Ενώ οι αρμόδιοι υπουργοί ζωγραφίζουν μια εικονική βελτίωση του Εθνικού Συστήματος Υγείας, η πραγματικότητα στα νοσοκομεία της χώρας είναι τραυματικά διαφορετική. Μια εμπεριστατωμένη έρευνα αποκαλύπτει ένα σύστημα στο χείλος της κατάρρευσης, με ελλείψεις προσωπικού, κλειστά χειρουργεία και απανθρωπικές συνθήκες για ασθενείς και προσωπικό, που έρχεται σε απόλυτη αντίφαση με την αυτόλαλη του υπουργείου.
Αττική: Ένα σύστημα σε κατάρρευση
Στην Αττική, η κατάσταση είναι επικριτική. Στο «Αττικό», το μεγαλύτερο νοσοκομείο της χώρας, μόνο 7 από τα 14 χειρουργεία λειτουργούν. Σύνολο, στην περιοχή, οι 100 από τις 210 χειρουργικές αίθουσες είναι κλειστές λόγω έλλειψης προσωπικού. Αυτή η έλλειψη μεταφράζεται σε 60.000 λιγότερα χειρουργεία ετησίως, που θα μπορούσαν να μηδενίσουν τις λίστες αναμονής. Στον «Ευαγγελισμό», 7 από τις 20 χειρουργικές αίθουσες παραμένουν κλειστές, μια έλλειψη που αντιστοιχεί σε 100 επιπλέον χειρουργεία την εβδομάδα.
Το προσωπικό βρίσκεται σε κατάσταση υπερκόπωσης. Χιλιάδες ώρες ρεπό χρωστάει το νοσηλευτικό προσωπικό, ενώ για πρώτη φορά παρατηρούνται παραιτήσεις ακόμη και μόνιμων εργαζομένων. Το ξέσπασμα των «ράντζα» δεν έχει εξαλειφθεί, απλώς έχει… αλλάξει διεύθυνση. Ασθενείς που παλαιότερα νοσηλεύονταν σε ράντζα στους διαδρόμους των παθολογικών κλινικών, τώρα «διασπώνται» και μεταφέρονται σε χειρουργικές κλινικές, μειώνοντας ακόμη περισσότερο τη δυνατότητα για προγραμματισμένες επεμβάσεις. Η λύση είναι απλή: υπερπληρότητα σε θαλάμους, όπου 6-7 ασθενείς στριμώχνονται σε χώρους για 4.
Θεσσαλονίκη: Τριτοκοσμικές συνθήκες και συστημικές ελλείψεις
Η εικόνα στη Θεσσαλονίκη δεν είναι καλύτερη. Τα κενά στο προσωπικό είναι τραγικά: 465 κενές θέσεις στο «ΑΧΕΠΑ», 178 νοσηλευτές λείπουν από το «Ιπποκράτειο», και 62 νοσηλευτές λείπουν από το «Γεννηματάς». Η Μονάδα Εντατικής Θεραπείας Παίδων, μοναδική για ολόκληρη τη Βόρεια Ελλάδα, διαθέτει μόλις 10 κλίνες.
Οι κτηριακές υποδομές σε πολλά νοσοκομεία, όπως η Ψυχιατρική Κλινική, περιγράφονται ως «τριτοκοσμικές», ενώ αναφέρονται σοβαρά προβλήματα ακόμη και στη σίτιση των ασθενών, με «μικρές μερίδες και προϊόντα δεύτερης και τρίτης διαλογής». Στο νοσοκομείο «Παπανικολάου», το 70% των χειρουργείων λειτουργεί λόγω έλλειψης αναισθησιολόγων.
Η εσκεμμένη στρατηγική: Υποβάθμιση και ιδιωτικοποίηση
Πίσω από αυτή τη συστημική αδράνεια, όμως, διακρίνεται μια πολύ πιο επικίνδυνη, εσκεμμένη στρατηγική. Όπως επισημαίνουν ειδικοί, η κυβέρνηση αντί να δώσει κίνητρα για να μείνουν οι γιατροί στο δημόσιο – όπου ο μισθός ενός αναισθησιολόγου είναι πέντε φορές μικρότερος από αυτόν του ιδιωτικού τομέα – προτιμά να αφήνει τις θέσεις κενές.
Ο στόχος φαίνεται να είναι η μετατροπή του δημοσίου νοσοκομείου σε επιχείρηση, που λειτουργεί με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Τα κερδοφόρα τμήματα ενισχύονται (π.χ., απογευματινά χειρουργεία), ενώ τα «βαρέα» τμήματα, όπως οι παθολογικές κλινικές, υποβαθμίζονται. Ταυτόχρονα, χιλιάδες δημόσια χρήματα διοχετεύονται στον ιδιωτικό τομέα μέσω του συστήματος των voucher, όπου το κόστος για το κράτος είναι διπλάσιο.
Παράδειγμα: Στον «Ευαγγελισμό», ένας από τους τρεις αξονικούς τομογράφους λειτουργεί από ιδιωτική εταιρεία, η οποία πληρώνεται 1.000 ευρώ ανά εφημερία, αντί για τον γιατρό του ΕΣΥ που θα λάμβανε 180 ευρώ. Μια πρακτική που αποκαλύπτει τις πραγματικές προτεραιότητες: όχι η ενίσχυση του δημοσίου, αλλά η σιγουρά εισροή κεφαλαίων στον ιδιωτικό.
Η πανδημία αποτέλεσε το απόλυτο τεστ για το ΕΣΥ και έδειξε την αναγκαιότητά του. Σήμερα, όμως, η κυβερνητική πολιτική της συστημικής απαξίωσης, της μη πρόσληψης προσωπικού και της σιωπηρής ιδιωτικοποίησης οδηγεί το σύστημα σε μια πτωτική πορεία που θίγει τα όρια της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Η ανάγκη για αντιστροφή αυτής της πορείας είναι πλέον ζήτημα δημόσιας υγείας και κοινωνικής συνοχής. Το δικαίωμα στην υγεία δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως εμπόρευμα.






Αυτο ητανε στο προγραμμα της ΝΔ.
Ο μητσοτακης εχει σχεδιο τα δυσαρεστα μετρα για τους πολιτες τα περνει μεθοδικα τα απλωνει μεσα σε μια τετραετια επαγγελματικα με τροπο.
Θα έχουν όλα ιδιωτικοποιηθεί, ακόμα και το οξυγόνο μας!