανεπιστημίου Ροκφέλερ, μετά από μόλις ενάμιση χρόνο θητείας. Πέντε χρόνια αργότερα, το 1996, τόσο ο ίδιος όσο και η συνεργάτιδά του απαλλάχθηκαν από κάθε κατηγορία.
Σε μεταγενέστερες δηλώσεις του, είχε αναφερθεί στη δύσκολη εκείνη περίοδο, δηλώνοντας πως δεν μπορούσε να την ξεχάσει. Παρά τις δυσκολίες, η συμβολή του στην επιστήμη παραμένει τεράστια και αναγνωρισμένη διεθνώς.
Είδε την βρώμα που εζεχνε στο ροκφέλερ και παραιτήθηκε η τον παραίτησαν το αποτέλεσμα μετρά και μπράβο του.