Η κληρονομιά και η κατάρα του Jean Marc Bosman που άλλαξε το Ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο

Κοινοποίηση:
μποσμαν

Εν έτει 2021, σε ένα ποδόσφαιρο πλήρως εμπορευματοποιημένο και παγκοσμιοποιημένο, είναι αδύνατο να διανοηθεί κανείς ότι ένας παίκτης που ολοκληρώνει τις υποχρεώσεις του με έναν σύλλογο, δεν μπορεί να μεταγραφεί μετά τη λήξη του συμβολαίου του σε μία άλλη ομάδα, εκτός αν το επιτρέψει ο πρώτος.

Με τα σημερινά δεδομένα, που περιλαμβάνουν χιλιάδες μετακινήσεις ελεύθερων ποδοσφαιριστών κάθε καλοκαίρι, ένα τέτοιο σενάριο φαντάζει απαρχαιωμένο, οπισθοδρομικό και σχεδόν δυστοπικό. Οι λόγοι που αυτή η υποθετική δυστοπία δεν αποτελεί πλέον πραγματικότητα είναι ο Βέλγος πρώην ποδοσφαιριστής Jean Marc Bosman, οι δύο φιλόδοξοι δικηγόροι του και ένας μακροσκελής και ακανθώδης δικαστικός αγώνας που διήρκεσε 5 χρόνια και εν τέλει τους δικαίωσε πανηγυρικά. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

Τα γεγονότα

Ο, γεννημένος το 1964, Jean Marc Bosman ήταν Γάλλος ποδοσφαιριστής που ανήκε στην RC Liege, ομάδα πρώτης κατηγορίας του Βελγίου. To συμβόλαιο του με τον σύλλογο επρόκειτο να λήξει τον Ιούνιο του 1990. Τον Απρίλιο της ίδιας χρονιάς, η ομάδα του πρότεινε μονοετή ανανέωση συμβολαίου, με μειωμένες κατά 75% ωστόσο απολαβές, τις κατώτερες που προέβλεπε η Βέλγικη νομοθεσία. Ο Bosman, ευρισκόμενος στην ηλικία των 26 ετών, αρνήθηκε όπως ήταν φυσικό την πρόταση και τοποθετήθηκε στη μεταγραφική λίστα.
Σε εκείνο το χρονικό σημείο μπήκε στο κάδρο η US Dunkerque, ομάδα δεύτερης κατηγορίας της Γαλλίας που ενδιαφέρθηκε ζεστά να αποκτήσει τον Bosman. H μεταγραφή έμοιαζε σχεδόν βέβαια, καθώς οι όροι είχαν συμφωνηθεί τόσο μεταξύ των δύο ομάδων όσο και μεταξύ της ομάδας και του ποδοσφαιριστή. Την τελευταία στιγμή όμως, τα πράγματα πήραν μία απροσδόκητη τροπή, καθώς η πωλήτρια ομάδα εξέφρασε αμφιβολίες για τη φερεγγυότητα της US Dunkerque, και ακύρωσε τη μεταγραφή παραλείποντας να ζητήσει από τη Βελγική ομοσπονδία να αποστείλει το απαραίτητο πιστοποιητικό στην αντίστοιχη Γαλλική, για να ολοκληρωθεί και τυπικά η μετακίνηση. Το αποτέλεσμα; Ο Bosman έμεινε στην πιο παραγωγική ποδοσφαιρική του ηλικία εκτός δράσης για μία ολόκληρη αγωνιστική σεζόν.

Ο δικαστικός αγώνας

Τότε ο Bosman ανέλαβε δράση ξεκινώντας έναν δικαστικό αγώνα που θα οδηγούσε, 5 χρόνια μετά, στην εκ θεμελίων αλλαγή του Ευρωπαϊκού και παγκόσμιου ποδοσφαίρου. Αρχικά, στράφηκε στα εθνικά Δικαστήρια του Βελγίου. Το εφετείο της Λιέγης απευθύνθηκε στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης με προδικαστικό ερώτημα, ζητώντας του να εξετάσει τη συμβατότητα ορισμένων κανονισμών μεταγραφών ποδοσφαιριστών με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πιο συγκεκριμένα, οι ερωτήσεις που τέθηκαν στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το εφετείο της Λιέγης αφορούσαν το αν τα άρθρα 48, 85 και 86 της Συνθήκης της Ρώμης μπορούσαν να ερμηνευθούν ως : α) απαγόρευση σε έναν σύλλογο να ζητά και να δέχεται αμοιβή από έναν άλλο σύλλογο για τη μεταγραφή ενός παίκτη που έχει ολοκληρώσει το συμβόλαιο του, β) απαγόρευση στις εθνικές και διεθνείς ομοσπονδίες να περιλαμβάνουν στους κανονισμούς τους διατάξεις που να περιορίζουν τη συμμετοχή ξένων ποδοσφαιριστών στις διοργανώσεις τους εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αξίζει εδώ να αναφερθεί ότι η υπόθεση Bosman καταχωρήθηκε (ορθώς) στο συλλογικό υποσυνείδητο για το δικαίωμα που έδωσε στους αθλητές να μετακινούνται ως ελεύθεροι σε άλλους συλλόγους μετά τη λήξη του συμβολαίου τους. Μια αδίκως παραγνωρισμένη πτυχή της απόφασης είναι η κατάργηση του λεγόμενου κανονισμού «3+2» που ίσχυε μέχρι τότε στο Ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο και επέτασσε οι ομάδες να χρησιμοποιούν μέχρι 3 ξένους παίκτες και ακόμη 2 με πενταετή αδιάκοπη προηγούμενη αγωνιστική παρουσία στη χώρα. Η κατάργηση του κανονισμού αυτού μοιάζει φαινομενικά λιγότερο σημαντική, μέχρι να σκεφτεί κανείς ότι η Μπάγερν Μονάχου παρατάχθηκε στον τελευταίο τελικό του Champions League με μόλις 4 Γερμανούς παίκτες στην ενδεκάδα της.

Η απόφαση του Δικαστηρίου και η γέννηση της ιδέας του «Ευρωπαϊκού Αθλητικού Δικαίου»

Το πρώτο σοβαρό ζήτημα στο οποίο κλήθηκε να απαντήσει το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν το αν το δίκαιο της ΕΕ ήταν κατ’αρχήν δυνατόν να εφαρμοστεί στον αθλητισμό. Το ΔΕΕ απάντησε καταφατικά σε αυτό, επικαλούμενο τις αποφάσεις Walrave and Koch v UCI και Dona v Mantero, μέσω των οποίων ήδη από τη δεκαετία του 70 είχε ερμηνεύσει αθλητικούς κανόνες με βάση το δίκαιο της ΕΕ. Ακολούθως, σε ό,τι αφορά τους μέχρι τότε ισχύσαντες μεταγραφικούς κανόνες που αναφέρθηκαν στην υπόθεση Bosman το δικαστήριο έκρινε ότι ««πιθανόν να περιορίσουν την ελευθερία της μετακίνησης των ποδοσφαιριστών που επιθυμούν να κυνηγήσουν τη δραστηριότητα τους σε άλλο κράτος-μέλος εμποδίζοντας τους να αφήσουν το σύλλογο στον οποίο ανήκουν ακόμη και μετά την λήξη του συμβολαίου εργασίας τους με τους συλλόγους αυτούς και επομένως πρέπει να θεωρηθούν εμπόδιο στην ελευθερία μετακίνησης των εργαζομένων».

Με άλλα λόγια, έκρινε ότι ο κανονισμός της απαγόρευσης των ελεύθερων μετακινήσεων σε νέους συλλόγους των ποδοσφαιριστών που είχαν ολοκληρώσει το συμβόλαιο τους βρισκόταν σε πλήρη αντίθεση με το Δίκαιο της Ένωσης, και πιο συγκεκριμένα με το άρθρο 48 της Συνθήκης της Ρώμης, που τυποποιούσε την ελεύθερη μετακίνηση των εργαζομένων εντός της Ένωσης. Ως άμεση συνέπεια της απόφασης Bosman, οι σύλλογοι δεν είχαν πλέον τη δυνατότητα να ζητήσουν μεταγραφική αποζημίωση κανενός είδους όταν οι ποδοσφαιριστές είχαν την πρόθεση να μετακινηθούν σε άλλο σύλλογο μετά τη λήξη του συμβολαίου τους. Η κληρονομιά της απόφασης Bosman δεν εξαντλείται παρόλα αυτά στην ακύρωση ορισμένων αναχρονιστικών και παράλογων μεταγραφικών κανονισμών. Το Δικαστήριο, μέσω της συγκεκριμένης μνημειώδους απόφασης, οδήγησε στη γέννηση της ιδέας του Ευρωπαϊκού Αθλητικού Δικαίου και έστειλε ένα ξεκάθαρο μήνυμα που αφορούσε την ύπαρξη δικαιωμάτων για τους επαγγελματίες Αθλητές στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο και την δυνατότητα τους να το αναζητήσουν ενώπιον των ευρωπαϊκών δικαστηρίων.

Η κληρονομιά και η κατάρα του Jean Marc Bosman

Η απόφαση Bosman δικαίως θεωρείται μία από τις σημαντικότερες στην ιστορία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και αναμφίβολα η επιδραστικότερη σε ό,τι αφορά το Ευρωπαϊκό Αθλητικό Δίκαιο λόγω των ρηξικέλευθων και νεωτεριστικών τομών που επέφερε στο σύστημα οργάνωσης και διοίκησης του Αθλητισμού.

Ο μακροσκελής και ψυχοφθόρος δικαστικός αγώνας του Jean Marc Bosman άνοιξε το δρόμο για χιλιάδες μεταγραφές που καριέρες ποδοσφαιριστών και εν μέρει μετέτρεψαν το ποδόσφαιρο στο παγκοσμιοποιημένο και ποιοτικό υπερθέαμα της σημερινής εποχής. Σε ό,τι αφορά τον ίδιο τον Bosman, αντιμετωπίστηκε ως «ταραχοποιός» από τους περισσότερους συλλόγους κατά τη διάρκεια της παραγωγικότερης ποδοσφαιρικής του ηλικίας και θυσίασε την καριέρα του στο βωμό της κολοσσιαίας δικαστικής μάχης του με το πανίσχυρο αθλητικό κατεστημένο της εποχής. Υπήρξε, με άλλα λόγια, ένας αφανής ήρωας της ιστορίας του παγκόσμιου αθλητισμού, που δεν μπόρεσε ποτέ να δρέψει τους καρπούς της συγκλονιστικής νίκης του, που άλλαξε για πάντα το ποδόσφαιρο.

Ιάκωβος Τεχνόπουλος, Δικηγόρος MSc, Μεταπτυχιακός φοιτητής αθλητικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Trent του Nottingham

to10.gr

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: