Σαν πολλοί υποβιβασμοί δεν έχουν πέσει μαζεμένοι στο ελληνικό μπάσκετ; Το 2014 ήταν η Εθνική Νέων γυναικών, που υποχώρησε στη Β’ Κατηγορία. Το 2015 η Εθνική Νέων Ανδρών και φέτος ξανά η Νέων Γυναικών, με συνταξιδιώτες προς τη Β’ Κατηγορία την Εθνική Παίδων. Φταίει η έλλειψη ταλέντου; Φταίνε η οικονομική κρίση και η δυσχερής θέση της χώρας και των αθλητικών Ομοσπονδιών; Φταίνε οι σύλλογοι, που δεν υποστηρίζουν τους αθλητές όπως πρέπει; Φταίνε οι εθνικοί προπονητές, που ενίοτε κάνουν του κεφαλιού τους; Φταίει η Ομοσπονδία, που δεν επιβάλλει μια κοινή στρατηγική στην πυραμίδα των εθνικών ομάδων, από την Παίδων μέχρι την Ανδρών; Το πρόβλημα δεν είναι απλό, αλλά εξαιρετικά σύνθετο.
Ας ξεκινήσουμε από την πρώτη ύλη, που είναι το ταλέντο. Φουρνιά με φουρνιά απέχουν έτη φωτός. Αν εστιάσουμε στην τελευταία εννιαετία, από το Ευρωμπάσκετ Εφήβων 2007 (αργυρό μετάλλιο) μέχρι το Ευρωμπάσκετ U20 B’ Κατηγορίας (χάλκινο μετάλλιο και άνοδος στην Α’ Κατηγορία), θα διαπιστώσουμε ότι κυριαρχούν δύο φουρνιές: οι γεννηθέντες το 1990, οι γεννηθέντες το 1994 και το 1997.
Οι πρώτοι (Παππάς, Σλούκας, Παπανικολάου, Μάντζαρης, Γιάνκοβιτς, Κασελάκης, Μπόγρης, Παπαντωνίου, Σαρικόπουλος, Μούρτος κ.α.) σάρωσαν τα μετάλλια. Από όλους αυτούς τους παίκτες, οι περισσότεροι κάνουν καριέρα, άλλοι μεγαλύτερη και άλλοι μικρότερη, το βέβαιον είναι ότι αξιοποίησαν ο καθένας στο ποσοστό που μπορούσε τις δυνατότητές του επανδρώνοντας σημαντικές ομάδες της χώρας και του εξωτερικού.
Οι γεννηθέντες το 1994 είχαν λιγότερους παίκτες με ταλέντο (κυρίως Αντετοκούνμπο, Παπαπέτρου, Αγραβάνης, Μποχωρίδης), δεν είχαν διακρίσεις με τις μικρές εθνικές ομάδες, αλλά αγωνίζονται στο υψηλότερο επίπεδο (ΝΒΑ και Ευρωλίγκα) και οι τρεις εξ αυτών βρίσκονται στην Εθνική Ανδρών. Και η τρίτη κατηγορία, οι γεννηθέντες το 1997, κατέκτησαν το χρυσό στο Ευρωμπάσκετ U18 του Βόλου αναδεικνύοντας όμως λιγοστά παιδιά με σπουδαίο ταλέντο (Χαραλαμπόπουλος, Παπαγιάννης) και αρκετούς παίκτες για υποστηρικτικούς ρόλους. Αν κάνουμε έναν πρόχειρο υπολογισμό, από τους περίπου 60-70 παίκτες, που αγωνίστηκαν στις Εθνικές αυτά τα χρόνια, μόνο οι 8-9 βρίσκονται στο υψηλότερο επίπεδο, περίπου δέκα συμμετέχουν σε ομάδες της Α1 και της Α2, ενώ η πλειοψηφία δεν έχει καταφέρει να σταδιοδρομήσει στο επαγγελματικό μπάσκετ.
Τι σημαίνει όμως ταλέντο; Και μέχρι πού μπορεί να «φτάσει» ένα παιδί; Η απάντηση είναι ότι μόνο του δεν επαρκεί και εδώ εντοπίζεται η ευθύνη των συλλόγων, οι οποίοι από 13 ετών και μετά οφείλουν να υποστηρίξουν τους νεαρούς αθλητές μέσα από ένα συγκεκριμένο πλάνο – τρίπτυχο: 1) Βελτίωση των αθλητικών ικανοτήτων. 2) Βελτίωση του τρόπου παιχνιδιού. 3) Ανάπτυξη στο ψυχοπνευματικό κομμάτι. Και όλα αυτά πρέπει να δουλεύονται και να βελτιώνονται μαζί, παράλληλα.
Πόσες φορές ακούμε τη φράση «αυτός ο μικρός είναι παιχταράς!»; Το ίδιο παιδί πηγαίνει στην Εθνική Εφήβων (π.χ.) και εμφανίζει απίστευτες ψυχικές διακυμάνσεις ή σε καθαρά μπασκετικό επίπεδο τεράστιες ατέλειες, ενώ θα έπρεπε να είναι κοντά στο να χαρακτηριστεί «έτοιμος παίκτης», όπως συμβαίνει σε άλλες χώρες.
Ο ρόλος του συλλόγου είναι πολύ σημαντικός και ως προς τη διαχείριση των νεαρών παικτών, οι οποίοι από μια ηλικία και έπειτα ΠΡΕΠΕΙ να παίζουν, ειδάλλως οι σύλλογοι οφείλουν να τους παραχωρούν με τη μορφή δανεισμού για να «ψηθούν». Πάρτε παράδειγμα την Εθνική Νέων Ανδρών, που πήρε πέρυσι το χρυσό μετάλλιο και φέτος με την τρίτη θέση εξασφάλισε την άνοδο στην Α’ Κατηγορία της Ευρώπης.
«Ο Μουράτος», λέει, «παίζει στον Ολυμπιακό!». Λάθος. Τεράστιο λάθος. Ο Μουράτος… βλέπει στον Ολυμπιακό. Τις προπονήσεις και τους αγώνες! Το ίδιο δυστυχώς ισχύει για τα περισσότερα παιδιά. Αν εξαιρέσουμε τον Χαραλαμπόπουλο, που αγωνίστηκε στον Παναθηναϊκό προς το τέλος της σεζόν (στην αρχή κόντεψε να πάθει κατάθλιψη), τον Σκουλίδα (Α2) και τον Σταμάτη (Κηφισιά), τα υπόλοιπα παιδιά είχαν ρόλο παρατηρητή στις ομάδες τους: Τολιόπουλος, Μουράτος, Δίπλαρος, Φλιώνης, Τσαλμπούρης, Κώττας, Μπιλής, Κόνιαρης, Λούντζης. Ψέματα;
Την ίδια στιγμή, ένα μεγάλο ζήτημα αφορά στον αγωνιστικό σχεδιασμό, που χαράζει (;) η Ελληνική Ομοσπονδία Καλαθοσφαίρισης. Εχουν γίνει πολλές συζητήσεις γύρω από αυτό το καίριο θέμα, σχετικά με το τι μπάσκετ θέλουμε και τι μπάσκετ πρέπει να παίζουν οι εθνικές ομάδες, αλλά στην πράξη οι εθνικοί προπονητές κάνουν του κεφαλιού τους ή για να το αποδώσουμε πιο κομψά εφαρμόζουν τη δική τους φιλοσοφία.
Για παράδειγμα, ο Ηλίας Παπαθεοδώρου είναι υπέρμαχος του «pick and roll», ο Μάνος Μανουσέλης είναι φαν της τριγωνικής επίθεσης, ο Γιάννης Ελευθεριάδης δίνει έμφαση στο post up παιχνίδι και ο Φώτης Κατσικάρης, στην κορυφή της πυραμίδας, έχει φιλοσοφία που παραπέμπει στο ισπανικό μοντέλο, αλλά για λόγους που έχουμε αναλύσει (σύγκρουση δύο μπασκετικών κόσμων: το μπάσκετ του Αντετοκούνμπο και το μπάσκετ όπου κυριαρχεί το διάβασμα και το pick and roll), δεν κατάφερε να βάλει τη σφραγίδα του και το εγχείρημα απέτυχε.
Η κοινή στρατηγική συνιστά ευθύνη της ΕΟΚ, η οποία σε επίπεδο οικονομικών πόρων δεν έχει την ευχέρεια του παρελθόντος και αυτό είναι ένα ακόμη ζήτημα, που έχει αντίκτυπο στις αποτυχίες των εθνικών ομάδων. Οι ετήσιες επιχορηγήσεις είναι πετσοκομμένες, με αποτέλεσμα οι συναντήσεις των λεγόμενων κλιμακίων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη να πραγματοποιούνται πολύ πιο αραιά, ενώ σε επίπεδο φιλικών αγώνων (που έχουν εκμηδενιστεί μεσούσης της σεζόν), ο αριθμός έχει γίνει πολύ περιορισμένος. Τα ταξίδια στο εξωτερικό για τουρνουά με σημαντικές ομάδες έχουν εκλείψει και μόλις με 2-3 φιλικά και περίπου 4-5 εβδομάδες προπονήσεων οι μικρές εθνικές ομάδες μπαίνουν στη μάχη του Ευρωμπάσκετ, που σε αυτές τις ηλικίες διεξάγεται σε ετήσια βάση και ούτε αυτό βοηθά.
Είναι μάλιστα στις σκέψεις της ΕΟΚ το να επαναφέρει τις προτάσεις της για αλλαγές ως προς τη συχνότητα των διοργανώσεων προς τη FIBA Europe, ενώ σε ευρωπαϊκό επίπεδο συζητιέται η σκέψη του να μην υποβιβάζονται εθνικές παίδων, διότι ακόμη τα παιδιά πλάθουν τους χαρακτήρες τους και δεν μπορούν εύκολα να διαχειριστούν το ενδεχόμενο του υποβιβασμού ακόμη και πριν από την έναρξη του εκάστοτε τουρνουά. Αγχώνονται υπερβολικά, πιέζονται και όταν έλθουν οι αγώνες αδυνατούν να βγάλουν το όποιο ταλέντο τους. Μιλάμε για ηλικίες 15-16 ετών, που είναι πολύ ευάλωτες συναισθηματικά και αυτό πρέπει να το λάβει υπόψη της η Διεθνής Ομοσπονδία.
Το σίγουρο είναι ότι κάτι δεν πάει καλά στο ελληνικό μπάσκετ, που όπως υποστηρίζει κατά καιρούς (και σε αυτό συμφωνούμε μαζί του) ο Γιώργος Βασιλακόπουλος, είναι οι Εθνικές Ομάδες και όχι το μπάσκετ που παίζεται στην Ελλάδα (σύλλογοι, δηλαδή, που βασίζονται στην τρέλα κάποιων οικογενειών, ξοδεύουν εκατομμύρια ευρώ και φέρνουν διεθνείς διακρίσεις, κατακτήσεις τροπαίων και συμμετοχές στα Φάιναλ Φορ). Και το πρόβλημα είναι σύνθετο, αφορά όλους τους εμπλεκόμενους, που οφείλουν να το επεξεργαστούν και να βρουν μια λύση. Μια λύση, όμως, που να προϋποθέτει κοινό στόχο, στρατηγική και όραμα και όχι όψιμο κέρδος, ένα μετάλλιο ή έστω μια διπλή συμμετοχή μέσω wild card. «Think Big», που λένε και στο management…
sdna.gr