Η «κατάρα» των κρατών με πλούσιους φυσικούς πόρους!

Κοινοποίηση:
i-kupros-psaxnei-an-egine-mustiki-sunantisi-ozersai-me-tin-eni.w_l-750x430

Αν και οι φυσικοί πόροι θα έπρεπε να συνεπάγονται ευημερία, αυτό δεν αποτελεί πραγματικότητα, όπως επισημαίνει οικονομολόγος της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Η αφθονία φυσικών πόρων, όπως το πετρέλαιο, συνδυάζεται στο μυαλό πολλών ανθρώπων ως άφθονο χρήματα και οικονομική ευημερία, ωστόσο, στην πραγματικότητα, οι χώρες που διαθέτουν φυσικούς πόρους υποφέρουν από στάσιμη οικονομική ανάπτυξη -ή ακόμα και ύφεση- και φτώχεια, επισημαίνει ο οικονομολόγος της Παγκόσμιας Τράπεζας, James Cust, στο μπλοκ του Δ.Ν.Τ..
Όπως υπογραμμίζει, το εμπόδιο για την εξάλειψης της ακραίας φτώχειας αφορά το πώς οι πλούσιες σε πόρους χώρες, διαχειρίζονται αυτόν τον πλούτο.
«Το ποσοστό των φτωχών πολιτών που ζουν σε χώρες με πλούσιους φυσικούς πόρους, διαμορφωνόταν στο 25% το 2000.
Μέχρι το 2030, όμως, θα εκτοξευθεί στο 75%», σημειώνει.
Αν και η «κατάρα» των χωρών με πλούσιους φυσικούς πόρους είναι ευρέως γνωστή, ο κ. Cust εστιάζει περισσότερο στο κομμάτι της ανακάλυψης των πόρων, και όχι της μετέπειτα διαχείρισής τους.
«Παρατηρούμε ότι ορισμένες χώρες έχουν βιώσει προβλήματα στην ανάπτυξη, ακόμη και πριν ξεκινήσει η παραγωγή πετρελαίου -πριν το πρώτο βαρέλι βγει από το έδαφος.
Υπάρχει πρόβλημα με τις προσδοκίες που αναπτύσσονται.
Οι κυβερνήσεις και οι πολίτες πάσχουν από μία ευφορία (σσ: με την κακή έννοια, «strike-it-rich euphoria»).
Αυτό ενθαρρύνει τις κυβερνήσεις να αυξήσουν τις δαπάνες και το δανεισμό και, σε ορισμένες περιπτώσεις, οδηγεί σε οικονομικές κρίσεις μετά την κατάρρευση των τιμών του πετρελαίου».
Θεωρητικά, οι μεγάλες ανακαλύψεις πόρων θα έπρεπε να ωθήσουν την ανάπτυξη.
Ωστόσο, στην πράξη το αντίθετο συμβαίνει, συχνά.
Με βάση τα παραπάνω, ο οικονομολόγος δίνει μία συμβουλή προς τις εν λόγω χώρες:
«Μην μετράτε τα κοτόπουλα σας πριν από την εκκόλαψη»…
Ως παράδειγμα παραθέτει τη Γκάνα και την Τανζανία, οι οποίες ανακάλυψαν κοιτάσματα ανακαλύψεις πετρελαίου κατά τη διάρκεια της «έκρηξης» των βασικών προϊόντων.
Παρά το καλό ξεκίνημα, στην περίπτωση της Γκάνας, η χώρα «βυθίστηκε» στην οικονομική κρίση όταν οι τιμές του «μαύρου χρυσού» κατέρρευσαν, το 2014, καθώς είχε -μεταξύ άλλων- δανειστεί υπέρ του δέοντος.
Η Τανζανία δεν αύξησε τον δανεισμό στον ίδιο βαθμό με τη Γκάνα, ενώ διατήρησε τις δαπάνες σε βιώσιμα επίπεδα.
Έτσι, όταν οι τιμές του πετρελαίου κατέρρευσαν το 2014, δεν παρουσιάστηκε τόσο ευάλωτη όσο η Γκάνα, καταλήγει.

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: