Μάτι: «Μαμά θέλω να κοιμηθώ για πάντα»! Η σύζυγος του δημάρχου περιγράφει πώς έσωσε το παιδί της στην Αργυρά Ακτή (ΒΙΝΤΕΟ)

Κοινοποίηση:
1

Η σύζυγος του δημάρχου Βαγγέλη Μπουρνούς περιγράφει τον εφιάλτη που βίωσε στο Μάτι – «Νόμιζα ότι το παιδί μου έσβησε» – Βρισκόταν στην Αργυρά Ακτή και πάλευε να κρατήσει στη ζωή τα παιδιά της και τους γονείς της


Τις εφιαλτικές στιγμές που βίωσε στην Αργυρά Ακτή την ημέρα της τραγωδίας στο Μάτι περιγράφει η Αγνή Γκαντώνα, σύζυγος του δημάρχου Βαγγέλη Μπουρνούς.

Όπως ανέφερε στο irafina.gr, η περιπέτειά της στην Αργυρά Ακτή κράτησε πολλές ώρες, καθώς η ίδια πάλευε να κρατήσει στη ζωή τα παιδιά της και τους ηλικιωμένους και άρρωστους γονείς της. Ειδικά όταν το ένα της παιδί της είπε: «Μαμά θέλω να κοιμηθώ για πάντα» και δεν είχε τις αισθήσεις του, έχασε τη γη κάτω από τα πόδια της.

«Τρέξτε γρήγορα, φύγετε γρήγορα, η Φωτιά έφτασε στο Μάτι»

Κάποια στιγμή, η κυρία Γκαντώνα είδε κόσμο να βγαίνει από τα σπίτια, να τρέχει και να φωνάζει.

«Με βλέπει ένας γείτονας καθώς κατεβαίναμε προς την Αργυράς Ακτής και μου λέει γρήγορα γρήγορα η φωτιά έχει περάσει στο Μάτι. Λέω άνθρωπε μου πώς το λες αυτό, εγώ τώρα έρχομαι από πάνω. Μου λέει έχει περάσει από άλλο σημείο η φωτιά, γρήγορα δείτε τι θα κάνετε. Κατεβαίνω πανικόβλητη, άρχισαν να τρέμουν τα χέρια μου, σήκωσα τους δικούς μου και αυτοί ήταν ανήσυχοι γιατί είχε αρχίσει να μυρίζει, αρχίσαμε να κλείνουμε τα παράθυρα, κάποια στιγμή έπεσε και το ρεύμα, κι εκεί καταλάβαμε ότι τα πράγματα είναι πολύ πιο σοβαρά. Καθώς βγήκαμε έξω για να φύγουμε, αυτό ήταν πολύ εντυπωσιακό και τραγικό συνάμα. Ήταν εικόνα Αποκάλυψης, ένα πορτοκαλοκόκκινο πέπλο πάνω από το κεφάλι μας, σαν μια τεράστια μπάλα πύρινη, γύρω γύρω μαύροι καπνοί, έντονα να μυρίζει, να πέφτουν κάφτρες, καταλάβαμε ότι ήταν πάρα πολύ κοντά μας», θυμάται δύο χρόνια μετά.

«Μπήκαμε μέσα στο αυτοκίνητο, πού να ξέραμε εμείς τι επρόκειτο να βρούμε μπροστά μας. Όταν φτάσαμε κάτω εγώ, οι γονείς και τα παιδιά αλλά και γείτονες γιατί φωνάζαμε καθώς κατεβαίναμε να βγουν έξω, ο καθένας έπαιρνε το αμάξι του και έφευγε κακήν κακώς. Στην πορεία πήραμε και μια γειτόνισσα μαζί μας γιατί ήταν μόνη της επειδή η οικογένεια της έλειπε για διακοπές και την είχαμε στο νου μας. Ο δρόμος ήταν κλειστός από τον συνωστισμό των αυτοκινήτων και δεν μπορούσαμε να πάμε ούτε δεξιά ούτε αριστερά», πρόσθεσε.

«Μόνη διέξοδος η θάλασσα, σκηνές πολέμου»

«Ενστικτωδώς, όλοι τρέξαμε προς την θάλασσα επειδή είχαμε μαζί μας ηλικιωμένους ανθρώπους. Σχεδόν χρειάστηκε να τους κουβαλήσουμε στα χέρια γιατί κάποιοι είχαν προβλήματα κινητικά. Ήταν όλοι τρομαγμένοι, με μια απορία γιατί δεν γνωρίζαμε τίποτα, όλοι νιώθαμε ότι ερχόταν ένα κακό για το οποίο κανείς δεν μας προειδοποίησε,, κανένας δεν μας προετοίμασε και δεν μπορούσαμε να φανταστούμε τι μπορεί να φταίει», είπε.

Μέσα σε λίγα λεπτά, περίπου 400 άτομα μαζεύτηκαν στον χώρο, άλλοι με εγκαύματα στα πέλματα καθώς αναγκάστηκαν να φύγουν ξυπόλυτοι, ενώ ο μεγάλος εχθρός ήταν ο καπνός, την αίσθηση του οποίου ακόμη διατηρεί.

Νόμιζε ότι έχασε το παιδί της

«Κάποιοι έλεγαν ότι θα φύγουν και κάποια στιγμή το δικό μου το παιδί μου είπε “μαμά, θέλω να κοιμηθώ για πάντα” και έχασε τις αισθήσεις του, νόμιζα ότι μας άφησε, το πήρα αγκαλιά και το ακούμπησα σε ένα τραπέζι προσπαθώντας να το συνεφέρω, δεν μπορούσα να βρω τον σφυγμό του μέσα στον πανικό, νόμιζα ότι έφυγε», σημειώνει.

 

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: