Η ακρίβεια αποτελεί το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα για τα ελληνικά νοικοκυριά.
Από στοιχεία της Eurostat προκύπτει πως η πορεία του πληθωρισμού σε Ελλάδα και Ευρωζώνη είναι:
Σεπτέμβριος 2024: Ελλάδα 3,1% Ευρωζώνη 1,7%
Δεκέμβριος 2024: Ελλάδα 2,9% Ευρωζώνη 2,4%
Ιανουάριος 2025: Ελλάδα 3,1% Ευρωζώνη 2,5%
Μάρτιος 2025: Ελλάδα 3,1% Ευρωζώνη 2,2%
Μάιος 2025: Ελλάδα 3,3% Ευρωζώνη 1,9%
Ιούλιος 2025: Ελλάδα 3,7% Ευρωζώνη 2,0%
Αύγουστος 2025: Ελλάδα 3,1% Ευρωζώνη 2,0%
Σύμφωνα με δεδομένα από την Τράπεζα της Ελλάδος, επιμένει να είναι υψηλά ο ελληνικός πληθωρισμός:
2025 Ελλάδα 3,1% (2,5%) Ευρωζώνη 2,1%
2026 Ελλάδα 2,6% (2,1%) Ευρωζώνη 1,7%
Ενώ, για τον Αύγουστο του 2025 ήταν ακριβότερη η Ελλάδα από τη Ευρωζώνη
Τρόφιμα Ελλάδα 2,6% Ευρωζώνη 2,4%
Ενοίκια Ελλάδα 10,9% Ευρωζώνη 2,9%-
Ηλεκ. ρεύμα Ελλάδα 7,7% Ευρωζώνη -0,5%
Υπηρεσίες Ελλάδα 4,9% Ευρωζώνη 3,1%
Η ακρίβεια καλπάζει – η κυβέρνηση Μητσοτάκη παρακολουθεί
Εδώ και χρόνια, η ελληνική κοινωνία ασφυκτιά κάτω από το βάρος της ακρίβειας, με τις τιμές βασικών αγαθών και υπηρεσιών να έχουν εκτοξευθεί σε πρωτοφανή επίπεδα. Από το σούπερ μάρκετ μέχρι τον λογαριασμό του ρεύματος, οι πολίτες πληρώνουν υπερβολικά, ενώ οι μισθοί παραμένουν στάσιμοι και η αγοραστική δύναμη διαβρώνεται καθημερινά.
Απέναντι σε αυτή την πραγματικότητα, η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη επιλέγει είτε να ωραιοποιεί την κατάσταση είτε να μεταθέτει τις ευθύνες στο «διεθνές περιβάλλον», την «ενεργειακή κρίση» και τον «πόλεμο στην Ουκρανία». Όμως, οι δικαιολογίες αυτές δεν πείθουν πλέον κανέναν. Η ακρίβεια στην Ελλάδα δεν είναι απλώς αποτέλεσμα διεθνών συγκυριών – είναι και προϊόν κυβερνητικής απραξίας, ιδεολογικών επιλογών και σκόπιμης ανοχής σε φαινόμενα αισχροκέρδειας.
Μια κυβέρνηση υπηρέτης των ισχυρών
Αντί για ουσιαστικά μέτρα στήριξης των νοικοκυριών, η κυβέρνηση προτίμησε να θωρακίσει τα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων. Οι υπέρογκες τιμές στην ενέργεια, τα καύσιμα και τα τρόφιμα συνοδεύονται από ρεκόρ κερδών για ορισμένους ομίλους. Την ώρα που ο κόσμος κόβει από το φαγητό και την θέρμανση, οι πάροχοι ενέργειας και οι αλυσίδες λιανικής σημειώνουν αύξηση κερδών – και η κυβέρνηση περιορίζεται σε «pass» επιδοματικού χαρακτήρα, που τελικά καταλήγουν πάλι στις ίδιες τσέπες.
Η Πολιτεία όφειλε να παρέμβει με αποφασιστικότητα: να ελέγξει την αγορά, να τιμωρήσει την αισχροκέρδεια, να μειώσει τον ΦΠΑ στα τρόφιμα και τον ΕΦΚ στα καύσιμα, να ενισχύσει πραγματικά τα εισοδήματα. Όμως, ο κ. Μητσοτάκης και οι υπουργοί του επιμένουν στην «αυτορρύθμιση της αγοράς» – μια αποτυχημένη συνταγή που αφήνει τον πολίτη απροστάτευτο.
Πόση «αντοχή» να έχει ακόμα ο πολίτης;
Στην πραγματικότητα, η Νέα Δημοκρατία αντιμετωπίζει την ακρίβεια περισσότερο ως πρόβλημα δημοσίων σχέσεων, παρά ως κοινωνική κρίση. Η ρητορική του πρωθυπουργού περιλαμβάνει στατιστικές που δεν αντανακλούν την καθημερινότητα. Όμως η καθημερινότητα δεν μετριέται με δείκτες – μετριέται με το αν μπορεί μια οικογένεια να φτάσει μέχρι το τέλος του μήνα χωρίς να βρεθεί στο χείλος της φτώχειας.
Η κοινωνική ανοχή εξαντλείται. Οι πολίτες δεν ζητούν θαύματα, αλλά δικαιοσύνη. Ζητούν μια κυβέρνηση που να υπερασπίζεται το δημόσιο συμφέρον, όχι να λειτουργεί ως διεκπεραιωτής των ισχυρών οικονομικών παραγόντων.
Ο κ. Μητσοτάκης είχε την ευκαιρία να αποδείξει ότι μπορεί να κυβερνήσει υπέρ των πολλών. Αντί γι’ αυτό, επέλεξε τον δρόμο της αδιαφορίας, της επικοινωνιακής διαχείρισης και της νεοφιλελεύθερης εμμονής. Σήμερα, η ακρίβεια δεν είναι απλώς πρόβλημα – είναι το σύμπτωμα ενός μοντέλου εξουσίας που εξυπηρετεί λίγους και επιβαρύνει τους πολλούς.