Σε ισόβια κάθειρξη για ανθρωποκτονία από πρόθεση καταδικάστηκε η Δήμητρα Βούλγαρη, ή όπως είναι πλέον γνωστή η «Μαύρη Χήρα» της Αργολίδας, η οποία δολοφόνησε το σύζυγό της και πλοίαρχο, Αθανάσιο Λάμπρου, το Δεκέμβριο του 2014.
Απιστία, προδοσία και αίμα είναι τα χαρακτηριστικά της υπόθεσης που σόκαρε όχι μόνο την τοπική κοινωνία της επαρχιακής κωμόπολης της Πελοποννήσου, αλλά το πανελλήνιο.
H κακή σχέση του ζευγαριού
Σύντομα οι έρευνες της αστυνομίας στράφηκαν στο στενό οικογενειακό περιβάλλον του θύματος, αλλά και στο φιλικό. Ενώ, ήταν γνωστές οι κακές σχέσεις που διατηρούσε το θύμα με τη σύζυγό του, τους τελευταίους μήνες, καθώς ο ένας κατηγορούσε τον άλλον για απιστία, ενώ δεν έλειπαν και τα περιστατικά βίας.
Σύμφωνα με καταθέσεις μαρτύρων, στο παρελθόν η κατηγορούμενη επιτέθηκε στον σύζυγό της με μαχαίρι τραυματίζοντάς τον στο χέρι, ενώ εκείνος στην προσπάθειά του να αμυνθεί, την απώθησε βίαια πάνω στην τζαμαρία με αποτέλεσμα η γυναίκα να χτυπήσει στην πλάτη.
Σε άλλο χρόνο, το θύμα ενώπιον τρίτων προσώπων, είχε απειλήσει την σύζυγό του ότι θα την σκοτώσει κρατώντας περίστροφο, το ίδιο από το οποίο επήλθε ο θάνατός του, όμως συγγενής της κατηγορουμένης απέδωσε το περιστατικό σε «κρύα πλάκα».
Όλα τα παραπάνω περιστατικά που περιγράφονταν στην ογκωδέστατο δικογραφία, ήταν απλά οι οιωνοί μίας τραγωδίας που δεν μπορούσε να αποφευχθεί.
Πληγωμένη αλλά απαθής η «Μαύρη Χήρα»
Η πρόταση της Εισαγγελέως Πρωτοδικών προς το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Ναυπλίου ήταν καταπέλτης για την Δήμητρα Βούλγαρη. Η κατηγορούμενη περιγράφεται ως «άτομο ψυχρό, εγωπαθές και φιλάργυρο, επέδειξε ιδιαίτερη σκληρότητα επιφέροντας το θάνατο του μόλις 42 ετών συζύγου της και πατέρα της μόλις δέκα ετών κόρη τους».
Απόδειξη της σκληρότητάς της καταγράφεται το γεγονός, ότι μετά τον πρώτο πυροβολισμό στη μαστική χώρα, η οποία κατά το πόρισμα της νεκροψίας δεν ήταν άμεσα θανατηφόρα, έδωσε τη χαριστική βολή στο κεφάλι.
Υποψίες προκάλεσε και η συμπεριφορά της κατηγορούμενης στο Κέντρο Υγείας, όταν ειδοποιήθηκε για το σοβαρό τραυματισμό του συζύγου της. «Η συμπεριφορά της στο Κέντρο Υγείας ήταν απαθέστατη. Έδειχνε ότι γνώριζε τι είχε συμβεί και δεν αιφνιδιάστηκε με το γεγονός του θανάτου. Το μόνο που άκουσα να λέει είναι, ότι ήθελε τον δικηγόρο της» κατέθεσε αυτόπτης μάρτυρας.
Το χρονικό της εξιχνίασης της δολοφονίας
Αρχικά η μαρτυρία που έστρεψε τις έρευνες της αστυνομίας σε κάποια γυναίκα, ήταν η μαρτυρία ενός προσώπου από το συγγενικό περιβάλλον, το οποίο βρέθηκε κοντά στο σπίτι όπου βρέθηκε το θύμα, το μεσημέρι της μοιραίας ημέρας.
Όπως είπε στις αρχές, άκουσε έναν άνδρα, τη φωνή του οποίου αναγνώρισε ως του θύματος, να ουρλιάζει «θα σε σφάξω, θα σε σκοτώσω» και αμέσως μετά μια γυναικεία φωνή, που δεν αναγνώρισε, να κλαίει σπαρακτικά με αναφιλητά, σαν να παρακαλεί τον παθόντα.
Αμέσως μετά άκουσε αγκομαχητά, σαν να παλεύουν άνθρωποι και μετά από λίγα δευτερόλεπτα έναν πυροβολισμό, μια αντρική κραυγή «ωωχ» και έπειτα από 30 με 40 δευτερόλεπτα ένα δεύτερο πυροβολισμό, τον οποίο ακολούθησε απόλυτη ησυχία.
Ο τόπος στον οποίο βρέθηκε το θύμα, δηλαδή στο σπίτι και συγκεκριμένα στην αυλή ενός φίλου του ζευγαριού, έπαιξε κομβικό ρόλο στην εξιχνίαση της υπόθεσης. Τόσο το θύμα, όσο και η κατηγορούμενη είχαν κλειδιά και επισκέπτονταν συχνά το σπίτι, στο οποίο κάποιες φορές διανυκτέρευαν, ακόμη και εν απουσία του ιδιοκτήτη.
Ένα άλλο στοιχείο που κίνησε τις υποψίες των αστυνομικών, ήταν το κινητό τηλέφωνο του θύματος, το οποίο δεν αποχωριζόταν από κοντά του ακόμη και την ώρα του ύπνου. Μάλιστα περίπου μία ώρα πριν εντοπιστεί βαριά τραυματισμένος, είχε δεχθεί μήνυμα από άλλη γυναίκα, το οποίο θα έκανε κάθε σύζυγο να ανησυχήσει.