Η ιστορία του αρχηγού της Εθνικής Γαλλίας στο πρώτο Μουντιάλ που εκτελέστηκε ως ένας από τους πιο κατάπτυστους προδότες επειδή… είχε συνεργαστεί στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο με τους Ναζί.
*Εμπρός παιδιά της Πατρίδας, Η μέρα της δόξας έφθασε, Ενάντια της τυραννίας μας, Το ματωμένο λάβαρο υψώθηκε, Ακούστε τον ήχο στα λιβάδια, Το ουρλιαχτό αυτών των φοβερών στρατιωτών, Έρχονται ανάμεσά μας, Να κόψουν τους λαιμούς των γιων και των συζύγων σας. *
Ήταν στις 13 Ιουλίου 1930 όταν ο Αλεξ Βιλαπλάν είχε την μεγάλη τιμή να είναι ο αρχηγός της Εθνικής Γαλλίας στον πρώτο αγώνα που έγινε ποτέ στην ιστορία των Μουντιάλ.

Παρ’ ότι χιόνιζε στο Εστάντιο Ποσίτος του Μοντεβιδέο εκείνη η μέρα ήταν «η πιο ευτυχισμένη της ζωής μου» είχε αναφέρει καθώς οι τρικολόρ θριάμβευσαν απέναντι στο Μεξικό με 4-1.
Ποιο είναι όμως το ενδιαφέρον σε όλη την ιστορία του; Αυτός ο ταχύς, τεχνίτης με άψογη πάσα και καλός κεφαλοσφαιριστής που αγαπήθηκε από το κοινό δεκατέσσερα χρόνια αργότερα, στις 26/12/1944 εκτελέστηκε από τη γαλλική Αντίσταση ως προδότης της ίδια του της χώρας επειδή είχε συνεργαστεί στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο με τους Ναζί.
Από τσικό στη Σετ στην Εθνική ομάδα
Ο Άλεξ γεννήθηκε το 1905 στην Αλγερία ενώ έγινε ο πρώτος ποδοσφαιριστής που έπαιξε με τους “τρικολόρ” έχοντας καταγωγή από την Αφρική.
Στα 16 του ζούσε με τους θείους του στη νότια Γαλλία και ξεκίνησε να παίζει ποδόσφαιρο στην Σετ. Προπονητής του ήταν ο Σκοτσέζος, Βίκτορ Γκίμπσον, που ξεχώρισε το ταλέντο του και τον πήρε στην πρώτη ομάδα.
Εκείνη την εποχή το ποδόσφαιρο ήταν ακόμα ερασιτεχνικό ωστόσο ορισμένες ομάδες πλήρωναν τους παίκτες. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η Νιμ το 1927 να τον δελεάσει δίνοντας έναν καλό μισθό και να τον πάρει στην ομάδα της.
Ήταν μόλις 18 ετών και. Στην Νιμ κατάφερε να ξεδιπλώσει το ταλέντο του και να ξεχωρίσει. Πολλοί τον θυμούνται ως έναν ταχύ, τεχνίτη με άψογη πάσα και καλός κεφαλοσφαιριστή.

Δυο χρόνια, το 1929 αργότερα πήρε μεταγραφή στην ομάδα της πρωτεύουσας, την Ρασίνγκ Παρί, της οποίας ο πρόεδρος μάζευε τους καλύτερους παίκτες με σκοπό να δημιουργήσει την καλύτερη ομάδα στη Γαλλία.
Ο Άλεξ στο Παρίσι πλούτισε και κέρδισε πολλά χρήματα. Σκορπούσε τα χρήματά του στα παριζιάνικα μπαρ και καμπαρέ αλλά και στον ιππόδρομο που ήταν γι’ αυτόν ένα προσοδοφόρο μέσο πλουτισμού, χάρη των γνωριμιών που είχε κάνει στον υπόκοσμο.
Δυο χρόνια μετά το Μουντιάλ, το 1932 ο χαρισματικός Αρχηγός των “τρικολόρ” παίρνει μεταγραφή στην Αντίμπ κερδίζοντας το πρωτάθλημα στον Νότο αλλά και το σαμπιονά νικώντας τη Λιλ. Στη Γαλλία τότε το πρωτάθλημα διεξαγόταν σε Βορρά και Νότο και οι νικητές έπαιζαν μεταξύ τους μπαράζ για να αναδειχτεί ο πρωταθλητής.
Δεν πέρασε πολύς καιρός και αποδείχτηκε πως το μπαράζ ήταν «στημένο» και την πλήρωσε ο προπονητής της Αντίμπ, αλλά άπαντες ήξεραν πως τη «δουλειά» την είχε κάνει ο Βιλαπλάν με δύο παλιούς του συμπαίκτες από τη Σετ. Οι υποψίες έγιναν βεβαιότητα, όταν η Αντίμπ άφησε ελεύθερους τους δυο παίκτες και τον Βιλαπλάν.
Φεύγοντας από την ομάδα βρήκε ποδοσφαιρική στέγη στη Νις ωστόσο είχε πάρει την κάτω βόλτα. Ήταν αδιάφορος καθώς αργούσε στις προπονήσεις με αποτέλεσμα να είναι σκιά του εαυτού του. Η ομάδα τον άφησε ελεύθερο και οι μόνοι που ενδιαφέρθηκαν ήταν η Μπαστιντιέν ντε Μπορντό, την οποία προπονούσε ο παλιός του τεχνικός, Βίκτορ Γκίμπσον.
Εκεί έμεινε μόλις τέσσερις μήνες. Έκτοτε χάθηκε από το ποδοσφαιρικό προσκήνιο. Ήταν το 1935 εμφανίστηκε και πάλι στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, καθώς μπήκε φυλακή για «στήσιμο» ιπποδρομιών στην Κυανή Ακτή και στο Παρίσι.

Τον Ιούνιο του 1940 στο Παρίσι έπεσε στα χέρια των Ναζί. Στην πόλη άνθισε η «μαύρη αγορά» με πρωτοστάτη τον Ανρί Λαφόν, έναν επιτήδειο άνθρωπο του υποκόσμου.
Ο Λαφόν μπήκε στο μάτι της Γκεστάπο και αυτός για να τα έχει καλά μαζί τους, έγινε-τρόπον τινά- «κυνηγός κεφαλών» της βελγικής Αντίστασης, σκοτώνοντας και βασανίζοντας αντιστασιακούς.
Η γνωριμία του Λαφόν με τον Πιέρ Μπονί, που στο παρελθόν ήταν αστυνομικός διευθυντής και υποτάχθηκε λόγω διαφθοράς, έφερε κοντά τον πρώην ποδοσφαιριστή με τον Παρισινό υπόκοσμο.
Δεν άργησε λοιπόν ο Άλεξ να γίνει λαθρέμπορος χρυσού. Έδρα της “επιχείρισης” των τριών συνεταίρων ήταν ένα σπίτι στην οδό Λαριστόν 93, το οποίο έμεινε στην ιστορία ως η έδρα της «γαλλικής Γκεστάπο».
Η «γαλλικής Γκεστάπο»
Στόχος της συμμορίας ήταν να πλουτίζει πράγμα που το κατάφερνε προσφέροντας διάφορες υπηρεσίες με το αζημίωτο στους Κατακτητές. Φορώντας κανονικά στολές με τον αγκυλωτό σταυρό, κατέδιδαν Εβραίους και Αντιστασιακούς, αφού πρώτα τους βασάνιζαν στο υπόγειο της οδού Λαριστόν.
Είμαστε πλέον το 1943 όταν η γαλλική αντίσταση προσπαθούσε να αναδιοργανωθεί. Ο Λαφόν άδραξε την ευκαιρία και σχημάτισε μια παραστρατιωτική ομάδα αποτελούμενη από εμιγκρέδες της Βορείου Αφρική.
Η ομάδα δημιουργήθηκε το Φεβρουάριο του 1944 και ονομάστηκε Brigade Nord Africain (BNA). Σκοπός της ήταν να «καθαρίσει» την περιοχή του Περιγκόρ. Αρχηγός της ομάδας ήταν ο Βιλαπλάν που είχε προαχθεί σε υπολοχαγό των SS.
Η BNA έμεινε στην ιστορία για τις απάνθρωπες μεθόδους της. Για παράδειγμα τον Ιούνιο του 1944 , συνέλαβε 11 αντιστασιακούς στο Μουσιντάν, ένα μικρό χωριό στο Ντορντόν. Οι συλληφθέντες, ηλικίας 17 έως 26 ετών, εκτελέστηκαν, με τον Βιλαπλάν όχι μόνο να δίνει τη διαταγή, αλλά να συμμετέχει και ο ίδιος στις εκτελέσεις.
«Λεηλάτησαν, βίασαν, λήστεψαν, σκότωσαν και συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς για τις πιο απαίσιες εκτελέσεις», είπε ο κατήγορος του Βιλαπλάν στη δίκη του μετά τη γαλλική απελευθέρωση. «Άφησαν στάχτες και ερείπια. Ένας μάρτυρας μας είπε είδε ο ίδιος με τα μάτια του αυτούς τους μισθοφόρους να κλέβουν κοσμήματα από τα μισοπεθαμένα θύματα τους. Ο Βιλαπλάν ήταν ανάμεσά τους, ήρεμος και χαμογελαστός. Χαρούμενος, σχεδόν αναζωογονημένος».
Η πτώση
Το τέλος του Ναζισμού πλησίαζε. Ήταν θέμα χρόνου ο Χίτλερ να χάσει τον πόλεμο κάτι που ο Βιλαπλάν άρχισε να το καταλαβαίνει. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αλλάξει συμπεριφορά και να το «παίζει» καλός, αφήνοντας κάποιους αιχμαλώτους να δραπετεύσουν, αφήνοντας να εννοηθεί πως συνεργαζόταν με τους Ναζί για να σώσει τους συμπατριώτες του.
«Ω, σε τι εποχές ζούμε! Ω, τι απαίσιες στιγμές! Σε τι σημείο έχω φτάσει, εγώ ένας Γάλλος, να φοράω γερμανική στολή!… Έχετε δει, γενναίοι μου άνθρωποι, τι φρικτά πράγματα έχουν κάνει; Δεν μπορώ να είμαι υπεύθυνος γι` αυτούς, δεν είμαι το αφεντικό τους. Θα σας σκοτώσουν. Αλλά θα προσπαθήσω να σας σώσω ρισκάροντας την ίδια μου τη ζωή. Έχω ήδη σώσει πολλούς ανθρώπους. Πενηντα-τέσσερις για την ακρίβεια. Εσείς θα είστε ο 55ος, αν μου δώσετε 400.000 φράγκα»!
Τον Αύγουστο του 1944, με τους Συμμάχους να πλησιάζουν, οι πολίτες στο Παρίσι ξεσηκώθηκαν. Στρατιώτες του γαλλικού Στρατού έφτασαν στη γαλλική πρωτεύουσα για να ενισχύσουν την Αντίσταση. Τα αντίποινα στους συνεργάτες των κατακτητών ήταν αιματηρά.
Η συμμορία της οδού Λιστόν οδηγήθηκε σε δίκη και καταδικάστηκε σε θάνατο. Τη δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων του 1944, οι Βιλαπλάν, Μπονί και Λαφόν και άλλοι πέντε οδηγήθηκαν στο Fort de Montrouge και εκτελέστηκαν.
Ο άνθρωπος που φόρεσε το Εθνόσημο στον πόλεμο έδειξε τον πραγματικό του εαυτό. Αδίστακτος τυχοδιώκτης, εγκληματίας, φιλοχρήματος, ανελέητος και πάνω από όλα προδότης της πατρίδας του, είχε το τέλος που του άξιζε.
* Μετάφραση στίχων της La Marseillaise, εθνικού ύμνου της Γαλλικής Δημοκρατίας. Η σύνθεση του ύμνου ανήκει στον αξιωματικό του γαλλικού στρατού Κλαύδιου Ιωσήφ Ρουζέ Ντελίλ. Γράφτηκε στο Στρασβούργο την νύκτα της κήρυξης του πολέμου μεταξύ Γαλλίας και Αυστρίας 17 Απριλίου 1792.
sport24.gr