Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της Eurostat, η Ελλάδα κατατάσσεται στην κορυφή της Ευρώπης όσον αφορά την εργασία κατά τη διάρκεια των Σαββατοκύριακων, ξεπερνώντας τον ευρωπαϊκό μέσο όρο κατά σχεδόν 10 ποσοστιαίες μονάδες.
Συγκεκριμένα, το 32,3% των εργαζομένων στη χώρα εργάζεται χωρίς σταθερό ρεπό, γεγονός που οφείλεται είτε στις απαιτήσεις των επαγγελματικών τους υποχρεώσεων είτε στην οικονομική πίεση που αντιμετωπίζουν.
Αυτή η τάση συνδέεται άμεσα με τα χαρακτηριστικά της ελληνικής αγοράς εργασίας. Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά είναι το υψηλό ποσοστό αυτοαπασχόλησης, το οποίο ενισχύει την ευελιξία αλλά και την ανασφάλεια στους εργαζόμενους. Επιπλέον, η ελληνική οικονομία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον τουρισμό, γεγονός που οδηγεί σε εποχιακή και συχνά μη τυπική απασχόληση. Οι συνθήκες αυτές δημιουργούν ένα περιβάλλον όπου οι εργαζόμενοι συχνά δεν έχουν καθορισμένο ωράριο εργασίας και αναγκάζονται να εργάζονται ακόμα και τα Σαββατοκύριακα.
Η κατάσταση αυτή έχει ως αποτέλεσμα περιορισμένες απολαβές για τους εργαζόμενους. Ο μέσος μεικτός μισθός στην Ελλάδα ανέρχεται μόλις στα 1.342 ευρώ, γεγονός που καθιστά δύσκολη τη διαχείριση των καθημερινών εξόδων για πολλές οικογένειες. Αυτές οι συνθήκες εργασίας ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά την ποιότητα ζωής των εργαζομένων και να συμβάλουν σε μια γενικότερη αίσθηση ανασφάλειας στον τομέα της εργασίας.
Αξιοσημείωτο είναι ότι σχεδόν οι μισοί αυτοαπασχολούμενοι στην Ελλάδα δηλώνουν πως εργάζονται τα Σαββατοκύριακα, με τη χώρα να καταγράφει το 2022 ένα από τα υψηλότερα ποσοστά αυτοαπασχόλησης στην Ε.Ε. (27,3% έναντι 13,2% κατά μέσο όρο). Πρόκειται κυρίως για καταστηματάρχες, αγρότες και επαγγελματίες που εξαρτώνται από τη φυσική τους παρουσία για την επιβίωση της επιχείρησής τους.
Η έντονη τουριστική δραστηριότητα και η κυριαρχία του τομέα της εστίασης επιδεινώνουν την κατάσταση, με πολλούς εργαζόμενους να καλούνται να δουλέψουν και σε αργίες, συχνά χωρίς επαρκή αποζημίωση.