Η ακμή, συχνά θεωρούμενη ως ένα πρόβλημα που αφορά κυρίως την εφηβεία, μπορεί να επηρεάσει και ενήλικες. Πολλοί άνθρωποι συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν την ακμή ή να την εμφανίζουν για πρώτη φορά στην ενήλικη ζωή τους. Μια πρόσφατη μελέτη από το Πανεπιστήμιο Yale ρίχνει φως σε μια σημαντική διάσταση αυτής της κατάστασης, συνδέοντας την εμφάνιση ακμής με προβλήματα διατροφικής συμπεριφοράς.
Σύμφωνα με τα ευρήματα που δημοσιεύθηκαν στο Journal of the European Academy of Dermatology and Venereology, οι ενήλικες που πάσχουν από ακμή έχουν 2,4 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να αναπτύξουν διατροφικές διαταραχές σε σύγκριση με εκείνους που δεν έχουν ακμή. Αυτή η σύνδεση είναι ιδιαίτερα ανησυχητική, καθώς παραμένει ισχυρή ακόμη και όταν λαμβάνονται υπόψη άλλοι παράγοντες κινδύνου, όπως οι προϋπάρχουσες ψυχικές διαταραχές ή η αρνητική εικόνα σώματος.
Ειδικότερα, η παρουσία ακμής σχετίζεται με 65% υψηλότερο κίνδυνο ανάπτυξης μη υγιούς στάσης απέναντι στη διατροφή. Αυτό υποδηλώνει ότι οι άνθρωποι που βιώνουν την ακμή μπορεί να είναι πιο επιρρεπείς σε ανθυγιεινές διατροφικές συμπεριφορές, γεγονός που μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες για τη σωματική και ψυχική τους υγεία.
Για τη διεξαγωγή της έρευνας, η επιστημονική ομάδα ανέλυσε δεδομένα από σχεδόν 7.400 ασθενείς με ακμή και τα συνέκρινε με περισσότερους από 207.000 ενήλικες χωρίς την πάθηση. Όπως διαπιστώθηκε, η εν λόγω δερματική κατάσταση ενδέχεται να λειτουργεί ως επιβαρυντικός ψυχολογικός παράγοντας -ιδιαίτερα σε άτομα που ήδη βιώνουν εσωτερικές συγκρούσεις ή ψυχική δυσφορία. Η δερματική αυτή πάθηση μπορεί να ενισχύσει την ανασφάλεια γύρω από την εξωτερική εμφάνιση και να οδηγήσει σε διαστρεβλωμένες αντιλήψεις, όπως η υπερεκτίμηση του σωματικού μεγέθους, καθώς και σε συμπεριφορές όπως ο περιορισμός στην κατανάλωση τροφής: στοιχεία που σχετίζονται άμεσα με την ανάπτυξη διατροφικών δυσλειτουργιών.
Ο Δρ. Cohen επισήμανε ότι η μελέτη εστίασε αποκλειστικά σε ενήλικες άνω των 18 ετών, γεγονός που καθιστά τα αποτελέσματα ακόμη πιο αξιοσημείωτα, καθώς τόσο η ακμή όσο και οι διατροφικές διαταραχές συχνά θεωρούνται ζητήματα της εφηβείας. «Τα στοιχεία μας αναδεικνύουν την πιθανή σημασία της ως παράγοντα κινδύνου για προβλήματα διατροφικής φύσεως, ενώ παράλληλα καταδεικνύουν την ανάγκη για μελλοντικές έρευνες σε ευρύτερο ηλικιακό φάσμα», κατέληξε.