ΤΑ ΠΕΡΙΠΤΕΡΑ: ΑΠΟ ΣΥΜΒΟΛΟ ΤΗΣ ΓΕΙΤΟΝΙΑΣ ΣΤΗ ΣΙΩΠΗΛΗ ΕΞΑΦΑΝΙΣΗ
Ένα περίπτερο δεν είναι πια το «μικρό μαγαζάκι της γειτονιάς». Το κόστος για να το κρατήσει κανείς ανοιχτό είναι δυσβάστακτο:
Ενοίκιο σημείου: Σε κεντρικές περιοχές, οι δήμοι ζητούν από 500 έως και 3.000 ευρώ τον μήνα για το δικαίωμα κατάληψης κοινοχρήστου χώρου.
Λογαριασμοί ρεύματος: Τα ψυγεία, οι βιτρίνες και ο φωτισμός «καίνε» ασταμάτητα, με λογαριασμούς που φτάνουν τα 600–800 ευρώ τον μήνα.
Ασφαλιστικές εισφορές: Ο ΟΑΕΕ/ΕΦΚΑ επιβαρύνει με σταθερές εισφορές ανεξάρτητα από τον τζίρο.
Φορολογία: Οι περιπτεράδες φορολογούνται σαν κανονικοί έμποροι, χωρίς καμία ελάφρυνση.
Προμήθειες: Από τσιγάρα και εφημερίδες τα ποσοστά κέρδους είναι ελάχιστα (5%–8%), γεγονός που κάνει τον τζίρο να φαίνεται μεγάλος, αλλά το καθαρό κέρδος να είναι ασήμαντο.
Τα «παράλογα» αιτήματα, όπως λένε οι πολιτικοί
Οι περιπτεράδες καταγγέλλουν ότι οι Δήμοι και το κράτος τους ζητούν παράλογα ποσά:
Σε πολλούς Δήμους, ζητούνται προκαταβολικά χιλιάδες ευρώ για την άδεια κατάληψης, ακόμη κι αν το περίπτερο δεν αποδίδει.(απλά τραγικό)
Σε ορισμένες περιπτώσεις, ο Δήμος ζητά επιπλέον τέλη για κάθε ψυγείο, κάθε προθήκη ή ακόμα και για την τέντα που προστατεύει τον πελάτη από τη βροχή. (Αν είναι δυνατόν)
Υπάρχουν περιπτέρουχοι που χρωστούν περισσότερα στον Δήμο από ό,τι εισπράττουν σε έναν ολόκληρο χρόνο λειτουργίας.(Σα να τους λένε κλειστο!)
Γιατί διαμαρτύρονται
Οι περιπτεράδες έχουν βγει στα κάγκελα γιατί βλέπουν πως η δουλειά τους οδηγείται μαθηματικά στο κλείσιμο. Με το αυξανόμενο κόστος και την ελάχιστη προμήθεια, πολλοί δηλώνουν ότι δουλεύουν απλώς «για να πληρώνουν το κράτος».
Χαρακτηριστικά, περιπτερούχοι αναφέρουν ότι:
Από έναν τζίρο 10.000 ευρώ, μένουν στην τσέπη τους μόλις 500–700 ευρώ καθαρά.
Οι περισσότεροι δεν μπορούν να καλύψουν τις ασφαλιστικές εισφορές, με αποτέλεσμα να χάνουν και την ιατροφαρμακευτική τους περίθαλψη.
Το περίπτερο, που άλλοτε έθρεφε οικογένειες, σήμερα δεν μπορεί να συντηρήσει ούτε τον ίδιο τον ιδιοκτήτη.
Ένα επάγγελμα σε αφανισμό
Δεν είναι τυχαίο ότι από τα 11.000 περίπτερα του 2000, σήμερα λειτουργούν λιγότερα από 5.000. Οι υπόλοιποι αναγκάστηκαν να κλείσουν, μη μπορώντας να αντέξουν την πίεση.
Οι περιπτεράδες δεν ζητούν προνόμια· ζητούν λογική: μείωση των υπέρογκων τελών, δίκαιες προμήθειες από τις καπνοβιομηχανίες, και ουσιαστική στήριξη για να συνεχίσουν να προσφέρουν μια υπηρεσία που παραμένει σημαντική για την κοινωνία.
Υπήρχαν κάποτε σε κάθε γωνιά. Στην πλατεία, στον κεντρικό δρόμο, ακόμα και στα πιο μικρά χωριά. Τα περίπτερα δεν ήταν απλώς ένα μικρό μαγαζάκι, ήταν η καρδιά της καθημερινότητας. Ήταν εκεί για να πάρεις την εφημερίδα σου το πρωί, τα τσιγάρα σου, ένα μπουκαλάκι νερό, μια σοκολάτα, τα εισιτήρια του λεωφορείου. Ήταν σημείο αναφοράς, τόπος συνάντησης, καταφύγιο σε ώρες ανάγκης.
Ας δούμε όμως Πιο αναλυτικά την ιστορία: Πριν 20 χρόνια: το «χρυσό» τους κεφάλαιο
Στις αρχές της δεκαετίας του 2000, η Ελλάδα μετρούσε πάνω από 11.000 ενεργά περίπτερα σε όλη τη χώρα. Σχεδόν κάθε οικογένεια ήξερε έναν περιπτερά· πολλές μάλιστα συντηρούσαν τα παιδιά τους και έφτιαχναν ολόκληρες ζωές χάρη σε αυτό το μικρό ξύλινο κουβούκλιο.
Η πώληση εφημερίδων και περιοδικών έφερνε σταθερό εισόδημα. Τα τσιγάρα, τα ψιλικά, τα πρώτης ανάγκης προϊόντα εξασφάλιζαν ότι «κάτι θα μπει στο ταμείο» ακόμα και τις δύσκολες μέρες.
Το περίπτερο ήταν, με λίγα λόγια, ένα κοινωνικό μπακάλικο ευ ζην: προσέφερε τα απαραίτητα για να συνεχίσει ο πολίτης την ημέρα του, αλλά και μια αίσθηση σταθερότητας.
Η κοινωνική του σημασία
Δεν ήταν απλά εμπόριο. Ήταν κοινωνική υπηρεσία.
Ο περιπτεράς ήξερε τον πελάτη με το μικρό του όνομα, ήξερε ποιος παίρνει την εφημερίδα «Τα Νέα» «Μακελειό» και ποιος τον «Ριζοσπάστη» (ακόμα και τον Ελληνικό Βορρά) ποιος ζητάει τσιγάρα και ποια και ποιος ζητάει τα φθηνότερα. Ήξερε πότε ο γείτονας περνάει δύσκολα και άφηνε «βερεσέ» μέχρι να πληρωθεί.
Το περίπτερο ήταν φάρος ζεστασιάς στη γειτονιά – ένα κομμάτι από την ψυχή της πόλης και του χωριού.
Σήμερα: η δραματική πτώση
Σύμφωνα με στοιχεία συλλόγων περιπτερούχων, σήμερα λειτουργούν μόλις 4.000 με 4.700 περίπτερα σε όλη τη χώρα. Μέσα σε δύο δεκαετίες, χάθηκαν τα μισά.
Οι λόγοι πολλοί και σκληροί:
Η οικονομική κρίση και τα χρέη.
Τα αυξημένα ενοίκια για τα σημεία σε κεντρικές πλατείες.
Το υψηλό κόστος ρεύματος για τα ψυγεία και τον φωτισμό.
Ο ανταγωνισμός από τα 24ωρα μίνι μάρκετ και τις αλυσίδες.
Οι γραφειοκρατικές δυσκολίες με τις άδειες, που συχνά «σχολάζουν» και δεν ανανεώνονται.
Η πτώση των πωλήσεων εφημερίδων που κάποτε αποτελούσαν το βασικό «στήριγμα» του τζίρου.
Από στήριγμα οικογενειών… σε σιωπή
Για χιλιάδες οικογένειες, το περίπτερο ήταν το μοναδικό εισόδημα. Μπαμπάδες, μαμάδες, παππούδες, ακόμα και παιδιά δούλευαν νύχτα–μέρα για να κρατήσουν ανοιχτή αυτή τη μικρή επιχείρηση. Πολλοί σπούδασαν τα παιδιά τους, πλήρωσαν στεγαστικά δάνεια, έστησαν ολόκληρες ζωές μέσα από ένα περίπτερο.
Σήμερα, δεκάδες από αυτά έχουν κατεβασμένα ρολά και σκουριασμένα κουβούκλια, σιωπηλοί μάρτυρες μιας άλλης εποχής. Κάθε κλειστό περίπτερο είναι μια μικρή ιστορία απώλειας – μια οικογένεια που δεν μπόρεσε να συνεχίσει, μια γειτονιά που έχασε τον παλμό της.
Η «εθνική τρέλα» που πληρώνουμε
Την ώρα που μιλάμε για ανάπτυξη και «ευ ζην», εξαφανίζουμε τα πιο βασικά κύτταρα της κοινωνικής ζωής. Αντί να στηριχθεί το θεσμό του περιπτέρου με φορολογικές ελαφρύνσεις ή μείωση γραφειοκρατίας, τον αφήνουμε να σβήσει.
Κι όμως, το περίπτερο δεν είναι απλά μια τρύπα με προϊόντα· είναι μνήμη, παράδοση και επιβίωση. Είναι κομμάτι της λαϊκής ιστορίας μας.
Σήμερα, καθώς βλέπουμε ένα–ένα τα περίπτερα να κλείνουν, ίσως θα έπρεπε να σκεφτούμε πόσο φτωχότερη γίνεται η κοινωνία μας χωρίς αυτά. Γιατί τα περίπτερα δεν πουλούσαν μόνο ψιλικά· πουλούσαν συνέχεια, ασφάλεια και ανθρωπιά.
Πηγή: VoiceNews.gr