Φατός Λουμπόνια(Συγγραφέας):»Εμείς οι Αλβανοί χρειαζόμαστε ένα καλύτερο κράτος & όχι ένα μεγαλύτερο κράτος»

Κοινοποίηση:
fatos-loumponia

Μεσ’ τον εθνικιστικό παροξυσμό που δεν λέει να κοπάσει, μέρες τώρα, μετά τα πρωτοφανή έκτροπα στο στάδιο του Βελιγραδίου, ανάμεσα σε Σέρβους και Αλβανούς, τολμούν και ακούγονται, ευτυχώς, και συνετές και θαρραλές φωνές. Όπως αυτή του διάσημου εξηντατριάχρονου Αλβανού δημοσιολόγου και συγγραφέα, Φατός Λουμπόνια, που στην αποκλειστική του συνέντευξη σε καθημερινή ελληνική εφημερίδα εκφράζει τον αποτροπιασμό του για τα «θηριώδη εκστασιασμένα πλήθη» των δύο πλευρών, θεωρεί τον εθνικισμό «τελευταίο καταφύγιο της αλητείας» και προειδοποιεί πως «η πυρκαγιά του εθνικισμού απειλεί να κάψει κυρίως τους Αλβανούς». Βάζοντας στο στόχαστρό του τις πολιτικές ελίτ για την «εθνικιστική χειραγώγηση» και τη διγλωσσία, αλλά και τη συστημική ανεύθυνη διανόηση με το «βαλκανικό της σύνδρομο», προτάσσει ως χρέος τη δημοκρατική χειραφέτηση και την αναμέτρηση με τον εθνικισμό, αυτό που, ο απτόητος αυτός αντιφρονούντας του κομμουνισμού -με 17 χρόνια στα κάτεργα του Χότζα στους ώμους του- αλλά και ασυμβίβαστος πολέμιος του μεταπολιτευτικού κατεστημένου έχει κάνει στάση και έργο ζωής.

– Κύριε Λουμπόνια, κατ’ αρχάς μπορείτε να μοιραστείτε με τους αναγνώστες μας τον τρόπο που βιώσατε τα έκτροπα στον… ποδοσφαιρικό αγώνα Αλβανία – Σερβία στο Βελιγράδι, αλλά και το ακόλουθο «έπος» των αντιδράσεων των δύο πλευρών;
«Δεν σας κρύβω πως βίωσα ένα συναίσθημα όπου συνυπήρχαν η έκπληξη, το ξάφνιασμα και η απογοήτευση. Το ομολογώ αυτό διότι χρόνια τώρα θεωρώ και κατατάσσω τον εαυτό μου στη χορεία των ανθρώπων εκείνων που αγωνίζονται ώστε να διαμορφωθεί στην Αλβανία και τα Βαλκάνια μια πραγματικότητα όπου η προσωπικότητα, η αξιοπρέπεια και η ευμάρεια του ανθρώπου, ο αλληλοσεβασμός, να υπερβαίνουν τη σημασία της εθνικής ταυτότητας ή και της εθνικής περηφάνιας. Το συμβάν αυτό με έκανε να αισθάνομαι χαμένος και να φωλιάζει μέσα μου μια μεγάλη ανησυχία για τη μοίρα του μέλλοντός μας. Οχι ότι αγνοώ το αίσθημα του εθνικιστικού μίσους ή του εθνικιστικού κομπασμού, αλλά απλώς θεωρούσα ξεπερασμένη τη δυνατότητα να λάβει χώρα ένα συμβάν σαν αυτό που συνέβη. Με έκανε να αισθάνομαι τον εαυτό μου ανίσχυρο απέναντι στο θηριώδες εκείνο εκστασιασμένο πλήθος που είδαν τα μάτια μου τόσο στο Βελιγράδι όσο και στα Τίρανα και την Πρίστινα».

«Ο εθνικισμός είναι το τελευταίο καταφύγιο της αλητείας, η αναμόχλευσή του τρόπος φυγής απ’ τα προβλήματα και την κρίση»

– Μια σοκαριστική, επομένως, υπενθύμιση αυτού που μεταφέρθηκε απ’ τα διεθνή μίντα στα πέρατα της οικουμένης «πως εδώ είναι Μπαλκάνια, δεν είναι παίξε γέλασε»; Τι είναι αυτό που ακυρώνει ακόμη και εξελίξεις όπως η διευθέτηση του προβλήματος του Κοσόβου και η ευρωπαϊκή προοπτική, καθιστώντας τον εθνικισμό σχεδόν πεπρωμένο της Βαλκανικής;
«Οφείλουμε να ανακαλέσουμε στη μνήμη μας τη ρήση πως ̋Ο εθνικισμός είναι το τελευταίο καταφύγιο της αλητείας ̋. Οταν μάλιστα έχουμε τόσα πολλά προβλήματα στο εσωτερικό των χωρών μας, που απαιτούν πάθος και θέληση για την επίλυσή τους κι εμείς διοχετεύουμε τα πάθη μας σε μιαν ανοησία σαν αυτή που είδαμε. Αυτό όμως δεν ήταν κάτι το στιγμιαίο, το τυχαίο, που, όπως λένε ορισμένοι, θα είχε αποφευχθεί εάν η κληρωτίδα δεν έβγαζε για μας ως αντίπαλη ομάδα τη Σερβία. Ολο αυτό είναι απότοκο μιας μακρόχρονης περιόδου ηθικής, οικονομικής, πολιτικής και πολιτιστικής κρίσης τόσο στη Σερβία όσο και στην Αλβανία, κατά την άποψή μου, αλλά και μιας εξίσου μακρόχρονης χειραγώγησης στη βάση της ιδέας πως η αναμόχλευση του εθνικισμού είναι ένας τρόπος φυγής απ’ αυτά τα προβλήματα και αυτή την κρίση.

Πόσω μάλλον, που εισήλθαμε σε μια περίοδο κατά την οποία η μεταεθνική Ευρώπη διέρχεται και αυτή κρίση και χάνει όλο και πιο πολύ το κύρος, την αίγλη και την ελκυστικότητά της, μάλιστα μοιάζει να έχει μολυνθεί και η ίδια απ’ τους εσωτερικούς διαβρωτικούς εθνικισμούς της».

– Η ιδέα της «Μεγάλης Αλβανίας», όπως ξεδιπλώθηκε με το σύμβολο της σημαίας στο τηλεκατευθυνόμενο αεροπλανάκι πάνω απ’ το στάδιο του Βελιγραδίου, εντάσσοντας σ’ αυτή μάλιστα και ελληνικά εδάφη, σε ποιο βαθμό καθίσταται πραγματικός κίνδυνος και νόμιμη ανησυχία για τους γείτονες και σε ποιο, κατά την άλλη άποψη, αλβανική συναισθηματική αντίδραση ή προπαγανδιστική καπηλεία που χρεώνεται στο Βελιγράδι;
«Φρονώ πως η ιδέα της ̎Μεγάλης Αλβανίας ̎ δεν συνιστά πραγματικό κίνδυνο, υπό την έννοια της ύπαρξης επ’ αυτού αυθεντικών πολιτικών προγραμμάτων, διότι η πλειονότητα των Αλβανών έχει επίγνωση των μεγάλων προβλημάτων που αυτή ενέχει. Είναι όμως, πράγματι, ανησυχητικό το γεγονός πως η τροφοδότηση μιας τέτοιας ιδέας συντείνει στο να μεταστρέφεται το βλέμμα πολλών Αλβανών σε λάθος κατεύθυνση. Πόσω μάλλον των νέων, που είναι οφθαλμοφανές πως είναι σε κρίση. Είμαι απ’ αυτούς που πάντα διακονώ την άποψη πως εμείς οι Αλβανοί χρειαζόμαστε ένα καλύτερο κράτος και όχι ένα μεγαλύτερο κράτος, διότι δεν μπορούμε να λύσουμε τα πολλά υφιστάμενα προβλήματά μας μέσω της επέκτασης της επικράτειάς μας• απεναντίας, κάτι τέτοιο θα καθυστερούσε τη συγκρότηση μιας καλύτερης κρατικής οντότητας παντού όπου ζουν οι Αλβανοί».

– Αλήθεια, πόσο εύκολα είναι στην Αλβανία σήμερα να αντιπαρατεθείς στον εθνικισμό και μάλιστα με εκφράσεις τέτοιες, δικής σας πατρότητας, αν δεν κάνω λάθος, πως «η σημαία είναι ένα χαλί για να βάζουμε από κάτω του τις βρομιές μας», που ηχεί μάλιστα προχωρημένη ακόμη και σε ακροατήρια των δυτικών δημοκρατιών; Οταν, μάλιστα και ο διάσημος και συνετός Αλβανός συγγραφέας Ντριτερό Αγκόλι δεν δίστασε να δηλώσει πως οι εικονιζόμενες φιγούρες των Ισμαήλ Κεμάλι και Ισά Μπολετίνι στη σημαία ήταν οι «πραγματικοί θεατές» στο στάδιο του Βελιγραδίου;
«Ακριβώς, ένας απ’ τους κινδύνους αυτής της εθνικιστικής έξαρσης είναι και οι απογοητεύσεις που δημιουργεί στο εσωτερικό της χώρας. Η εθνικιστική πυρκαγιά που άναψε στα Τίρανα απειλεί, κυρίως, να κάψει τους ίδιους τους Αλβανούς απ’ ό,τι να φιμώσει τις ορθολογικές φωνές που απαιτούν ένα καλύτερο και όχι ένα μεγαλύτερο κράτος, την ειρήνη, τη συμβίωση και την αρμονία στα Βαλκάνια και όχι τη μισαλλοδοξία και τις διενέξεις. Αυτή θέτει σε κίνδυνο μέχρι και την ελευθερία του λόγου. Πράγμα που βρήκε αντανάκλαση και στη θέση που πήραν τα αλβανικά μέσα ενημέρωσης, καλύπτοντας αυτό το γεγονός μέσα από μια εθνικιστική έξαρση, διαδραματίζοντας, κατά την άποψή μου, πολύ αρνητικό ρόλο, με τους δημοσιογράφους να σπεύδουν να διαγκωνιστούν για το ποιος είναι πιο πατριώτης κι ας είναι αυτό εις βάρος της αντικειμενικότητας και ορθολογικότητας της ενημέρωσης».

«Στα Βαλκάνια φλερτάρουμε ακόμη με το σύνδρομο του διανοουμένου που αισθάνεται ως πρώτιστο χρέος του να υπερασπιστεί το θυματοποιημένο έθνος του απέναντι στους άλλους, τους γείτονες, και εις βάρος της αλήθειας»

– Πάντα ήσασταν θιασώτης της εξομάλυνσης των σχέσεων με τη Σερβία. Πώς απαντάτε σ΄αυτούς που μπορεί να σας κατηγορήσουν και πάλι για φιλοσερβική στάση όπως συνέβη τελευταία με τον γνωστό Κοσοβάρο ακαδημαϊκό Ρετζέπ Κιόσε, που σας κατηγόρησε πως στην εκ μέρους σας αποδόμηση των εθνικο-κομμουνιστικών μύθων βασίζεστε σε ερευνητές φίλα προσκείμενους στη Σερβία;
«Στα Βαλκάνια φλερτάρουμε ακόμη με το σύνδρομο του διανοουμένου που αισθάνεται ως πρώτιστο χρέος του να υπερασπιστεί το θυματοποιημένο έθνος του απέναντι στους άλλους, τους γείτονες, εν προκειμένω, και εις βάρος της αλήθειας. Πιστεύω πως η αλήθεια μας κάνει καλό και όταν είναι πικρή και δεν μπορεί τα προβλήματα και τα μεγάλα χάλια που έχει η χώρα στο εσωτερικό της να μας τα καλύψει η σημαία. Δεν σκέφτομαι επ’ ουδενί πως μπορεί να ταυτιστεί όλη η Σερβία με τη βία και το μίσος που διαδήλωσαν οι Σέρβοι φίλαθλοι στο στάδιο, όπως δεν μπορώ να ταυτίσω όλους τους Αλβανούς με αυτούς που προέβησαν στην ανεύθυνη προβοκάτσια. Παρ’ όλα αυτά δεν μπορεί να μην προκαλεί ανησυχία η μετέπειτα αντίδραση των πολιτικών, όπου είναι οφθαλμανής η προσπάθεια να επιρριφθεί εξ ολοκλήρου η ευθύνη στην άλλη πλευρά. Η τραγωδία αρχίζει ακριβώς τη στιγμή που αμφότερες οι πλευρές ταυτίζουν τον εαυτό τους με το δίκιο και την αλήθεια. Εδώ υπεισέρχεται ο ρόλος του διανοουμένου. Φρονώ πως στην παρούσα κατάσταση το ευκολότερο είναι να ταυτιστείς με τον όχλο και την ευφορία του, ενώ το πιο δύσκολο, αλλά και το σημαντικότερο που πρέπει να γίνει είναι να επιχειρήσεις να τον σταματήσεις και να πεις πως έχουμε κι εμείς τη δική μας ευθύνη, δεν έπρεπε να ξεφαντώνουμε έπειτα απ’ αυτό που συνέβη, αλλά να δυσφορούμε».

«Οι πολιτικές ελίτ σε Αλβανία και Σερβία φέρουν μεγάλη ευθύνη για ό,τι συνέβη. Απ’ τις βασικές τους ευθύνες είναι η διγλωσσία που χρησιμοποιούν»

– Πιστεύετε πως ο Ράμα καλώς πάει στη Σερβία και πως οι πολιτικές ελίτ πρέπει να αναγνωρίζουν τις ευθύνες τους γι’ αυτό που συνέβη; Μπορεί τελικά να γίνει το άλμα και να ξεκόψει η χώρα σας, αλλά και η Σερβία, απ’ τη «μιζέρια και τον επαρχιωτισμό» των Βαλκανίων, όπως εύστοχα επισήμαινε δεκαετίες πριν για την ευρωπαϊκή διαδρομή της χώρας του ο διάσημος Ελληνας φιλόσοφος Παναγιώτης Κονδύλης;
«Αναντίλεκτα, οι πολιτικές ελίτ σε Αλβανία και Σερβία φέρουν μεγάλη ευθύνη για ό,τι συνέβη. Απ’ τις βασικές τους ευθύνες είναι η διγλωσσία που χρησιμοποιούν: μία για εσωτερική κατανάλωση με κυρίαρχους τους εθνικιστικούς τόνους και μία άλλη για τους διεθνείς παράγοντες, τους Ευρωπαίους. Κρίνω πως σ’ αυτό επιδρούν και οι αμφισημίες και αντιφάσεις που υπάρχουν στους κόλπους της Ευρώπης. Αυτό που συνέβη ελπίζω να τους κάνει όλους να σκεφτούν πιο υπεύθυνα, ώστε να αλλάξουν τη γλώσσα πρωτίστως στο εσωτερικό της χώρας. Δεν αρκούν οι συναντήσεις ηγετών για να αλλάξει η κατάσταση, χρειάζεται η επαφή ανθρώπων απαλλαγμένων απ’ τα αισθήματα της απογοήτευσης και μίσους για τον άλλον. Γι’ αυτό χρειάζεται καθημερινή δουλειά στο εσωτερικό της κάθε χώρας. Ασφαλώς, πιστεύω πως ο Ράμα πρέπει να πάει στη Σερβία, κομίζοντας –ελπίζω- μια τέτοια ανταπόκριση».

– Μια τελευταία ερώτηση, κύριε Λουμπόνια. Ποια είναι η στάση που περιμένετε απ’ την Ευρώπη αλλά και τη FIFA; Λέτε να αρκεστεί με μια φάπα στην κάθε πλευρά, μέχρι το επόμενο επεισόδιο;..
«Νομίζω πως και οι δύο πλευρές την αξίζουν τη φάπα. Οι Σέρβοι για τον τρόπο που υποδέχτηκαν τους Αλβανούς στο στάδιο, για την αποδοκιμασία του εθνικού ύμνου, για τις κραυγές «θάνατος στους Αλβανούς!», για τη βία που εξαπέλυσαν, αποδεικνύοντας έτσι πως ελάχιστη δουλειά έχει γίνει στη Σερβία για την αποτοξίνωση της κοινωνίας απ’ τον σερβικό εθνικισμό, τον βασικό υπεύθυνο της τραγωδίας που συντελέστηκε στην πρώην Γιουγκοσλαβία. Οι Αλβανοί για την ανεύθυνη πρόκληση με τον χάρτη της ̎Μεγάλης Αλβανίας ̎ μέσα απ’ τον οποίο διαχειρίστηκαν μετά όλο το συμβάν, για τους παράλογους εθνικιστικούς πανηγυρισμούς και την έλλειψη ακόμη και του παραμικρού προβληματισμού για τις δικές τους ευθύνες σε ό,τι συνέβη».

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ:

1 Comment

  1. Τον προηγούμενο μήνα, στο Βελιγράδι, έλαβε χώρα η ποδοσφαιρική συνάντηση Σερβίας-Αλβανίας, μέσα σε κλίμα απόλυτης έντασης. Όπως όλοι είδαμε, ο διαιτητής σταμάτησε, και αργότερα διέκοψε οριστικά, τον αγώνα, λόγω ρίψης καπνογόνων και άλλων αντικειμένων από Σέρβους.
    Η κατάσταση βγήκε εκτός ελέγχου όταν Σέρβοι οπαδοί μπήκαν στον αγωνιστικό χώρο, ενώ διαδραματίστηκαν σκηνές ωμής βίας ανάμεσα σε εκείνους και τους Αλβανούς παίκτες. Το άσχημο και αναξιοπρεπές τέλος, προκλήθηκε κυρίως από το εθνικιστικό λάβαρο της “Μεγάλης Αλβανίας”, το οποίο, ορισμένοι Αλβανοί των Σκοπίων, προέβαλαν μέσω ιπτάμενου τηλεκατευθυνόμενου ελικοπτέρου, στο γήπεδο της Παρτιζάν Βελιγραδίου.
    _
    Πολλά μη αλβανικά ΜΜΕ παρουσίασαν το επεισόδιο με το εθνικιστικό λάβαρο, ως τη βασική πρόκληση, καθώς βιάστηκαν να επιρίψουν ολόκληρη την ευθύνη στους Αλβανούς. Ξέχασαν όμως να περιγράψουν ορισμένα γεγονότα που προηγήθηκαν του “ποδοσφαιρικού πολέμου”. Η σερβική ομοσπονδία ποδοσφαίρου, δεν επέτρεψε να παραβρεθούν Αλβανοί φίλαθλοι μέσα στο στάδιο, προβάλλοντας ως προϋπόθεση την απόδειξη διαβατηρίου του αλβανικού κράτους, επιθυμώντας με αυτό το τρόπο να αποκλείσει τους Αλβανούς των άλλων χωρών της περιοχής. Έτσι κατάφερε, σε ένα στάδιο γεμάτο από περίπου 30 χιλιάδες Σέρβους οπαδούς, να μην υπάρχει κανένας Αλβανός, εκτός από ορισμένους προσκεκλημένους στη θύρα V.I.P.
    _
    Πιο πριν, οι σερβικές αρχές σταμάτησαν στο αεροδρόμιο γνωστούς Αλβανούς δημοσιογράφους, επειδή φορούσαν κασκόλ με την εθνική σημαία της Αλβανίας. Επίσης, κατά τη διάρκεια του αγώνα, οι Σέρβοι οπαδοί δεν αρκέστηκαν στο γιουχάρισμα του εθνικού ύμνου του αντιπάλου, γεγονός που κακώς συμβαίνει και σε αγώνες άλλων χωρών, και ως αποτέλεσμα μπορεί να έχει καθιερωθεί ως φυσιολογικό φαινόμενο μέσα στο πνεύμα της αθλητικής αντιπαράθεσης. Δεν παρέλειψαν, όμως, ρατσιστικά συνθήματα είς βάρος των Αλβανών, όπως “σκοτώστε τους Αλβανούς” ή “σκοτώστε τους Κροάτες για να μείνει ο Αλβανός ανάδερφος”.
    _
    Αν κρίνουμε από όλα αυτά, δεν μπορεί να υφίσταται ίσια ευθύνη Σέρβων και Αλβανών, ή χειρότερα, να αποδοθεί ολόκληρη η ευθύνη στους δεύτερους.

Comments are closed.