Ντράζεν Πέτροβιτς. Πώς βγήκε το παρατσούκλι Μότσαρτ. Τι κοινό είχε με τον διάσημο συνθέτη και πώς μάγεψε τους ειδικούς πριν συμπληρώσει τα 16 του χρόνια

Κοινοποίηση:
drax

«Το 1985, δεν υπήρχε τίποτα εντυπωσιακότερο από ένα παιχνίδι Ευρωπαϊκού Κυπέλλου στο Ζάγκρεμπ μεταξύ της Τσιμπόνα και της ιταλικής Σίμακ.

 

Τον αγώνα παρακολουθούσε ένας δημοσιογράφος. Όχι όμως ένας οποιοσδήποτε δημοσιογράφος, αλλά ένας από τους καλύτερους στην Ευρώπη, o περίφημος γραφιάς της ιταλικής La Gazzetta dello Sport Ενρίκο Καμπάνα.

Η La Gazzetta dello Sport, λοιπόν, έστελνε κάθε χρόνο τον Καμπάνα σε όλα τα μεγάλα ευρωπαϊκά τουρνουά, σε κάθε αξιοσημείωτο μπασκετικό γεγονός, και ο ίδιος είχε παρακολουθήσει όλους τους μεγάλους παίκτες που εμφανίστηκαν στην ευρωπαϊκή ήπειρο από τα μέσα της δεκαετίας του ’60.

Ωστόσο, πάντοτε οι Γιουγκοσλάβοι παίκτες ασκούσαν ιδιαίτερη γοητεία στον έμπειρο δημοσιογράφο. Λάτρευε να τους βλέπει να παίζουν, τόσο επειδή θεωρούσε ότι είχαν μια ξεχωριστή αγάπη για το άθλημα όσο και για την ποιότητα του παιχνιδιού τους. Εκείνη την εποχή, ο Καμπάνα ικέτευε τον εκδότη του να του επιτρέψει να περάσει μία εβδομάδα με τον θρυλικό Γιουγκοσλάβο κόουτς Αλεξάνταρ Νίκολιτς στο προπονητικό κέντρο του στο Βελιγράδι, για να μελετήσει τη σωματοδομή των παικτών, την προπόνησή τους και να μάθει τον τρόπο με τον οποίο ανέπτυσσαν την τεχνική τους, που έμοιαζε μοναδική.

«Θέλω να ανακαλύψω το μυστικό των Γιουγκοσλάβων παικτών» του είχε πει. Ο Καμπάνα ανταποκρίθηκε και ήταν εκεί η πρώτη φορά που είδε τον Ντράζεν Πέτροβιτς. Ο νεαρός ξεχώριζε λόγω των ικανοτήτων και της αυτοπεποίθησής του.

Ξαφνικά, ο Καμπάνα αντιμετώπιζε την απόλυτη πρόκληση για έναν δημοσιογράφο: να γράψει για έναν άνθρωπο τον οποίο είχε αρχίσει να θαυμάζει και, την ίδια στιγμή, να πείσει τους αναγνώστες του ότι ήταν αντικειμενικός. «Όταν παρακολουθούσα τον Ντράζεν, δεν θεωρούσα τον εαυτό μου ιδιαίτερα αντικειμενικό – ήμουν ένας οπαδός. Έβλεπα τον Ντράζεν όπως τον μικρό αδελφό μου ή ως παιδί. Του ευχόμουν πάντα τα καλύτερα» υποστηρίζει ο Καμπάνα….

«Μότσαρτ»

Ο Καμπάνα είχε επεξεργαστεί στο μυαλό του το εν λόγω παρατσούκλι και του φαινόταν ταιριαστό. Ο Μότσαρτ είχε ξεκινήσει να συνθέτει μουσική από νεαρή ηλικία, όχι μόνο γράφοντας ο ίδιος τις συνθέσεις του, αλλά εκτελώντας τις με έναν υπέροχο τρόπο, συνδυασμό ιδιοφυΐας και ταλέντου.

Στη γενέτειρα του Πέτροβιτς, το Σίμπενικ, τον θεωρούσαν επίσης παιδί- θαύμα, το οποίο έμοιαζε προορισμένο να ακολουθήσει το συγκεκριμένο αθλητικό μονοπάτι. Ο Καμπάνα ένιωθε ότι βίωνε μια ξεχωριστή εμπειρία κάθε φορά που έβλεπε τον Πέτροβιτς να αγωνίζεται, κάτι που δεν αισθανόταν για άλλους παίκτες. Για τον Ιταλό δημοσιογράφο, ο Πέτροβιτς ήταν ο πρώτος ευρωπαίος που έβλεπε να παίζει το παιχνίδι με «αμερικανικό» τρόπο. Ήταν ένα εξαιρετικό παρατσούκλι, ικανό να συμπεριληφθεί στη βασική ιστορία και να διαδοθεί σε όλον τον κόσμο μέσω της εφημερίδας. Από εκείνη τη στιγμή, και για πάντα, ο Πέτροβιτς θα γινόταν ο Μότσαρτ του μπάσκετ.

Ήταν το προσωνύμιο με το οποίο πέρασε στην αθανασία. Η δόξα και η φήμη του θα μεγάλωναν λίγο λίγο, με κάθε μακρινό σουτ, με κάθε πάσα κάτω από τα πόδια. Η αποδοχή του υπήρξε καθολική. Πλέον, οι προσδοκίες αφορούσαν την κατάκτηση της κορυφής – μιας κορυφής, στο κυνήγι της οποίας ο Ντράζεν Πέτροβιτς ξόδεψε τη σύντομη ζωή του. Το 1980 ταξίδεψα στο Σίμπενικ της Γιουγκοσλαβίας (που τώρα ανήκει στην Κροατία) για να μιλήσω σε σεμινάριο προπονητικής.

Στη διάρκειά του είδα πολλούς από τους κορυφαίους Γιουγκοσλάβους μπασκετμπολίστες της εποχής, αλλά εκείνος που με μάγεψε ήταν ένα δεκαεξάχρονο παιδί το οποίο μπορούσε να σουτάρει με ακρίβεια χάρη σε μια κίνηση που έκανε μηχανικά, δίχως κόπο. Είχαμε έναν διερμηνέα που τον έλεγαν Φαρούκ. Τον ρώτησα για αυτό το παιδί και μου απάντησε: «Ντράζεν Πέτροβιτς, ο επόμενος μεγάλος παίκτης του παγκόσμιου μπάσκετ». Το ήξερα από την πρώτη στιγμή που τον είδα να σουτάρει ότι θα γινόταν μεγάλος παίκτης»….

 

 

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: