ΚΑΤΑΠΕΛΤΗΣ Ο ΟΟΣΑ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΥΓΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ – ΕΣΥ ΜΕ ΥΨΗΛΟ ΠΡΟΣΔΟΚΙΜΟ ΖΩΗΣ ΑΛΛΑ ΑΠΟΦΕΥΞΙΜΗ ΘΝΗΣΙΜΟΤΗΤΑ, ΛΙΓΟΙ ΟΙ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΙ ΓΙΑΤΡΟΙ, ΕΛΛΕΙΨΗ ΝΟΣΗΛΕΥΤΩΝ, ΜΕΓΑΛΟ ΚΟΣΤΟΣ ΣΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΕΣ ΚΑΙ ΧΑΜΗΛΗ ΠΡΟΛΗΨΗ – ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΤΙΚΑ ΧΑΜΗΛΑ ΠΟΣΟΣΤΑ ΨΗΦΙΑΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

Κοινοποίηση:
Στιγμιότυπα από τα εξωτερικά ιατρεία του Νοσοκομείου "ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ" , Πέμπτη 15 Μαϊου 2025

Καταπέλτης η έκθεση του ΟΟΣΑ για την δημόσια Υγεία στην Ελλάδα και φέτος. Η έκθεση «Health at a Glance 2025» είναι «βαρόμετρο» για το ΕΣΥ και την περίθαλψη διεθνώς. Με ανάλυση σε 5 βασικούς τομείς –κατάσταση υγείας, παράγοντες κινδύνου, πρόσβαση, ποιότητα και ανθεκτικότητα συστημάτων– η μελέτη του ΟΟΣΑ είναι απογοητευτική για την χώρα μας.

Ελλάδα: Εντυπωσιακές επιδόσεις και βαθιές αντιφάσεις

Η αποτύπωση της Ελλάδας στην έκθεση συνθέτει ένα μωσαϊκό δεικτών. Το προσδόκιμο ζωής φθάνει τα 81,8 έτη, λίγο πάνω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ (81,1) ενώ μόλις το 7% δηλώνει κακή ή πολύ κακή υγεία. Ωστόσο, η εικόνα αυτή επισκιάζεται από υψηλή αποφεύξιμη θνησιμότητα (213 θάνατοι ανά 100.000 κατοίκους) και σημαντική επίπτωση του διαβήτη (7,2%). Πρόκειται για έναν πληθυσμό που ζει πολλά χρόνια, αλλά όχι απαραίτητα με υγιείς συνθήκες.

Ανθρώπινο δυναμικό: Πολλοί γιατροί, ελάχιστοι οικογενειακοί

Η Ελλάδα διαθέτει από τους περισσότερους γιατρούς στην Ευρώπη –6,3 ανά 1.000 κατοίκους έναντι 3,8–4 του μέσου όρου. Όμως μόνο το 6% είναι γενικοί ή οικογενειακοί γιατροί, ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά στον ΟΟΣΑ. Η απουσία επαρκούς πρωτοβάθμιας φροντίδας επιβαρύνει το σύστημα με καθυστερημένες διαγνώσεις και περισσότερες εισαγωγές. Παράλληλα, ο αριθμός των γιατρών πιθανόν να είναι υπερεκτιμημένος, αφού περιλαμβάνει όλους όσοι έχουν άδεια και όχι μόνο τους ενεργά εργαζομένους.

Αντίθετα, η αναλογία νοσηλευτών (3–3,5 ανά 1.000 κατοίκους) βρίσκεται από τις χαμηλότερες στον ΟΟΣΑ (9), ενώ το επάγγελμα προσελκύει ελάχιστους νέους –λιγότερο από το 1% των 15χρονων. Ο κατακερματισμός των δομών και η πολλαπλή απασχόληση των επαγγελματιών Υγείας εντείνουν τα προβλήματα συντονισμού.

Πρόσβαση: Καθολική κάλυψη μόνον «στα χαρτιά»

Μολονότι η Ελλάδα προσφέρει καθολική ασφαλιστική κάλυψη, η πραγματική πρόσβαση στις υπηρεσίες Υγείας παραμένει περιορισμένη. Το 12,1% δηλώνει ότι δεν έλαβε την αναγκαία φροντίδα –το υψηλότερο ποσοστό στον ΟΟΣΑ (3,4%). Η ικανοποίηση των πολιτών από τις υπηρεσίες Υγείας αγγίζει μόλις το 27%, επίσης το χαμηλότερο ποσοστό.

Το κόστος αποτελεί το μεγαλύτερο εμπόδιο,ενώ η εξάρτηση από τα νοσοκομεία είναι υπερβολική: το 40% των συνολικών δαπανών αφορά ενδονοσοκομειακή περίθαλψη. Η οδοντιατρική φροντίδα είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα ανισοτήτων, καθώς πάνω από 8% του πληθυσμού –και 15% χαμηλών εισοδημάτων– δεν λαμβάνει τις απαραίτητες υπηρεσίες.

Χρηματοδότηση: Μεγάλο βάρος στους πολίτες

Η δημόσια χρηματοδότηση καλύπτει μόλις το 60,9% των συνολικών δαπανών Υγείας (ΟΟΣΑ: 75,1%). Το υπόλοιπο καλύπτεται απευθείας από τους πολίτες. Η φαρμακευτική δαπάνη παραμένει εξαιρετικά υψηλή (30%) ενώ η πρωτοβάθμια περίθαλψη απορροφά μόλις το 20% των πόρων –πολύ κάτω από τον μέσο όρο (33%).

Πρόληψη και τρόπος ζωής: Ανησυχητικά σημάδια

Η Ελλάδα βρίσκεται σταθερά ανάμεσα στις χώρες με τους υψηλότερους παράγοντες κινδύνου: 25% των ενηλίκων καπνίζει καθημερινά ενώ πάνω από το 40% καταναλώνει υπερβολική ποσότητα αλκοόλ τουλάχιστον μία φορά τον μήνα. Η συμμετοχή στον μαστογραφικό έλεγχο για γυναίκες 50–69 ετών παραμένει πολύ χαμηλή (25%).

Ψηφιακές υπηρεσίες και μακροχρόνια φροντίδα: Μεγάλα περιθώρια βελτίωσης

Η χρήση ψηφιακών ιατρικών επισκέψεων παραμένει χαμηλή (13%) ενώ οι δημόσιες δαπάνες για την μακροχρόνια φροντίδα δεν ξεπερνούν το 0,5% του ΑΕΠ –από τα χαμηλότερα ποσοστά του ΟΟΣΑ.

Συμπέρασμα για την Ελλάδα

Η έκθεση σκιαγραφεί ένα ΕΣΥ που διαθέτει κρίσιμες υποδομές και ανθρώπινο δυναμικό, αλλά αποτυγχάνει να τα αξιοποιήσει αποτελεσματικά. Η χώρα βρίσκεται μπροστά σε αναγκαίες στρατηγικές επιλογές: χωρίς μακροπρόθεσμες και συντονισμένες μεταρρυθμίσεις, τα προβλήματα θα διαιωνίζονται.

Η διεθνής εικόνα: Σταθεροποίηση με επίμονες προκλήσεις

Σε διεθνές επίπεδο, τα συστήματα Υγείας δείχνουν σημάδια ανάκαμψης μετά την πανδημία, αλλά οι δομικές προκλήσεις παραμένουν. Το προσδόκιμο ζωής φτάνει κατά μέσο όρο τα 81,1 έτη, αν και σε 13 χώρες παραμένει χαμηλότερο από το 2019. Η αποφεύξιμη θνησιμότητα ανέρχεται στους 222 θανάτους ανά 100.000 κατοίκους ενώ η παχυσαρκία και ο διαβήτης συνεχίζουν να αυξάνονται.

Η πρόσβαση έχει βελτιωθεί, με τις ανικανοποίητες ανάγκες να περιορίζονται στο 3,4% και την ικανοποίηση των πολιτών στο 64%. Χώρες με ισχυρή πρωτοβάθμια φροντίδα εμφανίζουν τις καλύτερες επιδόσεις.

Στην χρηματοδότηση, το 75% των δαπανών προέρχεται από δημόσιους μηχανισμούς. Η φαρμακευτική δαπάνη κυμαίνεται στο 16–20%, ενώ καταγράφεται καλύτερη ισορροπία μεταξύ νοσοκομειακής (28%) και εξωνοσοκομειακής περίθαλψης (33%).

Οι χώρες που έχουν επενδύσει σε ψηφιακή Υγεία παρουσιάζουν εντυπωσιακά αποτελέσματα: στην Δανία, την Σουηδία και την Πορτογαλία πάνω από το 25% των επισκέψεων γίνεται ψηφιακά.

Παγκόσμιο συμπέρασμα

Τα συστήματα Υγείας διεθνώς κινούνται προς μια φάση σταθεροποίησης αναζητώντας όμως νέα, βιώσιμα μοντέλα οργάνωσης. Όσες χώρες επενδύουν σε πρόληψη, πρωτοβάθμια φροντίδα και ψηφιακές υπηρεσίες αποκτούν σαφές προβάδισμα για την επόμενη δεκαετία.

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ:

Leave a Response