Βαθιά θλίψη επικρατεί στη Λισαβόνα, καθώς η πόλη θρηνεί ένα από τα σοβαρότερα δυστυχήματα της σύγχρονης ιστορίας της, έπειτα από τον εκτροχιασμό του τελεφερίκ «Γκλόρια», που στοίχισε τη ζωή σε 16 ανθρώπους και τραυμάτισε άλλους 22.
Οι τοπικές αρχές επιβεβαίωσαν τις εθνικότητες των θυμάτων: πέντε Πορτογάλοι, τρεις Βρετανοί, δύο Καναδοί, δύο Νοτιοκορεάτες, καθώς και ένας Ελβετός, ένας Ουκρανός, ένας Αμερικανός και ένας Γάλλος. Η ποικιλομορφία των θυμάτων αποτυπώνει τον διεθνή χαρακτήρα της πόλης, αλλά και τη βαρύτητα της τραγωδίας.
Οι πρώτες ενδείξεις δείχνουν πιθανή θραύση του βασικού συρματόσχοινου που συγκρατούσε το βαγόνι, με τους ειδικούς να κάνουν λόγο για «φαινόμενο κόπωσης», μια φθορά που ενισχύθηκε από την υπερβολική χρήση του τελεφερίκ τα τελευταία χρόνια. Όπως έγινε γνωστό, ο αριθμός των επιβατών στη γραμμή έχει τριπλασιαστεί, γεγονός που φαίνεται να επιβάρυνε τις υποδομές.
Η δημοτική εταιρεία μεταφορών Carris υποστηρίζει ότι είχαν εφαρμοστεί όλα τα προβλεπόμενα πρωτόκολλα συντήρησης. Μάλιστα, την ημέρα του δυστυχήματος είχε πραγματοποιηθεί τακτικός έλεγχος διάρκειας 30 λεπτών, σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας Observador.
Ωστόσο, πολλοί ειδικοί εκφράζουν απορίες για το πώς ένας τόσο πρόσφατος έλεγχος δεν εντόπισε ενδείξεις κινδύνου. Οι έρευνες της αρμόδιας υπηρεσίας πρόληψης και διερεύνησης ατυχημάτων συνεχίζονται με εντατικούς ρυθμούς, ενώ ο πρόεδρος της Carris δήλωσε πως τα αποτελέσματα της εσωτερικής έρευνας θα ανακοινωθούν σύντομα.
Η κοινή γνώμη στην Πορτογαλία αλλά και διεθνώς παρακολουθεί με αγωνία τις εξελίξεις, καθώς οι οικογένειες των θυμάτων ζητούν απαντήσεις για το πώς ένα σύμβολο της πόλης μετατράπηκε σε όχημα θανάτου.