Ημέρα μνήμης για τους Ιταλούς! Η Κόζα Νόστρα, οι capo dei capi, το φάντασμα και ο ασύλληπτος αρχηγός

Κοινοποίηση:
pecupngzmr6050d953cb8b8

Η 23η Μαΐου είναι για τους Ιταλούς ό,τι η 11η Σεπτεμβρίου για τους Αμερικανούς. 28 χρόνια πριν, δολοφονείται ο άνθρωπος-σύμβολο του αγώνα κατά του οργανωμένου εγκλήματος στην Ιταλία, της λεγόμενης Μαφίας: ο αδέκαστος Τζιοβάνι Φαλκόνε βρήκε τραγικό θάνατο, όπως η σύζυγός του αλλά και τρία μέλη της προσωπικής του ασφάλειας όταν ένας τόνος εκρηκτικά εξερράγη στο προάστιο Καπάτσι του Παλέρμο, στον αυτοκινητόδρομο που ενώνει το κέντρο της πόλης με το αεροδρόμιο.

Ο υπ’ αριθμόν ένα αντίπαλος της Μαφίας, ο δικαστής που ήταν έτοιμος να προσαγάγει κατηγορούμενους, δολοφονήθηκε. Και, 57 ημέρες αργότερα, την ίδια μοίρα είχε ο στενός συνεργάτης του Φαλκόνε, Πάολο Μπορσελίνο, από έκρηξη βόμβας που ήταν τοποθετημένη σε αυτοκίνητο, μαζί με πέντε αστυνομικούς. Λίγες ημέρες νωρίτερα ο Μπορσελίνο, σε συνέντευξή του, μιλούσε δημόσια για αποδεικτικά στοιχεία αναφορικά με τη σχέση της Κόζα Νόστρα και πλούσιων Ιταλών επιχειρηματιών (όπως ο μελλοντικός πρωθυπουργός Σίλβιο Μπερλουσκόνι).

Εκτελέσεις, συμβόλαια θανάτου, ναρκωτικά, έγκλημα, πολιτική επιρροή: φυσικά και θυμίζει την τριλογία του «Νονού» (σ.σ. «Godfather», από το ιταλικό «Padrino») όπου ο Αλ Πατσίνο και, στο δεύτερο μέρος, ο Ρόμπερτ ντε Νίρο έκαναν την ερμηνεία της ζωής τους.

Ο Πατσίνο ως Μάικλ Κορλεόνε, ο Ντε Νίρο ως Βίτο Κορλεόνε, πατέρας του Μάικλ (τον υποδύθηκε ο Μάρλον Μπράντο στο πρώτο μέρος). Στο βιβλίο / ταινία η οικογένεια ονομάζεται «Αντολίνι» και μετονομάζεται σε «Κορλεόνε» όταν ο μικρός Βίτο μετακομίζει στις ΗΠΑ, από το χωριό καταγωγής τους: το χωριό που, στην πραγματική ζωή, γέμισε μαφιόζους την Ιταλία…
Το «follow the money» και οι «pentito»
Γεννημένος στο Παλέρμο, ο Φαλκόνε γνώριζε καλά τι συνέβαινε στις συνοικίες της Σικελίας, σπούδασε νομική, ανέβηκε σταδιακά στην ιεραρχία και το 1980 ανέλαβε την εξιχνίαση της δολοφονίας του προκατόχου του, Γκαετάνο Κόστα, δικαστή που είχε υπογράψει 53 εντάλματα σύλληψης εναντίον δικτύου διακίνησης ηρωίνης, διευθυνόμενο από τον Ροζάριο Σπατόλα και τον Σαλβατόρε Ιντσερίλο. Ο Φαλκόνε εισήγαγε μια καινοτόμο τεχνική έρευνας, ακολουθώντας το (πασίγνωστο, πια, σήμερα) «ίχνος των χρημάτων», follow the money δηλαδή.

Χάρη σε αυτή την τακτική, αλλά και τους «pentito», τους λεγόμενους πληροφοριοδότες, ο Φαλκόνε και οι συνεργάτες του έθεσαν τις βάσεις για την περιβόητη «Maxi processo», τη Δίκη Μάξι εναντίον της Σικελικής Μαφίας και συνολικά 474 (!) κατηγορουμένων, 360 εκ των οποίων καταδικάστηκαν για σοβαρά εγκλήματα, συμπεριλαμβανομένου 119 ερήμην.

Ένας από τους πιο σημαντικούς παράγοντες στη δίκη ήταν η μαρτυρία του Τομάζο Μπουσκέτα, ένας από τους πρώτους Σικελούς μαφιόζους που έγιναν pentito. Αργότερα αποκαλύφθηκε ότι ο Φαλκόνε συνεργάστηκε με τον Ρούντολφ Τζουλιάνι, εκείνον τον καιρό εισαγγελέα των ΗΠΑ (και μετέπειτα δήμαρχο της Νέας Υόρκης) στις επιχειρήσεις ενάντια στις οικογένειες Γκαμπίνο και Ιντσερίλο.

Ο Φαλκόνε σκοτώθηκε με τη σύζυγό του, Φραντσέσκα Μορβίλο (η ίδια ήταν δικαστής) και τους αστυνομικούς Ροκο ντι Σίλο, Αντόνιο Μοντινάρο και Βίτο Σιφάνιστις 23 Μαΐου 1992. Το θωρακισμένο Fiat Corma στο οποίο ταξίδευε ανατινάχθηκε από βόμβα που είχε τοποθετηθεί σε χαντάκια σκαμμένα στην πλευρά του δρόμου.
Η σύλληψη του «Νονού των Νονών»
Οι δολοφονίες του Φαλκόνε και, κατόπιν, του Μπορσελίνο οργανώθηκαν από τον Σαλβατόρε «Τότο» Ριίνα ως εκδίκηση για τη φυλάκιση πολλών μαφιόζων στη Maxi processo. Ήταν το αποκορύφωμα μιας ανελέητης εκστρατείας δολοφονιών που διαρκούσε από τα 80s και έφτασε, μέσα σε μια δεκαετία, τα 1.847 θύματα (!) σε όλη την Ιταλία. Ωστόσο μετά τις δολοφονίες των εισαγγελέων της Επιτροπής κατά της Μαφίας, η εκτεταμένη δημόσια κατακραυγή στην Ιταλία επέφερε και μια μεγάλη καταστολή από τις ιταλικές Αρχές.

Γεννημένος το 1930 στο χωριό Κορλεόνε της Σικελίας, ο Ριίνα από μικρός ενεπλάκη στο οργανωμένο έγκλημα και γρήγορα απέκτησε θέση ισχύος: το 1982 διέταξε τη δολοφονία του στρατηγού των «καραμπινιέρι» Κάρλο Αλμπέρτο Ντέλα Κιέζα, ο οποίος έπειτα από τις επιτυχίες του εναντίον των Ερυθρών Ταξιαρχιών, είχε σταλεί στη Σικελία από την ιταλική κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει τη Μαφία. Τον δολοφόνησαν μόλις 100 μέρες μετά την άφιξή του στο Παλέρμο.

Ο Τότο Ρίινα, που έμεινε 24 χρόνια στη φυλακή καταδικασμένος 26 φορές σε ισόβια για την εκτέλεση πάνω από 150 ατόμων, πέθανε το 2017 χτυπημένος από καρκίνο στα νεφρά, ουδέποτε έσπασε τη σιωπή του, κρατώντας ως τέλους τη διαβόητη «omerta» των μαφιόζων και αρνούμενος να καταθέσει ή να δώσει ονόματα συνεργατών του. Εξ ου και αφέθηκε να πεθάνει, αβοήθητος.

Πώς τον… τσάκωσαν μετά τις δολοφονίες Φαλκόνε και Μπορσελίνο; Στις 8 Ιανουαρίου 1993 συνελήφθη στη Νοβάρα ο Μπαλντασάρε ντι Μάτζιο, πρώην οδηγός και εκτελεστής του, που δέχθηκε να συνεργαστεί με την ασφάλεια του Παλέρμο κατά της Μαφίας, της οποίας ηγείτο ο επιθεωρητής Ρενάτο Κορτέζε. Μόλις έξι ημέρες αργότερα ο άντρες της Squadra Antimafia έστησαν επιχείρηση σε μια γειτονιά του Παλέρμο, με τον Κορτέζε επικεφαλής και συνέλαβαν τον αρχηγό της Μαφίας, τον «Νονό των Νονών», Ρίινα, το Νο 1 της Κόζα Νόστρα και των Κορλεονέζι, όπως τους αποκαλούσαν στη Σικελία.
Προβεντσάνο, το «φάντασμα του Κορλεόνε»
Ωστόσο η Μαφία, ως γνωστόν, είναι μια Λερναία Ύδρα. Κόβεις ένα κεφάλι και πετάγονται κι άλλα. Ο Μπερνάρντο Προβεντσάνο, ο Τομάσο Μπουσκέτα, ο Λέο Μπαγακαρέλα και δεκάδες άλλοι σκορπούσαν επί σειρά ετών τον τρόμο στην Ιταλία. Ο Προβεντσάνο κρυβόταν ήδη από τις 8 Σεπτεμβρίου του 1963, όταν είχε εκτελέσει τρεις μαφιόζους αντίπαλης φατρίας, τον καθένα με μια σφαίρα στο κεφάλι.

Η ιταλική αστυνομία κυνηγούσε για 43 ολόκληρα χρόνια το «φάντασμα του Κορλεόνε», όπως αποκαλούσαν τον Προβεντσάνο, ο οποίος διαδέχθηκε τον Ριίνα στην αρχηγία της Κόζα Νόστρα το 1993. Νωρίτερα, μαζί με άλλους από το Κορλεόνε, ξεπάστρεψαν μεθοδικά, όλους τους αντιπάλους τους μαφιόζους. Αυτούς, που όταν η κουβέντα ερχόταν στην φατρία του Κορλέονε, τους αποκαλούσαν υποτιμητικά «χωριάτες» και «βοσκούς».

Ο Προβεντσάνο ήξερε πώς να ηγηθεί του οργανωμένου εγκλήματος έχοντας, τη δεκαετία του ’50, αποτελέσει το πρωτοπαλίκαρο στην Ιταλία του πασίγνωστου «Lucky Luciano», γεννημένος ως Σαλβατόρε Λουκάνια (βλ. παρακάτω).

Μετά τη σύλληψη του Ρίινα ο Προβεντσάνο κατόρθωσε να μεταμορφώσει την Κόζα Νόστρα σε μια επιχείρηση με ετήσιο τζίρο 100 δισεκατομμύρια ευρώ. Οι δολοφονίες μειώθηκαν, όχι όμως και η εγκληματική δράση και στις 11 Απριλίου 2006 η ιταλική αστυνομία κατάφερε να τον συλλάβει στο τόπο της καταγωγής του: στο Κορλεόνε.

Όταν η αστυνομία τον συνέλαβε σε ένα αγρόκτημα κοντά στη θρυλική πόλη από την ταινία «Ο Νονός», Κορλεόνε, ανακάλυψε ένα εξαιρετικά λιτό «κέντρο επιχειρήσεων». Ο Προβεντσάνο διέθετε δύο γραφομηχανές, εκ των οποίων μόνον η μία ήταν ηλεκτρική, ένα λεξικό και ένα αντίτυπο της Βίβλου γεμάτο υπογραμμίσεις. Τα ιταλικά του Προβεντσάνο, ο οποίος εγκατέλειψε το σχολείο στη β’ τάξη του Δημοτικού είναι συχνά εξαιρετικά δυσνόητα. Είχε αριθμήσει τους συνεργάτες του από το 2 έως το 164, κρατώντας ο ίδιος το νούμερο 1. Οι περισσότεροι συνεργάτες του δεν γνώριζαν ποιος κρυβόταν πίσω από κάθε αριθμό. Ένας από τους πιο μυστήριους συνεργάτες του αναφερόταν ως «ο πολυαγαπημένος Ιησούς Χριστός».

Το «φάντασμα» του Κορλεόνε δεν μιλούσε ποτέ στο τηλέφωνο, δεν είχε κινητό και άλλαζε κρησφύγετο πολύ συχνά, φοβούμενος ότι μπορεί να τον ανακαλύψουν. Επίσης δεν φωτογραφιζόταν ποτέ και η μοναδική φωτό που υπήρχε ήταν ένα ασπρόμαυρο πορτρέτο του όταν ήταν 20 χρονών. Αλλά ο Ρενάτο Κορτέζε δεν το έβαλε κάτω: έχοντας μάθει να σκέφτεται όπως οι μαφιόζοι, ο επιθεωρητής τοποθέτησε μια καμουφλαρισμένη κάμερα απέναντι από την φάρμα και πολύ γρήγορα, είδε ότι υπήρχε μια αδιόρατη στο γυμνό μάτι προέκταση, με μια σιδερένια πόρτα που άνοιγε μια φορά κάθε δέκα μέρες. Όταν είδε ένα χέρι να παραδίδει μια σακούλα σε ένα μέλος της μαφίας, κατάλαβε ότι κάποιος κρυβόταν εκεί, αν και αρχικά το μυαλό του δεν πήγε στον Προβενζάνο.

Ξέροντας ότι πριν λίγους μήνες ο Προβενζάνο είχε υποβληθεί σε εγχείρηση έψαξε για το σημάδι που έπρεπε να είχε στο λαιμό του. Όταν το βρήκε, είπε τα λόγια που ήθελε να ξεστομίσει για δεκαετίες: «Είσαι ο Μπερνάρντο Προβενζάνο και συλλαμβάνεσαι»: ήταν 11 Απριλίου 2006.

Ο άνθρωπος του οποίου η προσωπική περιουσία υπολογιζόταν στα 600 εκατ. ευρώ (!), πέθανε στις 13 Ιουλίου 2016, στο Μιλάνο σε ηλικία 83 ετών, φυλακισμένος καθώς η θεραπεία για την αντιμετώπιση καρκίνου στην ουροδόχο κύστη δεν απέδωσε.
«Lucky Luciano», ο μέντορας του Προβεντσάνο
Ο «Lucky Luciano», γεννημένος ως Σαλβατόρε Λουκάνια, δεν ήταν απλά ένας μαφιόζος. Ζώντας από τα μικράτα του στις ΗΠΑ, μαζί με τη νεαρή παρέα του (και μετέπειτα καταζητούμενους) Μπάγκσι Σίγκελ, Φρανκ Κοστέλο και Βίτο Τζενοβέζε, πλούτισαν από το λαθρεμπόριο απειλούσαν την εξουσία του Τζουζέπε Μασερία («Joe the boss») στην ανατολική Ακτή των ΗΠΑ. Ο Μασερία έδωσε εντολή να τιμωρηθεί ο ανερχόμενος Λουκάνια και επέζησε από πολύ ξύλο και δέκα μαχαιριές: του έμειναν όμως οι ουλές και ένα ισοβίως «κρεμασμένο» µάτι, εξ ου και το προσωνύμιο «τυχερός Λουτσιάνο». Αργότερα, το 1931, συνεργάστηκε με τον έτερο «νονό» της περιοχής, Σαλβατόρε Μαραντζάνο, εκτελώντας τον Μασερία. Ο Μαραντζάνο θέλησε, φυσικά, να ξεφορτωθεί τον «Lucky Luciano» αλλά ο Λουκάνια τον πρόλαβε, στέλνοντας εκτελεστές ντυμένους σαν πράκτορες του FBI: ήταν πια ο αρχινονός της περιοχής και, μαζί µε τον Αλ Καπόνε στο Σικάγο, οι βασιλιάδες του οργανωμένου εγκλήματος.

Οι δύο γκάνγκστερ άρχισαν να χρησιμοποιούν τα συσσωρευμένα πλούτη τους για να αγοράσουν πολιτική επιρροή, να διεισδύσουν στα εργατικά συνδικάτα (λιμενεργάτες, φορτηγατζήδες, αχθοφόροι κ.ά.) και για να κρατήσουν μακριά τους τις λαβίδες του νόμου: είναι χαρακτηριστικό πως το νεοσυσταθέν FBI του Τζέι Εντγκαρ Χούβερ δεν ασχολήθηκε καθόλου µε τη Μαφία, προτιμώντας να καταδιώκει και να δολοφονεί μεμονωμένους ληστές τραπεζών, σαν τον Ντίλινγκερ και το ζεύγος Μπόνι και Κλάιντ…

Ο Λουκάνια… μεταμόρφωσε τη Μαφία από συμμορία κακοποιών σε πανεθνική οργάνωση βασισμένη σε νόμιμες επιχειρήσεις-βιτρίνα, ενώ μοίρασε στις λεγόμενες «πέντε οικογένειες» ολόκληρη την πόλη της Νέας Υόρκης, στήνοντας τον θρύλο της υπερατλαντικής Κόζα Νόστρα. Ωστόσο φυλακίστηκε το 1936 και καταδικάστηκε σε 30 χρόνια κάθειρξη ως προαγωγός σε κύκλωμα πορνείας – άλλη απόδειξη δεν βρήκαν. Έμεινε ως το 1946 στη φυλακή, συνεχίζοντας να κινεί τα νήματα κι αποφυλακίστηκε ως ήρωας (!): χάρη στις διασυνδέσεις του μάθαινε από πρώτο χέρι πληροφορίες, από την Ιταλία, για τις κινήσεις των ναζί εν μέσω Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, τα σαμποτάζ σε αμερικάνικα λιμάνια σταμάτησαν, ενώ έπεισε αρκετούς Σικελούς μαφιόζους, που μισούσαν τον Μπενίτο Μουσολίνι, να δώσουν πληροφορίες. Εξ ου και η αγγλοαμερικανική εισβολή στη Σικελία έγινε σχεδόν αναίμακτα, σε αντίθεση µε τις αποβάσεις στην κυρίως Ιταλία που βάφτηκαν µε αίμα.

Μετά τον πόλεμο, ως επιβράβευση, αποφυλακίστηκε ωστόσο με τον όρο να απελαθεί στην Ιταλία, όπου συνέχισε την εγκληματική του δράση ανενόχλητος, ενώ στο νέο περιβάλλον του Ψυχρού Πολέμου, η Κόζα Νόστρα συνέχισε να συνεργάζεται υπογείως µε τις μυστικές υπηρεσίες πληροφοριών.

Ο Λάκι Λουτσιάνο υπέστη καρδιακή προσβολή στο αεροδρόμιο της Νάπολης στις 26 Ιανουαρίου του 1962 και πέθανε υπό μυστηριώδεις συνθήκες. Πολλοί μιλούσαν για έγκλημα, αλλά ουδέποτε επιβεβαιώθηκε. Δίπλα του ήταν, φυσικά, ο Προβεντσάνο.
Ο δολοφόνος, ο προδότης και οι συλλήψεις
Ο δύο «Κορλεονέζι» ως έμειναν στην ιστορία, ο Ρίινα και ο Προβεντσάνο, ήταν οι προτελευταίοι αρχηγοί της Μαφίας στην Ιταλία, με εξαιρετικές πολιτικές διασυνδέσεις, μάλιστα ο Τότο Ρίινα συνομιλούσε συχνά και συναντούσε πιο σπάνια τον Τζούλιο Αντρεότι, τρεις φορές πρωθυπουργό της χώρας (1972-73, 1976-79, 1989-92), μάλιστα καταδικάστηκε σε φυλάκιση για το λόγο αυτό, όμως κατόπιν αθωώθηκε (πέθανε το 2013).

Για «δουλειές» όπως την εκτέλεση των εισαγγελέων το 1992, τη δουλειά αναλάμβανε ο αρχιεκτελεστής των Κορλεονέζι, Τζιοβάνι Μπρούσκα, γνωστός για τη συνήθεια που είχε σε άλλες εκτελέσεις να διαλύει τα σώματα των θυμάτων σε βαρέλια με οξύ, ώστε η αναγνώρισή τους-αν βρίσκονταν ποτέ-να ήταν σχεδόν αδύνατη.

Ο Μπρούσκα, γνωστός ως «lo scannacristiani» (σ.σ. σφαγέας ανθρώπων) ήταν ένας από τους συνεργάτες του Ρίινα ο οποίος παραδέχθηκε ότι ήταν αυτός που πραγματικά πυροδότησε τα εκρηκτικά στη δολοφονία του Φαλκόνε. Για τη, δε, δολοφονία του Μπορσελίνο αποδείχθηκε ότι ήταν έργο ενός μικροκακοποιού, του Βιτσέντζο Σκαραντίνο.

Τρεις συλλήψεις αποδείχτηκαν καθοριστικές για την μοίρα των τελευταίων «νονών» της σικελικής Μαφίας. Πρώτη, αυτή του Τομάσο Μπουσκέτα, που είχε διαφύγει στη Βραζιλία για γλυτώσει την… αποψίλωση των αρχηγών των άλλων φατριών από τους Κορλεονέζι. Αφού συνελήφθη, έσπασε την omerta δίνοντας υπερπολύτιμες πληροφορίες. Ο Μπουσκέτα, μικρότερος από τα 17 παιδιά (!) της οικογένειας, κατέφυγε στις ΗΠΑ μετά τη «Σφαγή του Τσακούλι» το 1963, που ήταν μέρος μιας εσωτερικής σύγκρουσης της μαφίας και αργότερα μετακόμισε στη Βραζιλία, όπου συνελήφθη και καταδικάστηκε για διακίνηση ναρκωτικών και μια διπλή δολοφονία. Αποφυλακίστηκε, φυλακίστηκε εκ νέου και αργότερα αποφάσισε να μιλήσει στον Φαλκόνε ως πληροφοριοδότης. Μεταξύ του 1982 και του 1984, οι δύο γιοι του Μπουσκέτα εξαφανίστηκαν και δεν βρέθηκαν ποτέ. Ο αδελφός του, ο γαμπρός του και τέσσερα εγγόνια του επίσης σκοτώθηκαν. Ο ίδιος πέθανε το 2000.

Δεύτερη ήταν η σύλληψη του Ντι Μάτζιο και η τρίτη του Ριίνα, του «capo di tutti cappi» (ή «Capo dei capi»), του «νονού των νονών». Λέγεται, ακόμη και σήμερα, ότι η σύλληψη του Ρίινα ήταν έργο… Προβεντσάνο που διαφωνούσε με τις συνεχείς δολοφονίες που διέταζε ο Ριίνα και εμφανιζόταν πιο διαλλακτικός, όμως ούτε αυτός ξέφυγε τελικά.

Η δολοφονία Φαλκόνε αποδείχθηκε μπούμεραγκ κατά της Μαφίας. Υπό την πίεση των πολιτών το κράτος αναγκάστηκε πια να αντιδράσει και έστειλε στη Σικελία το στρατό σε μια χωρίς προηγούμενο επιχείρηση, ενώ βγήκαν στη φόρα και τα… άπλυτα ακόμη και των ιταλικών Αρχών. Μεταξύ άλλων, όταν ο Μπορσελίνο ανέλαβε τη θέση του Φαλκόνε (για μόλις 57 ημέρες), ο αστυνομικός διευθυντής Μάριο Μότι, αποδείχθηκε αργότερα πως είχε ιδιαιτέρως καλές σχέσεις με πρωτοπαλίκαρο του Ρίινα.

Φαλκόνε και Μπορσελίνο παραμένουν ακόμα και σήμερα σύμβολα στον αγώνα του κράτους κατά του οργανωμένου εγκλήματος. Και παραμένουν σύμβολα γιατί η μάχη μαίνεται ακόμα, έστω και χωρίς τυμπανοκρουσίες, έστω και στο περιθώριο πια της καθημερινότητας…
Ο σημερινός αρχηγός της Μαφίας
Είπαμε, Λερναία Ύδρα η Κόζα Νόστρα. Μετά τη σύλληψη του Προβεντσάνο τον Απρίλιο του 2006, για πρώτη φορά μετά από 13 χρόνια, η Μαφία έπρεπε να βρει νέο αρχηγό: και ήταν δεδομένη η διαδοχή, αν και η δύναμη της σικελικής Μαφίας εξασθένισε τα τελευταία 20 χρόνια. Είναι ακόμα ζωντανή και ακμαία, θεωρείται επικίνδυνη, αλλά τα περισσότερα από τα πιο επικίνδυνα μέλη της βρίσκονται στη φυλακή.

Δεν ισχύει το ίδιο και για την Καμόρα, ειδικά για την Ντραγκέτα, τη Μαφία της Καλαβρίας που παραμένει πολύ ισχυρή και πλούσια, διαθέτοντας μέχρι σήμερα ισχυρές ρίζες στη βόρεια Ιταλία. Όσον αφορά στη σικελική Μαφία, η κοινή αίσθηση είναι ότι επέστρεψε στις ιστορικές ρίζες της, με υπόγειες και αθόρυβες κινήσεις. Και αυτή η αίσθηση επικρατούσε πάντα, εκτός από τα χρόνια των «Κορλεονέζι», των μαφιόζων του Κορλεόνε δηλαδή, Τότο Ριίνα και Μπερνάρντο Προβεντσάνο, όταν η Κόζα Νόστρα αμφισβήτησε την αξιοπιστία του ιταλικού κράτους, εφαρμόζοντας μία τρομοκρατική στρατηγική.

Επιστροφή στις… ρίζες λοιπόν με αρχηγό τον Ματέο Μεσίνα Ντενάρο. Κατ’ εκτίμηση 57 ετών σήμερα, διότι οι αρχές γνωρίζουν ελάχιστα για τον ίδιο, ήταν γνωστός κάποτε ως «Playboy Boss», διότι του άρεσαν τα γρήγορα αυτοκίνητα, οι γυναίκες και τα χρυσά ρολόγια. Διαφεύγει και καταζητείται από το 1993 και δεν υπάρχει καμία φωτογραφία του, πρόσφατη.

Το 2013 η ιταλική αστυνομία προχώρησε σε… ξεκλήρισμα της φαμίλιας με 22 συλλήψεις, ανάμεσά τους και την αδερφή του Μεσίνα Ντενάρο: ήταν η πρώτη και τελευταία φορά που έφτασαν κοντά στο νυν αρχηγό της Μαφίας. Ο σύγχρονος capo di tutti cappi παραμένει ασύλληπτος, ουδείς γνωρίζει πού βρίσκεται ή έχει νέα για τις κινήσεις του, δεν υπάρχει κανένα ηχογραφημένο με τη φωνή του, ούτε καν έγγραφο γραμμένο από τον ίδιο – για τέτοια μέτρα προστασίας μιλάμε.
Ο «Diabolik» και η δολοφονία του Τζιουζέπε
Η ζωή του αλλά και η προσπάθεια σύλληψής του από το 1993, οπότε και καταζητείται, αποτελούν έναν άλυτο γρίφο ακόμα και για τους πιο αδιάφθορους αξιωματικούς της ιταλικής υπηρεσίας καταπολέμησης της μαφίας (DIA). Αν και οι Αρχές της γειτονικής χώρας έχουν πραγματοποιήσει κατά καιρούς πολλές επιχειρήσεις με την ελπίδα πως κάποια στιγμή θα τον τσακώσουν ή κάποιο μέλος θα «σπάσει» και θα προδώσει την τοποθεσία όπου κρύβεται ο αρχηγός, κάτι τέτοιο μέχρι στιγμής δεν έχει καταστεί εφικτό.

Ο Μεσίνα Ντενάρο, ο οποίος για κάποιους έχει και το προσωνύμιο «Diabolik», από έναν παλιό ήρωα των κόμικς, υπήρξε αρχικά το «μεγάλο αφεντικό» στο Τράπανι της δυτικής Σικελίας. Σήμερα είναι ο πιο ισχυρός σε όλη τη Σικελία, ενώ συνεργάζεται και με την Ντραγκέτα, τη Μαφία της Καλαβρίας. Μάλιστα, υψηλόβαθμοι αξιωματικοί πιστεύουν πως λόγω του σεβασμού που τρέφουν προς το πρόσωπό του οι άλλες μαφίες της Ιταλίας, είναι πολύ πιθανό να του προσφέρουν κάλυψη και καταφύγιο.

Σε διαχρονικές έρευνες έχει προκύψει έπειτα από ομολογία πως τον Ιούνιο του 1994 ο Ματέο μαζί με μια γυναίκα ταξίδεψε στην Ελλάδα με πλοίο από το Μπρίντιζι αλλά με πλαστό διαβατήριο. Άλλες αναφορές θέλουν τον αρχηγό να κρύβεται στη γενέτειρά του, στο Τράπανι στην Ιταλία, άλλες στο εξωτερικό και άλλες να κυκλοφορεί ντυμένος ως γυναίκα. Εξαιρετικό ενδιαφέρον έχει το γεγονός πως η εφημερίδα «L’ Espresso» πρόσφατα δημοσίευσε συνέντευξη ενός μάρτυρα ο οποίος αποκάλυψε πως συναντούσε τον Ματέο και ανέφερε ότι το πρόσωπό του έχει τελείως αλλάξει, αφού έχει υποβληθεί σε πλαστική επέμβαση στη Βουλγαρία. Επίσης, σύμφωνα με τον μάρτυρα, έχει σοβαρά προβλήματα υγείας και η όρασή του είναι προβληματική.

Φημολογείται, επίσης, ότι πήρε μέρος στη δολοφονία του εισαγγελέα Φαλκόνε, το 1992. Και όχι μόνο. Τον Ιανουάριο του 1998 εκτελέστηκε ο 11χρονος Τζιουζέπε ντι Ματέο ύστερα από 779 μέρες ομηρίας, επειδή ο μαφιόζος πατέρας του είχε προδώσει την omerta της Κόζα Νόστρα όταν συνελήφθη σε μια έφοδο της Squadra Antimafia του Παλέρμο. Η απαγωγή του ήταν τα αντίποινα που διέταξαν οι paesano (σ.σ. οι χωριάτες) από το Κορλεόνε-έτσι αποκαλούσαν τους νονούς που κατάγονταν από εκεί-για την κατάθεση του Σαντίνο ντι Ματέο στον ανακριτή. Ενορχηστρωτής της απαγωγής ήταν, φυσικά, ο Μπρούσκα κι ανάμεσα στους εκτελεστές του μικρού Τζιουζέπε, το πτώμα του οποίου ρίχθηκε σε οξύ, ήταν ο Ματέο Μεσσίνα Ντενάρο.

Σήμερα στα 58 του χρόνια ο άπιαστος αρχηγός της Κόζα Νόστρα εξακολουθεί να διοικεί τον «οργανισμό» του αλλάζοντας πιθανότατα καταφύγια κάθε εβδομάδα. Κατηγορείται για την δολοφονία τουλάχιστον 58 ανθρώπων και όπως είχε πει σε έναν φίλο του χαμογελαστός «έχω γεμίσει μόνος μου ένα νεκροταφείο».
Μαφία και ποδόσφαιρο
Φυσικά και υπήρχαν σχέσεις. Πάντα υπήρχαν. Για να μην πάτε μακριά, πώς η Νάπολι δαπάνησε 6 εκατ. δολάρια εν έτει 1984 για να αποκτήσει τον Ντιέγκο Μαραντόνα; Και στη Νάπολη ό,τι ήθελε, το είχε: γυναίκες, ποτά και ναρκωτικά, πάντα υπό την επίβλεψη, την προστασία και την καθοδήγηση της Καμόρα. Η αρχή του τέλους ήρθε τον Ιανουάριο του 1986, όταν η αστυνομία ανακάλυψε σε κάποιο σπίτι, όπου μπήκε για έλεγχο, 71 φωτογραφίες του Ντιέγκο με πρωτοκλασάτα στελέχη της.

Ακόμη και σήμερα, λέγεται ότι τα πρωταθλήματα της Νάπολη και της Μίλαν στα 80s ήταν προκαθορισμένα, καθώς η Μαφία είχε ανακαλύψει έναν εύκολο τρόπο πλουτισμού: το στοίχημα.

Μία άλλη περίπτωση ποδοσφαιριστή που στιγματίστηκε από την ιταλική μαφία ήταν ο Μάρκο Μποριέλο καθώς ο πατέρας του, Βιτόριο, είχε δολοφονηθεί από τον Πασκουάλε Τσεντόρε, τον πρώην δήμαρχο της Καζερτάνο και γνωστό μαφιόζο: είχε δανείσει χρήματα στον Μποριέλο.

Σε ρόλο… υπαλλήλου της Μαφίας ήταν και ο Φαμπρίτσιο Μίκολι, που έκανε μεγάλη καριέρα στο Παλέρμο, αλλά όντας φίλος με το γιο ενός από τους πιο διαβόητους μαφιόζου, του Αντονίνο Λαουριτσέλα, δεν απέφυγε την εμπλοκή. Σε ηχογραφημένες συνομιλίες ο Μίκολι αποκαλούσε ως «σκουπίδι» τον Φαλκόνε ενώ απειλούσε, για οφειλόμενα (στη Μαφία) χρήματα ιδιοκτήτες νυχτεριών μαγαζιών.

Και θύματα της Μαφίας είχε το ποδόσφαιρο: τον Τζιοβάνι Μοντάνι της Μπάρι στις 29 Οκτωβρίου 2006, ανιψιός του επικεφαλής της φαμίλιας των Μοντάνι, Αντρέα. Και δολοφονήθηκε από ιδιοκτήτη pet shop, τον Ινιάτσιο Γκεζουίτο, με αφορμή οικονομική διαφωνία.

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ:

2 Σχόλια

  1. …….ολες αυτες οι ασιατικες ιστοριες συνεχιζουν και σημερα οι γυφτοισπανοπορτογαλοι…..ολοι οι προαναφερομενοι του μεγαλοκειμενου ειναι αθιγγανογυφτοι της ασιας και φαινονται σαν εκ γεννετης λεηλατες των παντων διχως να εχουν αλλαξη κατι απο την ”’ λειτουργια”’ του τοτε περσικου κρατους των μαφιοζων.

Comments are closed.