Αγόρασαν σπίτι του 1 ευρώ στην Ιταλία, μετά χτύπησε ο κορωνοϊός –Πώς ήταν η καραντίνα σε ένα ερείπιο χωρίς να ξέρουν κανέναν, ούτε τη γλώσσα

Κοινοποίηση:
1

Όταν οι ιταλικές πόλεις άρχισαν να προσφέρουν σπίτια προς πώληση με ένα ευρώ, ενέπνευσαν λεγεώνες ονειροπόλων να ποντάρουν στην μετακόμιση σε μια απομακρυσμένη γωνιά της Ιταλίας.

Αν και ξοδεύοντας μερικές χιλιάδες ευρώ επιπλέον για την ανακαίνιση του ακινήτου, καθώς αυτό ήταν μέρος της αρχικής συμφωνίας, πολύς κόσμος γλυκάθηκε από την προοπτική μιας νέας ζωής σε ένα ειδυλλιακό μέρος της Ιταλίας. Και τότε, χτύπησε ο κορωνοϊός, βυθίζοντας τον κόσμο σε κρίση, με την Ιταλία να είναι μεταξύ των χωρών που επλήγησαν περισσότερο.

Τι συμβαίνει λοιπόν, όταν βρίσκεστε σε καραντίνα σε ένα σπίτι ερείπιο σε ένα απομακρυσμένο χωριό, όπου μόλις και μετά βίας μπορείς να μιλήσεις την γλώσσα και δεν μπορείς να επιστρέψεις στην πατρίδα σου, κοντά στα αγαπημένα σου πρόσωπα; Η ζωή μπορεί να γίνει εφιάλτης ή μήπως όχι;

Το CNN μίλησε με μερικούς ανθρώπους που αγόρασαν μερικά από τα ιταλικά σπίτια που πωλήθηκαν στην τιμή του ενός ευρώ, σε μια προσπάθεια να αντιστραφεί η φθίνουσα τάση του πληθυσμού. Όλοι τους νιώθουν αισιόδοξοι και πρόθυμοι να ολοκληρώσουν την ανακαίνιση της νέας τους κατοικίας και να κάνουν το ιταλικό τους όνειρο πραγματικότητα. Παρά την απροσδόκητη τροπή των γεγονότων, φαίνεται ότι το να ξεμείνεις στην Ιταλία δεν ήταν τελικά μια τόσο αρνητική εμπειρία. Και η κρίση του κορωνοϊού, έκανε πολλούς από αυτούς να εκτιμήσουν ακόμη περισσότερο την ομορφιά των αγροτικών χωριών της Ιταλίας – τόσο πολύ που μερικοί θέλουν να επενδύσουν κι άλλο.

Κάτοικος Μαϊάμι αγόρασε δύο σπίτια στη Σικελία
Ένας εξ αυτών ήταν και ο καλλιτέχνης Αλβάρο Σολορτσάνο με έδρα το Μαϊάμι που επί του παρόντος, έχει ξεμείνει στο Μουσομέλι, μια γραφική πόλη στην Σικελία, όπου πέρυσι αγόρασε δύο φθηνά ακίνητα – το ένα εξ αυτών κόστιζε μόλις ένα ευρώ.

Τον Μάρτιο κατέφθασε στο νησί μαζί με την σύζυγό του, τον γιο του και την φίλη του για να αρχίσουν την ανακαίνιση των σπιτιών. Οι άλλοι τρεις επέστρεψαν στο Μαϊάμι και ο Σολορτσάνο επρόκειτο να τους ακολουθήσει μερικές εβδομάδες αργότερα, αλλά στην συνέχεια η πτήση του ακυρώθηκε. «Έχασα την αίσθηση του χρόνου. Ήρθαμε εδώ όλοι μαζί και κατέληξα να ζω σε καραντίνα στο Μουσομέλι μόνος μου, χωρίς έπιπλα, με ένα κρεβάτι και μια τηλεόραση και κανέναν για να μιλήσω» δήλωσε στο CNN. «Αυτό ήταν το πιο δύσκολο πράγμα. Αν η γυναίκα μου ή ο γιος μου ήταν εδώ, θα ήταν διαφορετικά».

Πώς κυλά η ζωή του εν μέσω καραντίνας
Ο Σολορτσάνο έμενε σε ένα πανδοχείο, αλλά όταν έκλεισε λόγω των περιορισμών εξαιτίας του κορωνοϊού, αναγκάστηκε να μετακομίσει στην λιγότερο διαλυμένη από τις δύο κατοικίες του. Από τότε περνά τον χρόνο του παρακολουθώντας τηλεόραση, μαθαίνοντας ιταλικά, πηγαίνοντας στο σούπερ μάρκετ («το ωραιότερο μέρος της ημέρας»), μιλώντας στο τηλέφωνο με την οικογένειά του. Σιγά -σιγά, αξιοποιεί στο έπακρο την κατάσταση επισκευάζοντας και βάφοντας τους τοίχους του σπιτιού.

«Έκανα ελάχιστα πράγματα, αλλά με βοήθησε να αξιοποιήσω τον χρόνο, ώστε όταν ο γιος μου και η φίλη του επιστρέψουν, το σπίτι τους να είναι έτοιμο» λέει. «Ευτυχώς, το κατάστημα με τα υλικά κατασκευών στην πόλη ήταν πάντα ανοιχτό και είμαι πολύ χαρούμενος που αγοράσαμε τελικά δύο ακίνητα και όχι μόνο το σπίτι του ενός ευρώ, καθώς δεν έχει ούτε νερό ούτε ηλεκτρικό ρεύμα».

Οι ντόπιοι ήρωες
Παρά την αρχική του δυσκολία σε μια άγνωστη ιταλική πόλη, λέει πως οι νέοι του γείτονες τον βοήθησαν καθ’ όλη την δοκιμασία αυτή. «Οι δύο πρώτες νύχτες ήταν τρομερές» αναφέρει. «Έκανε κρύο, κοιμόμουν με το σακάκι μου πάνω από τις πιτζάμες μου, αλλά οι γείτονές μου ήταν υπέροχοι. Δεν μπορώ να κάνω παράπονα. Μου έδωσαν θερμάστρες και μου πρόσφεραν και κουβέρτες ενώ μπορούσα να χρησιμοποιήσω και το ίντερνέτ τους. Περνούσαν συχνά για να δουν εάν είμαι καλά, μου έφεραν τόσα φαγητά για το Πάσχα, που μου πήρε 3 ημέρες για να τα φάω. Δεν ξέρω τι θα έκανα χωρίς αυτούς».

Το Μουσομέλι, περιτριγυρισμένο από αγιοκλήματα και ευκαλύπτους, διαθέτει ένα από τα πιο εντυπωσιακά φρούρια της Ιταλίας, γνωστό ως το Enchanted Castle, το οποίο κρέμεται σαν μία αράχνη σε έναν μυτερό βράχο. Η εύφορη καταπράσινη κοιλάδα είναι γεμάτη με παλιά ορυχεία θείου, ιερά, ρωμαϊκές νεκροπόλεις και ερείπια πρωτόγνωρων οικισμών. Το όνομα της πόλης μάλιστα, σημαίνει «Λόφος του Μελιού» στα Λατινικά.

Αλλά για τον Σολορτζάνο, τα πιο γλυκά αξιοθέατα του ιταλικού αυτού χωριού, είναι οι φιλόξενοι κάτοικοί του. «Είναι υπέροχοι, τους ξέρω όλους με τα ονόματά τους» λέει. «Είναι ο Μάριο, ο τύπος που παραδίδει το ψωμί. Δεν έχω λόγια να εκφράσω πόσο ευγνώμων είμαι που τους έχω όλους αυτούς και δεν ξέρω πώς θα μπορούσα ποτέ να τους ξεπληρώσω όσα έκαναν για μένα».

«Ήταν πολύ δύσκολα στην αρχή»
Οι αυστηροί περιορισμοί που τέθηκαν λόγω κορωνοϊού στην Ιταλία έχουν μειωθεί, επιτρέποντάς του πλέον να κάνει βόλτες, αλλά στην αρχή, όπως παραδέχεται ήταν δύσκολα, καθώς δεν υπήρχε τίποτα να κάνει. «Ήταν φοβερό, απλά έμενα στο σπίτι. Μερικές φορές ένιωθα σαν να βρισκόμουν στην φυλακή». Τώρα, απολαμβάνει που μπορεί να συνομιλήσει με τους ντόπιους και να περπατά στην πόλη, όπου μπορεί να καθίσει σε ένα παγκάκι και να απολαύσει τον καθαρό αέρα και τις πανοραμικές ορεινές περιοχές.

Ως ζωγράφος, ο Σολορτζάνο λέει ότι θα του άρεσε να κάνει κάποιον πίνακα, αλλά λόγω του lockdown, δεν μπορούσε να βρει μια παλέτα ή έναν καμβά. «Θέλω να επιστρέψω στο σπίτι μου, αλλά μια πτήση για την οποία είχα κάνει κράτηση, έχει επίσης ακυρωθεί, οπότε πραγματικά δεν ξέρω πότε θα επιστρέψω στο Μαϊάμι» λέει στο CNN. «Θέλω να επιστρέψω πριν από την Γιορτή του Πατέρα τον Ιούνιο. Ήδη έχω χάσει πολλές γιορτές που θα μπορούσα να περάσω με την οικογένειά μου».

Παγιδευμένος στην Τοσκάνη
O Βραζιλιάνος επιχειρηματίας Ντάγκλας Ροκ, είναι άλλος ένας αγοραστής ερειπωμένης κατοικίας στην Ιταλία, του οποίο ο ενθουσιασμός για την νέα του ζωή, ακινητοποιήθηκε από τον κορωνοϊό. Ο Ροκ βρισκόταν στο Φαμπρίκε ντι Βερτζεμόλι της Τοσκάνης, επιβλέποντας την ανακαίνιση μιας κατοικίας του ενός ευρώ, όταν ανακοινώθηκε το lockdown και η πτήση του για την πατρίδα του ακυρώθηκε.

Μαζί με τον φίλο του με καταγωγή από την Βραζιλία και την Ιταλία, Αλμπέρτο Ντα Λίο, βρίσκονταν στην πόλη για να επιβλέψουν την πιθανή αγορά μιας ολόκληρης εγκαταλελειμμένης περιοχής για άλλους Βραζιλιάνους αγοραστές. Κι εφόσον δεν μπορούσαν να μείνουν στο οικογενειακό σπίτι του Ντα Λίο κοντά στην Βενετία, με τα ξενοδοχεία στο Βερτζεμόλι να είναι κλειστά και την εγκαταλελειμμένη κατοικία να μην είναι κατοικήσιμη, δεν είχαν πουθενά να πάνε, λέει ο Ροκ.

Το Φαμπρίκε ντι Βερτζεμόλι είναι ένα σύμπλεγμα από χωριουδάκια διάσπαρτα στο προστατευμένο δάσος από την UNESCO. Η περιοχή είναι γεμάτη από ερειπωμένες παλιές κατοικίες ανθρακωρύχων και πολλές περιοχές έχουν πρόσβαση μόνο με τα πόδια. Το ερειπωμένο τριώροφο αγρόκτημα του Ροκ, το οποίο έχει ένα κελάρι με ξεχασμένα παλιά βαρέλια κρασιού, βρίσκεται στην περιοχή της Ντογκάνα, όπου ένα ρυάκι κυλά κάτω από μια αρχαία, γραφική γέφυρα.

«Ήμουν έτοιμος να αρχίσω την ανακαίνιση όταν μπλοκαρίστηκαν όλα» λέει ο Ροκ. «Ήταν τρομερό, η πτήση επιστροφής μας ακυρώθηκε και είχαμε θέματα με την πρεσβεία της Βραζιλίας. Ήρθα εδώ τον Φεβρουάριο για την ανακαίνιση του σπιτιού μου, όλα τα χαρτιά έγιναν, ήμουν έτοιμος να φύγω, αλλά ακυρώθηκαν όλα. Και η οικογένειά μου βρίσκεται στην Βραζιλία, όπου τα κρούσματα κορωνοϊού συνεχώς αυξάνονται. Ανησυχώ γι’ αυτούς και αυτοί ανησυχούν για μένα».

Ένα κομμάτι τελειότητας
Οι δύο φίλοι έπρεπε επίσης να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της παρατεταμένης διαμονής: η ταλαιπωρία της μηνιαίας ανάληψης της πιστωτικής κάρτας και τα ρούχα καθώς πήγαν στην Ιταλία όταν ακόμη ήταν χειμώνας και τώρα είναι άνοιξη. Κι όσο περιμένει την επανέναρξη της παγκόσμιας εναέριας κυκλοφορίας, ο Ροκ ανυπομονεί να ξαναπατήσει το πόδι του στο Βερτζεμόλι, μόλις οι ιταλικές αρχές άρουν τους περιορισμούς στην μετακίνηση μεταξύ των περιοχών – μια κίνηση που αναμένεται στις αρχές Ιουνίου.

«Όλο αυτό το διάστημα προσπαθώ να εργαστώ πάνω στο πρότζεκτ μου στο διαδίκτυο, επικοινωνώντας με κατασκευαστικές εταιρείες και επικοινωνώντας με άλλους Βραζιλιάνους αγοραστές, φίλους και συγγενείς που ενδιαφέρονται να αγοράσουν ακίνητα στο Βερτζεμόλι, αλλά δεν μπορούν να ταξιδέψουν τώρα. Ελπίζω να ολοκληρώσω τα πάντα σύντομα».

Ο Ροκ λέει ότι διάλεξε το Βερτζεμόλι από όλα τα μέρη στην Ιταλία για να αγοράσει σπίτι του ενός ευρώ γιατί, παρ’ όλα αυτά που έχουν συμβεί, παραμένει ένας ονειρεμένος προορισμός. «Η Τοσκάνη είναι μια θαυμάσια περιοχή και μεγάλες ιστορικές και καλλιτεχνικές πόλεις βρίσκονται κοντά. Είναι το τέλειο σημείο».

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: