Ποιος ήταν ο Όσιος Συμεών ο Θαυμαστορείτης που τιμάται σήμερα;

Κοινοποίηση:
1

Ο όσιος Συμεών, έζησε την εποχή του αυτοκράτορα Ιουστίνου. Καταγόταν από την Έδεσσα, αλλά γεννήθηκε στην Αντιόχεια της Συρίας.

Όταν ο όσιος Συμεών ευρίσκετο στην ηλικία των πέντε ετών ένας τρομερός σεισμός κατέστρεψε μεγάλο μέρος της Αντιόχειας. Ανάμεσα στους νεκρούς ήταν και ο πατέρας του, ο οποίος σκοτώθηκε όταν κατέρρευσε η στέγη του σπιτιού του. Η μητέρα του Μάρθα όμως, διασώθηκε διότι απουσίαζε από την πόλη όπως και ο όσιος Συμεών, ο οποίος είχε πάει να προσκυνήσει το ναό του Αγίου Στεφάνου.

Έκτοτε η Μάρθα ανέτρεφε και μεγάλωνε το γιο της εν Χριστώ. Σε πολύ νεαρή ηλικία, πλήρης χάριτος και πνεύματος, ο όσιος Συμεών μετέβη στη Σελεύκεια σε κάποιο φημισμένο μοναστήρι όπου μόναζε ένας περίφημος ασκητής, ο Ιωάννης.

Κοντά του ο όσιος Συμεών μελέτησε συστηματικότερα τις άγιες Γραφές και ασκήθηκε στην προσευχή και την ταπεινοφροσύνη. Γρήγορα έγινε παράδειγμα μίμησης και για τούς άλλους αδελφούς της Μονής.

Όμως κάποιος συμμοναστής του επιχείρησε να τον σκοτώσει με μαχαίρι, αλλά από θαύμα το χέρι του παρέλυσε επί τόπου. Ωστόσο, ο αμνησίκακος όσιος Συμεών όχι μόνον δε θύμωσε αλλά και προσευχήθηκε θερμά στον Κύριο να θεραπεύσει τον αδελφό του όπως και έγινε.

Αργότερα ο όσιος αποσύρθηκε στο Θαυμαστό Όρος σ` ένα τόπο όπου υπήρχαν μόνο ξερόλιθοι. Εκεί έζησε αυστηρή ασκητική ζωή επί σαράντα πέντε έτη. Εκοιμήθη ειρηνικά σε βαθύτατο γήρας και αξιώθηκε της αιωνίου μακαριότητας.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφαγισθέντος
Τῆς ἐρήμου πολίτης καὶ ἐν σώματι ἄγγελος, καὶ θαυματουργὸς ἀνεδείχθης, θεοφόρε Πατὴρ ἡμῶν Συμεών· νηστείᾳ ἀγρυπνίᾳ προσευχῇ, οὐράνια χαρίσματα λαβών, θεραπεύεις τοὺς νοσοῦντας, καὶ τὰς ψυχὰς τῶν πίστει προστρεχόντων σοι. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ὡς ἀείφωτος λύχνος δωρεῶν τῆς ἀσκήσεως, ἐν τῷ Θαυμαστῷ Πάτερ Ὄρει, διαπρέψας ἀνέλαμψας, καὶ κλίμακα ἐκ γῆς, πρὸς οὐρανὸν, τὸν στῦλόν σου ὑπέθου ἀληθῶς, Συμεὼν θαυματοφόρε τοῖς εὐσεβῶς, προστρέχουσι τῇ Μάνδρᾳ σου. Δόξα τῷ δεδωκότι σου ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

 

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τὰ ἄνω ποθῶν, τῶν κάτω μεθιστάμενος, καὶ ἄλλον οὐρανόν, τὸν στύλον τεκτηνάμενος, δι᾽ αὐτοῦ ἀπήστραψας, τῶν θαυμάτων τὴν αἴγλην Ὅσιε, καὶ Χριστῷ τῷ πάντων Θεῷ, πρεσβεύεις ἀπαύστως ὑπέρ πάντων ἡμῶν.

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: