«Μέσα σε μια περίοδο σαράντα ετών (1974-2015) η χώρα μας κατέληξε σήμερα να βιώνει μία κατάσταση παρακμής. Αναμφίβολα, το πολιτικό σύστημα συνέβαλε σ’ αυτή, αδυνατώντας μέχρι τώρα να αποτρέψει την πιθανή κατάρρευση.
Η ανατομία του Ελληνικού προβλήματος θα απαιτούσε ιδιαίτερη μελέτη. Εν συντομία θα απαριθμήσουμε μερικά στοιχεία του Ελληνικού προβλήματος: δημογραφικό, φτώχεια, ανεργία, ανισότητα, λαθρομετανάστες, διαφθορά, φοροδιαφυγή, φθαρμένο πολιτικό σύστημα, ανύπαρκτος παραγωγικός ιστός, έλλειψη στρατηγικής με τους εταίρους (η μόνη γνωστή στρατηγική είναι αυτή της «κωλοτούμπας»), Θράκη, Αιγαίο, Κύπρος, αποφυγή τιμωρίας«λαμογιών» και τελικά το χρέος.
Όσον αφορά στο χρέος, αυτό δεν ελέγχεται με τίποτα, γιατί κάθε μήνα το Κράτος δαπανά γύρω στα 9,5 δισ. ευρώ και δεν εισπράττει ούτε 6 δισ. ευρώ, δηλαδή έχει ένα μηνιαίο έλλειμμα 3,5 δισ. ευρώ. Η εξυπηρέτηση του χρέους γίνεται με τους φόρους, όμως χωρίς παράλληλη ανάπτυξη το σύστημα δεν αποδίδει.
Σήμερα, υπάρχει ανάγκη αλλαγής στρατηγικής για την αντιμετώπιση των προβλημάτων.
Πρέπει να επικρατήσει άλλη λογική από εκείνη του μνημονίου έναντι του αντιμνημονίου που κυριάρχησε από τον Μάιο του 2010. Τα πράγματα τώρα έχουν γίνει πιο πολύπλοκα.
Πρέπει να εργαστούμε όλοι οι Έλληνες μαζί –δημιουργώντας μια πατριωτική ενότητα– για το καλό της χώρας. Πρέπει να είμαστε υπερήφανοι για την ιστορία μας. Το όνομα της χώρας μας (το brandnameπου θα έλεγαν οι μαρκετίστες) είναι παντοτινό και αθάνατο, γιατί απλά η Ελλάδα υπήρξε η πνευματική κοιτίδα του πνευματικού πολιτισμού ολάκερης της ανθρωπότητας.
Θα πρέπει να ονειρευτούμε τη χώρα μας με πολύ μικρότερο αριθμό φτωχών και αστέγων, με ισχυρή γεωργία, με ισχυρές μικρομεσαίες επιχειρήσεις, με ένα αποδοτικό σύστημα υγείας και εκπαίδευσης για όλους τους Έλληνες.
Όμως, ποιο όραμα κληροδοτούμε σήμερα στους νέους μας;
Θα αφήσουμε τους νέους μας να ζήσουν μέσα στη μιζέρια και την παρακμή που εμείς δημιουργήσαμε; Ή μοιραία θα τους δείξουμε το δρόμο για την ξενιτιά;
Ή μήπως θα πρέπει η «νομενκλατούρα» να συνεχίσει να απομυζά ό,τι καλό έχει απομείνει στην Ελλάδα αφήνοντας ταυτόχρονα τους φτωχοποιημένους Έλληνες να μαραζώνουν σιγά-σιγά μέσα στην εξαθλίωσή τους;
Οι Έλληνες αυτή τη στιγμή δεν μπορούν να αφυπνιστούν ούτε με την έννοια των αγορών ούτε με την έννοια της εξυπηρέτησης των χρεών. Ασφαλώς και δεν πρέπει να αφήσουμε τις πρωτοβουλίες δράσης στις «παγκόσμιες δυνάμεις» ή τους γνωστούς «πειρατές». Εδώ τίθεται το κρίσιμο ερώτημα: Πώς θέλουμε εμείς που καταστρέψαμε αυτή τη χώρα να δούμε την Ελλάδα την επόμενη δεκαετία; Μπορεί μόνο του ένα κόμμα από αυτά που σε μεγάλο ή μικρό βαθμό είναι υπεύθυνα για την κρίση να μας οδηγήσει σε κάποιο καλύτερο μέλλον;
Την απάντηση στο ερώτημα αυτό δίνει η σημερινή ποιότητα διαβίωσής μας. Η Ελλάδα βρίσκεται σε συνεχιζόμενη παρακμήκαι εξευτελισμό και αυτά συνιστούν τραγωδία.
Δεν υπάρχει κάποιο κόμμα που από μόνο του να μπορεί να δημιουργήσει αυτή τη στιγμή θετικά οράματα για το μέλλον.
Αυτή η πρόταση δεν είναι αυθαίρετη. Από το 1974 μέχρι σήμερα, ο λαός «μπολιάστηκε»βασικά με τις ιδέες και τις πράξεις δύο κομμάτων –Ν. Δημοκρατίας και ΠΑΣΟΚ- από στρατηγικές κακής πολιτικής νοοτροπίας που δεν πρότειναν λύσεις ορισμένων προβλημάτων,γιατί είναι αντιλαϊκές και αντιδημοφιλείς και δεν χαράσσουν μακροχρόνιες στρατηγικές. Τα δύο κόμματα με μία λέξη πορεύτηκαν με βάση την αποφυγή του πολιτικού κόστους προς ίδιον συμφέρον.
Τα δεδομένα αυτής της παρακμής πρέπει να καταγραφούν με απόλυτη αντικειμενικότητα, να γίνουν γνωστά στον Ελληνικό Λαό και να τύχουν ορθής ερμηνείας, χωρίς διάθεση αλληλοκατηγοριών. Στόχος μας πρέπει να είναι η δημιουργία μιας πατριωτικής ενότητας όλων των Ελλήνων.
Η ερμηνεία των αστοχιών μας θα πρέπει να παρουσιάζει με μαθηματική αυστηρότητα τη διάσταση της σημερινής μας κακοδαιμονίας.
Η Παγκάλειος φόρμουλα ότι «όλοι τα φάγαμε μαζί» είναι επικίνδυνη, γιατί η κακοδαιμονία επιμερίζεται σε αθώους με την ίδια βαρύτητα,όπως και στα «λαμόγια» που πραγματικά τα «έφαγαν».
Χωρίς συζήτηση, είναι απαίτηση μιας υγιούς κοινωνίας, η τιμωρία των «λαμογιών» και των ενόχων κάθε πολιτικής διαφθοράς.
Βεβαίως, πρέπει να διερευνηθείποιοι είναι αυτοί που μας οδήγησαν στα Μνημόνια. Όμως, πέρα από κάθε υποκρισία, μήπως πιο σωστό θα ήταν να εξετάσουμε τα προβλήματα που δημιούργησε το μεταπολιτευτικό καθεστώς; Γιατί να περιοριστούμε σε ένα μόνο μικρό υποσύνολο, στα Μνημόνια; Άλλωστε τα Μνημόνια είναι τα αποτελέσματα των ενεργειών όλων των μεταπολιτευτικών Κυβερνήσεων και των κομμάτων που συμμετείχαν στη Βουλή.Εκτός, αν δε θέλουμε να δούμε όλη την τροχιά της φθίνουσας πορείας από το 1974 μέχρι σήμερα. Τότε, όμως δε θα συνειδητοποιήσουμε, γιατί πραγματικά φτάσαμε στη σημερινή κατάσταση. Είναι σωστό να αγνοήσουμε ποιοι φταίνε και πως χάθηκε ο παραγωγικός ιστός της χώρας; Είναι σωστό να μην ομολογήσουμε ότι όλα αυτά τα χρόνια μεγιστοποιήθηκε ο «πολιτισμός» των Τραπεζών και της κατανάλωσης και ότι κάποιοι έχουν μεγάλη ευθύνη γι’ αυτό;
Και κάτι άλλο έντονα πολιτικό.
Οπωσδήποτε μία δημοκρατικά εκλεγμένη Κυβέρνηση κυβερνά τον τόπο. Εκείνο όμως που ξεχνάμε είναι ο ρόλος των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Ποιος ακριβώς είναι ο ρόλος τους; Ρόλος του κόμματος της αντιπολίτευσης είναι, με ευθύνη και αποτελεσματικότητα, να παρακολουθεί και να ελέγχει την Κυβέρνηση, όταν αυτή προβαίνει σε άστοχες ενέργειες που δε λύνουν τα προβλήματα του τόπου.
Άραγε, ολη αυτή την περίοδο τα κόμματα της αντιπολίτευσης τι έκαναν; Ήλεγχαν αποτελεσματικά τις αποφάσεις της εκάστοτε Κυβέρνησης;
Γιατί έπρεπε να περάσουν 40 χρόνια –περίπου μισός αιώνας– για να εμπιστευτούν οι Έλληνες ένα κόμμα της Αριστεράς; (Για να είμαστε και ακριβείς, με βάση το εκλογικό σύστημα η σημερινή Κυβέρνηση κυβερνά, αφού στις εκλογές απέσπασε το 36,3% του εκλογικού σώματος). Μήπως δεν έχει κάποιο μερίδιο ευθύνης και η αντιπολίτευση,για το ότι δημιουργήθηκε και γιγαντώθηκε η δύναμη των ολιγαρχών ή το χρέος;
Και αφού αναφερθήκαμε στην Αριστερά, θα πρέπει με εντιμότητα να λεχθεί ότι στη διάρκεια της Μεταπολίτευσης, μπορεί αυτή να μην κυβέρνησε όμως ασκούσε έλεγχο στα ΜΜΕ (ας μην απαριθμήσουμε τα στελέχη της ΚΝΕ και του Ρήγα, την «κουλτούρα», τα σχολεία, τα ΑΕΙ, τον συνδικαλισμό και άλλα). Η Αριστερά δρώντας με το δικό της τρόπο υποβοήθησε το ισχύον σύστημα και αποδόμησε αρκετές αξίες και συντελώντας στην ανάπτυξη του εθνομηδενισμού.
Οι Έλληνες θα πρέπει να γνωρίζουν που θα καταλογίσουν ευθύνες για τη σημερινή κακοδαιμονία και την παρακμή της χώρας.
Ακόμα και τώρα, το πολιτικό σύστημα, οι Τράπεζες και τα ΜΜΕ παραμένουν πολύ ισχυρά δημιουργώντας μία διχαστική και όχι μία πατριωτική κοινωνία.
Η Ελλάδα όμως συγκροτήθηκε ως χώρα, επειδή βασίστηκε στο πνεύμα και την πρακτική της κοινότητας, της αδελφότητας και της αλληλεγγύης. Όλα αυτά στις μέρες μας χάθηκαν, γιατί ο καταναλωτισμός καθιέρωσε τον πλούτο ως κριτήριο επιτυχίας. Με τον τρόπο αυτό δημιουργήθηκε μεγάλη αλλοίωση των κανόνων της κοινωνίας, που βασίστηκε πλέον στον καταναλωτισμό και την καλοπέραση με δανεικά χρήματα.
Τώρα, η κατάσταση είναι πολύ σοβαρή. Η παρακμή απειλεί. Πρέπει η Ελληνική κοινωνία να προσπαθήσει να ξαναβρεί την ηθική και τις αντοχές της για να αποτρέψει την παρακμή. Με ατέρμονες συζητήσει –μνημονιακοί έναντι αντιμνημονιακών– δε θα λήξει η αγωνία μας.
Η αναγέννηση της χώρας απαιτεί πατριωτική προσέγγιση και αταλάντευτη στρατηγική. Η νέα προσέγγιση πρέπει να αγκαλιάζει όλους τους Έλληνες πολίτες και όλες τις κομματικές παρατάξεις εντός και εκτός Κοινοβουλίου.
Είναι αδύνατον να διασφαλιστεί η πορεία της χώρας, χωρίς να υπάρχει ένα πλαίσιο πατριωτικών αρχών που θα εγγυάται την γεωοικονομική και γεωπολιτική βιωσιμότητα της χώρας.
Γι’ αυτό πρέπει να ξαναβρούμε τον πατριωτισμό μας, που είναι ο μόνος ασφαλής δρόμος για το μέλλον της χώρας. Αλλά για να είναι ασφαλής και αποτελεσματικός ο δρόμος αυτός προϋποθέτει ότι όλοι θα καταβάλουν κοινή προσπάθεια για να γίνει η Ελλάδα δυνατή και να αποφύγει τους χλευασμούς των ξένων.
Μπορούν άραγε οι σημερινοί αρχηγοί όλων των κομμάτων –εντός και εκτός Βουλής- να αρθούν πάνω από τα προσωπικά τους οφέλη και να πετύχουν μία πατριωτική και στρατηγική προσέγγιση;
Άλλωστε, η παρακμή είναι το τελευταίο στάδιο πριν από την οριστική κατάρρευση.»
Επαμεινώνδας Ε. Πανάς
συντ. Καθηγητής
Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών