Σε μια περίοδο που η ενεργειακή κρίση βαθαίνει και τα ελληνικά νοικοκυριά στενάζουν από τους λογαριασμούς ρεύματος, η κυβέρνηση πανηγυρίζει για μια νέα «στρατηγική συμφωνία» με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Πίσω, όμως, από τις θριαμβολογίες για τον «ενεργειακό κόμβο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης», αναδύεται μια πολύ πιο σύνθετη —και ανησυχητική— πραγματικότητα.
Πρόκειται για τη συμφωνία μεταξύ ΑΚΤΩΡ, ΔΕΠΑ και της αμερικανικής Venture Global, που προβλέπει τη μεταφορά τεράστιων ποσοτήτων LNG από τις ΗΠΑ προς την Ουκρανία, μέσω των ελληνικών υποδομών και του λεγόμενου Κάθετου Διαδρόμου. Η διάρκεια της συνεργασίας: 20 χρόνια. Ο στόχος: να τροφοδοτείται η Ουκρανία με αμερικανική ενέργεια, παρακάμπτοντας πλήρως τη Ρωσία.
Το έργο χρηματοδοτείται και πολιτικά στηρίζεται από την αμερικανική Development Finance Corporation (DFC), γεγονός που υποδηλώνει τον σαφή γεωπολιτικό προσανατολισμό του. Η Ελλάδα αναλαμβάνει ουσιαστικά ρόλο ενεργειακού διαμετακομιστή σε μια αντιρωσική αλυσίδα που, σύμφωνα με διεθνείς αναλυτές, ενδέχεται να την καταστήσει πρώτο στόχο σε περίπτωση κλιμάκωσης της σύγκρουσης στην Ανατολική Ευρώπη. Ποιο όμως θα είναι το όφελος για τον Έλληνα πολίτη για να μετατραπούμε σε διαμετακομιστή;
Από τη στρατιωτική αποστολή στο ενεργειακό μέτωπο
Η Αθήνα, μετά την αποστολή όπλων στην Ουκρανία και την παραχώρηση στρατιωτικών υποδομών σε αμερικανικές δυνάμεις, φαίνεται να εμπλέκεται πλέον και στο ενεργειακό σκέλος της αντιπαράθεσης. Με τη νέα συμφωνία, δεν μεταφέρει απλώς αμερικανικό φυσικό αέριο — αναλαμβάνει ενεργό ρόλο στη στρατηγική ενεργειακής απομόνωσης της Ρωσίας, στοχοποιώντας μας ολοκληρωτικά πια.
Οι τιμές του ρεύματος στην Ελλάδα παραμένουν από τις υψηλότερες στην Ευρώπη, το LNG που φθάνει στη Ρεβυθούσα είναι το ακριβότερο στον πλανήτη, ενώ η ενεργειακή αυτάρκεια παραμένει όνειρο μακρινό. Παρ’ όλα αυτά, η κυβέρνηση Μητσοτάκη συνεχίζει να διακηρύσσει ότι η Ελλάδα «πρωταγωνιστεί στην ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης» — ενώ στην πραγματικότητα αναλαμβάνει το κόστος μιας σύγκρουσης που δεν είναι δική της.
«Ιστορική μέρα» – για ποιον;
«Είναι ιστορική ημέρα για την Ελλάδα», δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της ΑΚΤΩΡ, Αλέξανδρος Εξάρχου, ευχαριστώντας προσωπικά τον πρωθυπουργό. Και πράγματι είναι — όχι όμως απαραίτητα με τη θετική έννοια.
Η συμφωνία αυτή καθιστά τη χώρα υποδοχέα στρατηγικών σχεδίων τρίτων, δεσμεύοντάς την για δεκαετίες σε έναν ρόλο που υπηρετεί κυρίως γεωπολιτικά και εταιρικά συμφέροντα.
Ενεργειακό hub ή ενεργειακός όμηρος;
Πίσω από τον επικοινωνιακό θόρυβο, τα δεδομένα είναι αμείλικτα:
Η Ελλάδα αγοράζει LNG σε υπερδιπλάσιες τιμές από τις ΗΠΑ σε σχέση με τις προπολεμικές τιμές του ρωσικού αερίου, ενώ μετακυλίει το κόστος αυτό στους πολίτες και τις επιχειρήσεις. Ταυτόχρονα, οι πολυεθνικές και οι εργολαβικοί όμιλοι που συμμετέχουν στο project εξασφαλίζουν δεκαετίες κερδοφορίας.
Το αποτέλεσμα είναι μια χώρα που παρουσιάζεται ως «πυλώνας σταθερότητας», ενώ στην πραγματικότητα μετατρέπεται σε κρίκο μιας αλυσίδας εξάρτησης — οικονομικής, ενεργειακής και στρατηγικής. Η υπογραφή της συμφωνίας με τις ΗΠΑ και την Ουκρανία παρουσιάστηκε από την κυβέρνηση ως διπλωματικός θρίαμβος. Όμως, για πολλούς ειδικούς, αποτελεί ακόμη ένα βήμα προς την απώλεια της ενεργειακής κυριαρχίας και την πλήρη ταύτιση με τα συμφέροντα της Ουάσινγκτον.
Σε μια εποχή που η γεωπολιτική αστάθεια κορυφώνεται, η Ελλάδα φαίνεται να επιλέγει τον ρόλο του «πιστού συμμάχου» — ενός συμμάχου, όμως, που αναλαμβάνει το ρίσκο χωρίς να καθορίζει το παιχνίδι.







θελει
οταν κατεβει ο ρωσος κατω στην ελλαδα θα φταιει ο ιδιος οταν οι μαριονετες κανουν οτι τους λενε τα ξενα συμφεροντα?