Μετά την ίδρυση του Συλλόγου Οπαδών της Φενερμπαχτσέ στις περιοχές της Ελληνικής Θράκης όπου ζει η μουσουλμανική μειονότητα, τώρα ξεκίνησαν οι διαδικασίες για την ίδρυση του Συλλόγου Οπαδών της Γαλατασαράι.
Συναντήσεις διοργανώνονται στις πόλεις Κομοτηνή, Ξάνθη και Αλεξανδρούπολη, στις εγκαταστάσεις της παρανόμως λειτουργούσης “Τουρκικής Ένωσης Νέων Κομοτηνής (ΤΕΝΚ)” και, επίσης, της παρανόμως λειτουργούσης “Τουρκικής Ένωσης Ξάνθης (ΤΕΞ)”, με στόχο τη συγκέντρωση των οπαδών και την ενημέρωσή τους για την πορεία της πρωτοβουλίας.
Στην επίσημη ανακοίνωση που δόθηκε στη δημοσιότητα αναφέρεται:
«Οι οπαδοί της Γαλατασαράι που ζουν στις περιοχές Ξάνθης, Κομοτηνής και Αλεξανδρούπολης θα ενημερωθούν για τα έως τώρα στάδια της προετοιμασίας του συλλόγου, θα ανταλλάξουν απόψεις για τα επόμενα βήματα και θα ξεκινήσει επισήμως η διαδικασία ίδρυσης.
Η πρώτη συνάντηση θα πραγματοποιηθεί την Παρασκευή 3 Οκτωβρίου στις 18:00 στο τοπικό κέντρο της ΤΕΞ στην Ξάνθη και η δεύτερη την Κυριακή 5 Οκτωβρίου στις 17:00 στην ΤΕΝΚ στην Κομοτηνή, για τους οπαδούς της Κομοτηνής και της Αλεξανδρούπολης.»
Αθλητικός Εθνικισμός στα Πομακοχώρια
Τον Μάιο του 2025 καταγράφηκε άλλο ένα περιστατικό που προκαλεί συζητήσεις: ο Δήμαρχος Αρριανών, Ερδέμ Χουσεΐν, γνωστός και ως [παράνομος] «Αντιπρόεδρος Ανωτάτης Συμβουλευτικής Επιτροπής Τουρκικής Μειονότητας Δυτικής Θράκης», φέρεται ότι ζωγράφισε σε πέτρινο χώρο στο Πομακοχώρι Χλόη το έμβλημα της Γαλατασαράι.
Σε τουρκόγλωσση ανάρτηση και μέσω τοπικών μέσων, ο ίδιος παρουσίασε την ενέργεια ως «παράδοση», ενώ η ανακοίνωση υποστηρίζει ότι κάθε χρόνο ο χώρος βάφεται με τα χρώματα της ομάδας.
Το περιστατικό εγείρει ερωτήματα για την πολιτική και εθνοτική διάσταση τέτοιων συμβολισμών σε δημόσιους χώρους της περιοχής.
Σημαντικό σημείο προς προβληματισμό
Η σύνδεση συλλόγων φιλάθλων με δομές όπως οι ΤΕΝΚ και ΤΕΞ, που έχουν αμφισβητούμενο νομικό καθεστώς και θεωρούνται φιλοπροξενικές, δημιουργεί υπόνοιες για έμμεση ξένη επιρροή σε δραστηριότητες που παρουσιάζονται ως αμιγώς αθλητικές ή πολιτιστικές.
Αν και η πρακτική μπορεί να οφείλεται σε ανάγκες χώρων και πρόσβασης στην κοινότητα, οι σύλλογοι που επιδιώκουν πλήρη ανεξαρτησία θα έπρεπε να αναζητήσουν δικές τους δομές και χρηματοδότηση, ώστε να αποφευχθούν πολιτικές και νομικές αμφισβητήσεις.